«Με τα φτερά ενός Αγγέλου της Στάχτης»
«… κι ανάμεσα στους δύο κόσμους: Εκείνος
Είναι ο αθώος, ο μυημένος, που θα ζήσει τη μοναξιά,
την Ύβρι, την απόρριψη, αλλά και την περιπέτεια της
ευφυϊας του».
Σας παρακολουθώ από το 1973 που στο Εθνικό Θέατρο είχε παιχτεί “Ο Χορός της Ηλέκτρας”. Σας παρακολουθώ και διαπιστώνω ότι, καθώς εσείς και εγώ ωριμάζαμε, γίναμε μάρτυρες μιας μακριάς διαδρομής πολλών δεινών. Τα εισπράττει αυτά ο αναγνώστης από τα έργα σας;
Νομίζω, ναι – και όχι μόνο από τα δικά μου έργα. Για παράδειγμα, το μυθιστόρημά μου “Γκρίζα Πολιτεία”, που έδινε πριν τριάντα χρόνια την ταραγμένη δεκαετία του ΄60 -΄70, (ήταν τα γεγονότα του επαναστατημένου Μαϊου του ’68 στο Παρίσι) είναι «ζωντανό» μέχρι σήμερα. Πέρασε τα σαράντα κύματα – όταν πρωτοβγήκε χαρακτηρίστηκε πρωτοπορειακό, έμεινε στο ράφι κάμποσα χρόνια, το έκανε μπεστ σέλλερ ο Καλέντης. Όμως σήμερα υπάρχει στην πνευματική ζωή. Πάει να πει, ένα αναγνωστικό κοινό ενδιαφέρεται ακόμα για το μυθιστόρημα, για κείνα τα “δεινά” που λέτε, τον τρόπο με τον οποίο δόθηκε μια εποχή. Και το άλλο μυθιστόρημα “Σώμα θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες”, που πρωτοκυκλοφόρησε αρχές της δεκαετίας του ΄80, δίνει τον αγώνα της γυναίκας για αξιοπρέπεια και απελευθέρωση εκ των έσω, αλλά και τα βιώματα της χούντας. Τότε αυτά ήταν πράγματα που έκαιγαν. Και το βιβλίο «πουλάει» ακόμα ακάθεκτο. Θέλω να πω, πως σίγουρα – από τα βιβλία μου ή τα βιβλία άλλων συγγραφέων, δεν έχει σημασία – εισπράττει ο σημερινός αναγνώστης αυτά που εμείς βιώσαμε, η δική μας γενιά. Βέβαια σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει στον χώρο του βιβλίου, υπάρχει μια άλλη νοοτροπία, μια έλλειψη σεβασμού, όμως το έργο του καθενός δεν το αλλάζει καμιά αλλαγή. Αυτό από μόνο του γράφει την ιστορία του.
Δηλαδή, μπορεί να πει κανείς ότι ούτε εμείς ζήσαμε άδικα αφού σημαδευτήκαμε απ’ αυτά τα γεγονότα αλλά ούτε και οι αναγνώστες – οι νεότερες γενιές αναγνωστών που τα διαβάζουν – μπορούν να πουν ότι κάτι χάσανε αφού όσα δεν έζησαν τα βρίσκουν μετουσιωμένα στα βιβλία τα δικά σας και των άλλων λογοτεχνών που έχουν την ικανότητα να μεταφέρουν αυτές τις μαρτυρίες
Άλλο βιώνω ένα γεγονός και άλλο το διαβάζω μετουσιωμένο σε μυθιστόρημα. Νομίζω πως τα γεγονότα που τροφοδότησαν τη δική μας γενιά ήταν τόσο συνταρακτικά και καθοριστικά για τη διαμόρφωση της σημερινής κοινωνίας, που για χρόνια ακόμα θα τροφοδοτούν τη φαντασία των συγγραφέων. Τα γεγονότα ήταν περισσότερα απ’ όσα μπορούσε να καταναλώσει η εποχή. Και ανοίγουν διόδους στις καινούριες γενιές. Το βλέπεις στους νέους συγγραφείς, πώς προσπαθούν να προσεγγίσουν καταστάσεις που τις έζησαν μέσα από τη λογοτεχνία, όπως ο καιρός της χούντας, όπως η Κατοχή ακόμα, για να πάω πιο πέρα, όπως τα συλλαλητήρια με το «ένα ένα τέσσερα», οι εξορίες. Εμείς τα ζήσαμε αυτά. Όταν μου ζήτησε ο Λαδάς να μιλήσω για την εικοστή πρώτη Απριλίου – τότε ήμουν υπάλληλος του Υπουργείου Εσωτερικών – εγώ για να αποφύγω πήγα και έκανα εγχείριση σκωληκοειδίτιδας – χωρίς να έχω. Δεν ήταν εύκολο. Με χειρούργησε, θυμάμαι, ο Γιάννης Παπαδόπουλος, που ήταν στην αντιστασιακή ομάδα της χούντας. Εμείς τα ζήσαμε αυτά, τα περάσαμε στα βιβλία μας. Ύστερα, άλλαξαν τα πράγματα.
Σε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματά σας υπάρχει το υπερφυσικό στοιχείο, το υπερρεαλιστικό, Στη “Λάμπα θυέλλης”, στην “Έκτη Σφραγίδα”, και τώρα όπως πληροφορούμαι, ετοιμάζετε το καινούριο σας μυθιστόρημα που έχει τίτλο “Ο Άγγελος Της Στάχτης” και είναι το ταξίδι της ψυχής στον Άδη. Μιλείστε μας γι’ αυτό. Γιατί σας έλκει τόσο η μεταφυσική; Τι σημαίνει για σας;
Ναι, με έλκει η μεταφυσική. Πιστεύω πως αυτό που φαίνεται, το ορατό, είναι μόνο η πάνω άκρη των πραγμάτων. Η αλήθεια είναι αθέατη, σκεπασμένη την καταχνιά. Με γοητεύει, το αόρατο, το Αφανέρωτο. Αυτό το μυστηριώδες που κείται στο βάθος της ψυχής και που κομματάκι κομματάκι ανοίγουμε δρόμο να το φτάσουμε. Τούτο το καινούριο μυθιστόρημά μου είναι ο δρόμος που πετάει τις ομίχλες από πάνω του να φτάσει στην ψυχή.
Και γιατί “Άγγελος Της Στάχτης;”
Είναι το ταξίδι της ψυχής στον Άδη. Ο “Άγγελος Της Στάχτης” είναι ένα μυθιστόρημα που αγάπησα όσο κανένα άλλο. Αγάπησα τον νεκρό ήρωά μου, ένα σαγηνευτικό πλάσμα χίλιων χρόνων που αθώος περιπλανιέται ανάμεσα στον χρόνο και στην αιωνιότητα, ώσπου να γίνει άγγελος, ο Λυπημένος Άγγελος Της Στάχτης.
Ποιο είναι το θέμα του;
Συνεχίζει το τραγούδι του νεκρού αδερφού όμως πάει πιο πέρα, δημιουργεί έναν καινούριο μύθο που ανιχνεύει το Άδυτο της ψυχής στο μακρύ ταξίδι της στον Άδη.
Το κεντρικό πρόσωπο είναι ένας νέος άνδρας χίλιων χρόνων, ένας σύγγρονος Ορφέας που θα επιχειρήσει μια νέα Κάθοδο στον Άδη να βρει την αγαπημένη του. Στην ουσία, αυτό που ήθελα ήταν να δώσω την περιπέτεια της ψυχής στο μακρύ μοναχικό ταξίδι της, να προσεγγίσω την περιπλάνησή της. Γιατί τον κόσμο δεν τον κατοικούν μόνο οι ζωντανοί μα και οι νεκροί. Λοιπόν, από τη μια είναι ο τόπος των ψυχών, η αόρατη πολιτεία με τα μονοπάτια της καταχνιάς. Από την άλλη, πρόσωπα παρόντα, καθημερινά, ανυποψίαστα. Κι ανάμεσα στους δύο κόσμους: Εκείνος. Είναι ο αθώος, ο μυημένος, που θα ζήσει τη μοναξιά, την Ύβρι, την απόρριψη, αλλά και την περιπέτεια της ευφυϊας του που θα τον οδηγήσει σε μια αρχετυπική αυτογνωσία. Με άλλα λόγια, το μυθιστόρημα είναι μια ποιητική γεωγραφία του Άδη μετατοπισμένη στο τοπίο των ζωντανών. Ε, αυτό ήθελα να δώσω.
Στο κάτω, κάτω τι είναι ο χώρος των νεκρών; Λέω, δίπλα μας είναι. Σε μιαν απόσταση των χαμένων μας διαστάσεων. Έρχεται στα όνειρά μας. Πώς έρχεται αν δεν υπάρχει; Ο Ηράκλειτος λέει: “Ζων δε άπτεται τεθνεώτος εύδων”. Πάει να πει: “Εκείνος που κοιμάται αγγίζει στον ύπνο του τον χώρο των νεκρών”.
Κι ύστερα, ο “Άγγελος Της Στάχτης”, δεν είναι μόνο μια φανταστική περιπέτεια. Έχει στοιχεία από την ομηρική Νέκυια – τη Ραψωδία των νεκρών, από τη δημοτική ποίηση, τις ελληνικές παραδόσεις τις τόσο πλούσιες στο θέμα του νεκρού, την αρχαία φιλοσοφία ακόμα. Ήθελα, σε μια εποχή που ο θάνατος έγινε η πιο ευτελής πράξη, να δώσω ένα μυθιστόρημα που να μιλά για το αθάνατο κομμάτι της ψυχής, για την περιπλάνησή της στους αιώνες της προϋπαρξιακής διαδρομής της. Λέει η Ουϊννυ του Μπέκετ: “Αυτή η φωνή ανεβαίνει από αβύσσους…” Και σε άλλο σημείο: “Αναρωτιέμαι αν αυτό το μυαλό δεν έχει κιόλας περιπλανηθεί μέσα στην ατέλειωτη νύχτα της αβύσσου…”
Ομολογώ πως έχω αγωνία για το πώς ο αναγνώστης θα δεχτεί αυτό το μυθιστόρημα που περιγράφει την περιπέτεια της ψυχής στο ταξίδι της στον Άδη. ΄Ηθελα να πω πως έχει τρυφερότητα, έχει συμπόνια, ερωτική σαγήνη. Είναι ένα μυθιστόρημα όρκου και αγάπης που συνεχίζει για χίλια χρόνια την ιστορία του. Ένα μυθιστόρημα που στηρίζεται σε υπερφυσικά φαινόμενα και ταυτόχρονα δεν παύει να είναι καθημερινό, με ένα καθαρό ρεαλιστικό στοιχείο που ισορροπεί το υπερφυσικό.
Αυτά περίπου.
Δεν θα σας ενδιέφερε ένα από τα βιβλία σας να γίνει μεγάλο μπεστ σέλλερ;
Δεν στοχεύω εκεί. Όχι, βέβαια. Γράφω αυτό που με ενδιαφέρει εμένα και αν τύχει να κάνει και εμπορική επιτυχία, σίγουρα με ευχαριστεί. Τα μπεστ σέλλερ τα υποτιμούν συνήθως, ισοπεδώνουν την ποιότητά τους. Δεν είναι έτσι. Κάποιο μυθιστόρημα έχει εμπορική επιτυχία γιατί διεγείρει περιοχές της τρέχουσας καθημερινότητας, της συναισθηματικής περισσότερο. Κάποιο άλλο όμως, με την ίδια έννοια, διεγείρει περιοχές της ψυχής βαθύτερες, τον μαγνητισμό της διαίσθησης, αν θέλετε, την υποψία κάποιας άλλης αλήθειας, τις ευαισθησίες των υπαρξιακών ερωτημάτων ακόμα.
Πάντα, όταν βγαίνει ένα βιβλίο μου αισθάνομαι ανασφαλής και σαν εκτεθειμένη. Δίνω στον άγνωστο αναγνώστη αυτά που εγώ είχα ιερά στην ψυχή μου. Αυτό το θέμα του νεκρού αδερφού για παράδειγμα, το ταξίδι της ψυχής στον Άδη, με παίδευε χρόνια. Λοιπόν, τις ιερές στιγμές που έζησα με τα πρόσωπα του μυθιστορήματος, τώρα τις δίνω σε ένα άγνωστο κοινό και είναι σαν να δίνω την ψυχή μου. Άλλωστε αυτό συμβαίνει σε κάθε δημιουργία.
Δημοσιεύτηκε στη Ραδιοτηλεόραση στις 10 – 16 Νοεμβρίου 2001 με τίτλο: «Με τα φτερά ενός Αγγέλου της Στάχτης»
Ο Γιώργος Χατζηδάκης είναι σκηνοθέτης, συγγραφέας θεατρικού δοκιμίου