• Skip to main content
  • Skip to secondary navigation

Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου

poet novelist playwright

  • el
  • en_GB
  • βιογραφικό
  • Μυθιστορήματα
    • Παιδικά
  • Ποίηση
    • Ποιητική πρόζα
  • Δοκίμιο
    • Μεταφράσεις
  • θέατρο
    • παραστάσεις έργων
    • Δημοσιεύσεις έργων
  • in English
  • Επικαιρότητα
  • Δημοσιεύσεις Μαρίας
    • Μελέτες και Ομιλίες
  • Συνεντεύξεις
    • Εργαστήρι του συγγραφέα
  • άρθρα για την Μαρία
    • Ομιλίες για το έργο της
    • Επιστολές, αναρτήσεις
    • διδακτορικά
  • Εκδηλώσεις
    • Σχολεία
  • “ἁρμονίη”
  • facebook
  • wikipedia

Αποσπάσματα από το βιβλίο “Ο Άγγελος της Στάχτης”

Έβρεχε ακόμα, όταν ο Φοίβος Δαλέζιος έφτασε στις Αιδές, τη μικρή πόλη κοντά στο ποτάμι με τους νάρκισσους.

Φορά γρήγορα το αδιάβροχό του και στέκεται στο πλακόστρωτο του σταθμού, με τη βαλίτσα στο χέρι. Ένα σύννεφο ομίχλης τον τυλίγει, μια καταχνιά, δεν βλέπει τίποτα. Τα δέντρα τυλιγμένα στις υδάτινες ροές μοιάζουν να χορεύουν στον ρυθμό της καρδιάς του. Ανυπομονεί να φτάσει μια ώρα αρχύτερα σ’ εκείνο το πέτρινο σπίτι, το μοναχικό, που τρία χρόνια πριν το ’χε δει κι ένιωσε μια παράξενη έλξη – ένα σπίτι που έμοιαζε περισσότερο με σωρό ερειπίων. Όμως τον είχε μαγέψει το τοπίο. Νάρκισσοι και ασφοδελοί και λεύκες πανύψηλες και νερά μιλητικά αναριγούμενα, που χύνονταν από τρεις ποταμούς σε μιαν απέραντη λίμνη. Ένα τοπίο υγρό και μαλακό, εύθρυπτο, που το τύλιγαν ονειρικά οι κινούμενες δέσμες της ομίχλης. Εκεί, έρημο σαν εγκαταλειμμένο ήταν το σπίτι. Και το αγόρασε ευθύς. Αυτό θέλω, είπε, εδώ θα έρθω να μείνω μια μέρα, όταν θα είμαι απελπισμένος ή ερωτευμένος. Τρομάζει. Είμαι και τα δυο. Ή μήπως μόνον κουρασμένος; Το σώμα του πονάει ακόμα από τις ερωτικές νύχτες. Πονάει από θυμό και πόθο. Εδώ θα ξαναβρώ τη χαμένη ψυχή μου, μουρμουρίζει και προσπαθεί ν’ αποδιώξει τη σκέψη. Δεν θέλει τώρα, μούσκεμα στη βροχή, σ’ έναν σταθμό επαρχιακό στην άκρη του κόσμου, να θυμάται τη Μόιρα και την τελευταία νύχτα μαζί της στις όχθες του Σηκουάνα. Κι ούτε τον αγαπητό του Έκτορα θέλει να σκέφτεται, τον επιστήθιο φίλο και συνεργάτη, που τον πρόδωσε. Η σκέψη ακίνητη. Πονάει. Ε, ναι, ήταν προδοσία να προτιμήσει άλλον μουσικό για την καινούρια ταινία του.

Ένας αόριστος φόβος ξαφνικά. Μήπως αρχίζω να γερνώ; «Θέλει ταξί ο κύριος; Καρότσι; Προς τα πού πάτε;»

Η φωνή μετέωρη. “You are English? French?” Στρέφει το κεφάλι και βλέπει έναν άνδρα ψηλό, πρόσωπο τραχύ και ευγενικό μαζί, μάτια καθαρά. Τινάζει γρήγορα τη βροχή από πάνω του, και προσπαθεί να δείξει λιγότερο αφηρημένος. «Στο σπίτι κοντά στο ποτάμι με τους νάρκισσους…» λέει, σε άπταιστα ελληνικά.

Οι γονείς του ήταν Έλληνες, και την παιδική ηλικία του την είχε ζήσει χαμηλά προς τον Κολωνό, σε μια φτωχική συνοικία. Ο ίδιος ένιωθε ως το κόκαλο Έλληνας, κι ας είχε ανδρωθεί μέσα στις επαναστάσεις των παρισινών Μαΐων. Σήμερα θα έλεγε πως πατρίδα του είναι η μουσική. «Μα πώς… πώς… αυτό το σπίτι δεν κατοικείται…»

Στο βλέμμα του η δυσπιστία.

Copyright © 2023 Maria Lampadaridou Pothou - Site design by C. Sampalis - Supported by A. Skamagkis