• Skip to main content
  • Skip to secondary navigation

Maria Lampadaridou Pothou

poet novelist playwright

  • el
  • en_GB
  • biography
  • Novels
    • Children's books
  • Poetry
    • Poetic prose
  • Essay
    • Translations
  • theatre
    • staged plays
    • Published plays
  • in English
  • Current affairs
  • articles by maria
    • Studies & speeches
  • Interviews
    • Writer's workshop
  • articles for maria
    • Speeches about her work
    • Letters, posts
    • theses on her work
  • Literary events
    • Schools
  • videos
  • facebook
  • wikipedia

Archives for October 2019

To Lemnos, the isle beloved

19th October 2019 By maria

Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου Πήραν την Πόλη, πήραν την...Whenever I think of my mother, may God rest her soul, a fragrance of burnt rose trickles into my spirit, a fragrance purified by sacrifice and mourning, just as I experienced it years later in the Hagia Sophia and in the Convent of Christ, at that hour when blood flowed in torrents and wailing rent the foundations of the universe. It was as if that fragrance became one with the blood of the Imperial City, because it was the fragrance of soul and of sacrifice. In these bleak hours, as I sit all alone in my ascetic hermitage of silence to record my memories of the disaster, I know that the soul of my mother, Rhodo, the rose-flower, is here beside me, at a distance of peace from my hand, at a distance of liberating death.
I mean that the fragrance of her soul keeps me company. It is nearby as I recount my memories of the calamity, I, who experienced, minute by minute, courage and death, the ultimate agony, by the side of Constantine Dragases Palaeologos, my beloved Basileus of the invincible soul, by the side of Ioannis Giustiniani, the black archangel, I, who was deemed worthy to be the witness of blood and ruins. I must hand over the manuscript to my son, Constantine, before it is too late. He is the one who will enter The City as liberator, because he was born of her blood and her lamentation, and because he is Constantine, the son of Eleni, and bears the mark of grace, according to the letter of the prophecy.

Excerpt from the first chapter of the novel “Πήραν την Πόλη, πήραν την”

Filed Under: Excerpt

Iridescent fragments

16th October 2019 By maria

I wandered all night. I listened to the shouts of triumph, the cheers, the hero’s reception of Themistocles, the acclamations. I was alone. I went down to the end of Cynosura, to the isolated sea-cliffs, where the wave was washing up the corpses of unfortunate drowned men and fragments of ships. The beaches were full of gold objects, pitiful, royal emblems and ornaments, idols of gods, iridescent in the torchlight.

I am still wearing the bloodied jerkin of battle, damp with the night dew, and watch our triremes leaving Psyttaleia with Aristides’ hoplites. The task of blood is completed. The princes and nobles of Persia, the flower of the palaces, are now dead. There will be mourning in Susa and Ecbatana.

My feet encounter a body that appears to be alive, and I bend over. A man who is dying. He stretches out his hand to me; wants something. I run and bring a lighted torch, from the many torches around us.

The man who handed me the torch also placed a cup of wine in my hand. And I return to the dying man. I want to see him. A strange obsession to see him has overcome me. And I bring the light close to his face. His clothing is purple with gold worked like fish scales. And there is blood in his eyes. He appears well-born, a prince perhaps.

An enemy.
The word “enemy” chills me.
A man.

Persian or Mede or Lydian, from the royal family, who has a palace in Ecbatana. And he came to die alone on this deserted shore of Salamis. His ship was destroyed by the tridents of our triremes, or it is being pursued without him. In the torchlight, I see his look. He has children perhaps, a beautiful wife, wealth. And he left it all to wage war against us in this sea strait, in this Acheron.

Extract from the novel: The Wooden Wall

Filed Under: Excerpt

Natalia and Christina

13th October 2019 By maria

The novel is on sale by Amazon

The beginning of the novel:

She simply could not live with him any longer; Natalia knew that within herself. The marriage was dead and she felt beset, in an undefined, almost pleasurable way by guilt and a sweet compassion.

She felt compassion for Evgenios, her husband of fourteen years — she was even in love with him at first — but the bond had worn out like old clothing, the small moments, the daily ones, lost their luster, time had shrunk and Natalia was drowning, felt asphyxiated, could not abide even his voice — that peculiar sound, as of flowing water on a fissured depth, that once charmed her — “your voice makes me dream of water flowing on a moonlit night,” she would say to him, but she could no longer endure that defeated voice, nor bear to look at his hands, those hands wrapped in a strange almost threatening silence — even when they touched her accidentally she shuddered.

Filed Under: Excerpt

Ο Άγγελος της στάχτης

13th October 2019 By maria

“ΠΑΡΕ ΜΕ ΜΑΖΙ ΣΟΥ ΟΠΟΥ ΠΑΣ…
Οι λέξεις λιώνουν στα χείλη του κι η φωνή του ποτέ δεν ήταν πιο τρυφερή και αρρενωπή μαζί, μια φωνή υδάτινη, ερωτική, που βγαίνει βαθιά από τις παλίρροιες της κοσμικής μνήμης, βαθιά από τους ωκεανούς της κοσμικής αδιαφορίας. Λιώνουν στα χείλη του Κωνσταντίνου οι λέξεις εύθρυπτες, απορρυθμίζουν την τάξη του ήχου, την τάξη των αναλογιών που συνθέτουν τη μελωδία, φτάνουν στην πριν από τον ήχο αταξία του κόσμου, στην πριν από την αρμονία εξουσία του χάους. Και το τραγούδι τώρα αντηχεί αναρχικό και εξαίσιο, πονεμένο και εγερτικό, κλάμα και θρίαμβος μαζί, ερωτικό κάλεσμα και νόστος. Κι ένας αντίλαλος υγρός, ερημικός, το γυρίζει πάνω από τους κύκλους των νερών και το φέρνει πίσω στον Φοίβο που είναι εκεί, ακουμπισμένος στην πελεκημένη ασπριδερή πέτρα, και παίζει με παραφορά την επτάχορδη ορφική λύρα, σαν μεθυσμένος από τον πόνο και τον πόθο, από το αδύνατο.
Τον βλέπει που χάνεται μέσα στο σκοτεινό πέρασμα. Λίγες στιγμές το σώμα του σχηματίζει μια λευκή άλω, καθώς σκίζει το έρεβος στα δυο να περάσει. Το χέρι σηκωμένο σ’ έναν ύστατο αποχαιρετισμό. Κι ύστερα χάνεται.
Χάνεται, χάνεται ο Κωνσταντίνος.
Η δίψα με καίει εμένα και χάνομαι. Φθόγγοι υγροί, ερωτικοί, πονεμένοι, ποιος είσαι, ξένε, και πού πας; μοναχικός ταξιδευτής στο άσπρο μονοπάτι”.

Αυτό το τόσο προσφιλές στην ψυχή μου μυθιστόρημα είναι ό,τι πιο ιερό έχω γράψει. Και ίσως ποτέ δεν θα μάθω από ποια μονοπάτια πέρασε μέσα μου για να γραφτεί.

Filed Under: Excerpt

my ephemeral life

10th October 2019 By maria

“What interests me is to know what my ephemeral life in the world means, what the metaphysical dream is, which leads me to inner truth. Through my books I seek to find my intuition for the world and for existence. This is why I write. I try to depict life in its lost dimensions, to find the relation of soul with the Invisible, as it permeates the Visible, changing the aspect and the meaning of things”.

Filed Under: Quote

Εθισμός

10th October 2019 By maria

ΜΙΑ “ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗ ΟΜΙΧΛΗ”, που την άκουσα σε τηλεοπτική εκπομπή, με έβαλε σε σκέψεις. Ο επιστήμονας, που μιλούσε στην τηλεόραση, με σοβαρότητα την τοποθέτησε λίγο πριν από την μελαγχολία και την κατάθλιψη που δημιουργούν στο μυαλό τα social media. Και με απασχόλησε.

Ποιος αντέχει να δει όλο το φάσμα των ειδήσεων. Πρέπει να έχει κανείς εθισμό στο φρικαλέο και στο ειδεχθές για να μπορεί να ακούει ξανά και ξανά για το έγκλημα που έγινε. Και κάθε μέρα γίνονται πια δυστυχώς. Ξανά και ξανά για τον τρόπο που έγινε. Ξανά και ξανά για το τι είπε η θεία, η γειτόνισσα, η ερωμένη. Λες και “είδηση” είναι μόνο το φρικιαστικό. Να γίνονται τα νεύρα του τηλεθεατή τσατάλια.

Εθισμός. Αυτή είναι η λέξη.

Να εθιστεί ο ταλαίπωρος πολίτης αυτής της χώρας. Για να μην τρομάζει πια. Για να μη μας τρομάζουν οι τελετουργικές λεπτομέρειες με τις οποίες μας το σερβίρουν. Μόνον οι εφιάλτες της νύχτας δεν καταλαβαίνουν από εθισμό. Και φυτρώνουν στον ύπνο μας αδέσποτοι, αναπαράγουν μεταποιούν διογκώνουν το ειδεχθές.

Όμως χάθηκαν πια και κάποια “καλά;” Να πουν ένα δυο καλές ειδήσεις, να ανασάνει ο άλλος. Χτες μου είπε μια φίλη μου πως πιάστηκε η τσάντα της στην πόρτα του συρμού καθώς έκλεινε, και φώναξε σε μια επιβάτιδα που ήταν μέσα “σε παρακαλώ, δώσε μου την στην επόμενη στάση…”
Και με απίστευτη αγωνία κατεβαίνει στην “επόμενη στάση” γιατί στην τσάντα είχε όλα της τα πολύτιμα. Ψάχνει με τη ματιά να δει την επιβάτιδα. Δεν την βλέπει. Όμως ένα αγόρι γύρω στα δεκατρία την πλησιάζει. Είχε στον ώμο και τη σάκα του σχολείου. Ένα σχολιαρόπαιδο. Και ούτε σκέφτηκε να την πάρει και να εξαφανιστεί, όχι. Τη βλέπει που ψάχνει με αγωνία και της δίνει την τσάντα.

Τι όμορφο που είναι σαν στιγμιότυπο ζωής σε μια χώρα που μόνο για πόνο για απέραντο πόνο μιλά στις ειδήσεις της.

Όμως τον “εθισμό” δεν τον σκέφτηκε με σοβαρότητα. Ας τον φοβηθεί πρώτη η πολιτεία για τον πολίτη της. Γιατί αποτελεί μια βαθιά μια υποσυνείδητη αφετηρία εγκληματικότητας. Ο εθισμός. Η μη ελεγχόμενη ταύτιση. Που συνήθως καταλήγει σε μια επικύνδινη αδιαφορία.

Ένας ορισμός της ελευθερίας λέει πως: Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ του ενός τελειώνει εκεί που αρχίζει το δικαίωμα του άλλου.

Και με κάποιον προβληματισμό για την “διανοητική ομίχλη” και την “κατάθλιψη” και τον “εθισμό”.

Filed Under: Current affairs, μαρτυρία

Alzheimer's day

9th October 2019 By maria

Έστω και καθυστερημένα για την Παγκόσμια Ημέρα του ALZHEIMER, ας θυμηθούμε εκείνους που πόνεσαν, που πονάνε, χαμένοι σ’ έναν κόσμο φυγής.
Ας πούμε νοερά, σου κρατώ το χέρι, δεν είσαι μόνος.
Πόσο οδυνηρό είναι να βυθίζεται κανείς μέσα στην άννοια, να σβήνει σιγά σιγά σε μια βασανιστική σιωπή, μόνον εκείνος που χάνεται το γνωρίζει στις ελάχιστες στιγμές της διαύγειας. Και, μαζί, εκείνα τα πρόσωπα, τα αγαπημένα, που τον βλέπουν δίπλα τους ανυπεράσπιστο.

Με έναν στίχο από την Έρημη Χώρα του T. S. Eliot:

Τι θα κάνω τώρα; Τι θα κάνουμε πάντα;
Πιέζοντας μάτια δίχως βλέφαρα και περιμένοντας
ένα χτύπημα στην πόρτα

Ευνοημένοι από τη ζωή όσοι μπορούν ακόμα να περιμένουν ένα χτύπημα στην πόρτα!

Filed Under: Current affairs

Ελευθέρια της Λήμνου, 8 Οκτωβρίου

8th October 2019 By maria

Στη φωτογραφία το Θωρηκτό Αβέρωφ, όπως ήταν το 1913

“Σήμερον 3ην πρωίας, άγημα κατέλαβεν αναιμάκτως πρωτεύουσαν Λήμνου, Κάστρον. Η ελληνική σημαία υψώθη εις το Διοικητήριον”.
Παύλος Κουντουριώτης, 8 Οκτωβρίου 1912.

Το μεγαλοφυές στρατηγικό σχέδιο του Κουντουριώτη ήταν να ελευθερώσει πρώτη τη Λήμνο, για να την χρησιμοποιήσει ως “προκεχωρημένη βάση”. Και η απόβαση στο νησί γίνεται μέσα σε μεγάλη τρικυμία και με καταρρακτώδη βροχή.

Κάθε χρόνο, σε κάθε επέτειο, λέμε: Σήμερα που η χώρα μας περνά εθνική κρίση. Και κάθε φορά μια καινούρια απειλή προστίθεται. Όμως σήμερα που η κρίση πέρασε σε βαθύτερες υποστασιακές διαστάσεις, είναι ανάγκη να κρατηθούμε από την ιστορική μας μνήμη και από τον τεσσάρων χιλιάδων χρόνων πολιτισμό που γέννησε ο τόπος μας.

Θέλω να μείνω για λίγες μόνο στιγμές στους τυραγνισμένους εκείνους ανθρώπους του νησιού, τους σκλαβωμένους ακόμα ως εκείνη την ώρα, που άρπαξαν ευθύς τις κρυμμένες σημαίες, αυτές που τις φύλαγαν για αυτή την ιερή ώρα. Άρπαξαν τα ελάχιστα κρυμμένα όπλα που είχαν και έτρεξαν να πολεμήσουν μαζί με τους πολεμιστές του Κουντουριώτη, μπροστά, να τους δείχνουν τον δρόμο.
Είναι εκείνοι οι ωραίοι, εκείνοι οι ανώνυμοι, που γράφουν πάντα το πιο ουσιαστικό και το πιο ματωμένο κομμάτι της Ιστορίας, από τη διάσταση του λαού.
Ελάχιστος ο λόγος, που τον μεγεθύνει η ώρα της ιστορικής στιγμής, για να σκεφτούμε ίσως πως το ιερό δώρο της ελευθερίας που μας δωρίθηκε με τη θυσία εκείνων δεν το τιμήσαμε ή και το λησμονήσαμε στην ουσία του.

Θα ήθελα ακόμα να θυμηθώ τα λόγια του Κουντουριώτη, την ώρα που απέπλεε από το Φάληρο με τη ναυαρχίδα του, το θρυλικό θωρηκτό Αβέρωφ, για να πάει να ελευθερώσει τα επί τεσσερισίμισι αιώνες σκλαβωμένα νησια του Αιγαίου, τα ευλογημένα νησιά” όπως τα ονόμασε ο ποιητής.

“Πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της νίκης εναντίον του εχθρού του Γένους”, είπε.

Σήμερα έχουμε δεδομένο αυτό το άχραντο δώρο της ελευθερίας. Και στις βασανισμένες μέρες που περνάει η χώρα μας, συμπιεσμένη από εκείνους τους “ντυμένους φίλους” του ποιητή, γίνεται πιο συμπαγής η ανάγκη να κρατηθούμε από την ιστορική μας μνήμη.

Και δεν ξεχνώ πως σαν σήμερα, στα Ελευθέρια του νησιού, έγιναν τα εγκαίνια της Αίθουσας που μου πρόσφερε ο Δήμος Λήμνου, ο Δήμαρχος κύριος Δημήτριος Μαρινάκης. Ένας χρόνος πέρασε κιόλας. Και θυμάμαι την αγωνία εκείνων των ημερών, την αυτο-αμφισβήτηση, αλλά και τη συγκίνηση που έζησα. Η Αίθουσα σήμερα πιστεύω πως έχει γίνει πια κομμάτι της ζωής στον γενέθλιο τόπο μου. Και πάντα θα είμαι ευγνώμων γι’ αυτό.

Φίλοι μου, μια Καλημέρα γεμάτη Αιγαιοπελαγίτικες αύρες!

Filed Under: Current affairs

Copyright © 2023 Maria Lampadaridou Pothou - Site design by C. Sampalis - Supported by A. Skamagkis