Ευλογημένο ό,τι ανοίγει δρόμους υπέρβασης στην ψυχή
μας. Ακόμα κι αν πρέπει να περπατήσουμε την άβυσσο για να
βγούμε στο άλλο φως.
Το άλλο φως αναζήτησα με πάθος στο μάκρος της ζωής
μου. Γιατί το ’νιωθα πως εκεί ήταν η ρωγμή της κοσμικής μου
αλήθειας. Και πάντα μας κάνει ευάλωτους αυτό το ασίγαστο πάθος
των υπαρξιακών ερωτημάτων που μέσα τους γνωρίσαμε τη
σαγήνη και το ιερό.Το βιβλίο που έγραψα στη δεκαετία του ’80 “Samuel Beckett
– Η εμπειρία της υπαρξιακής οδύνης”, ένα βιβλίο σημαδεμένο
από το πένθος και το Ακατανόητο της ύπαρξης που βίωνα εκείνο τον καιρό, ήταν η προσωπική μου καταβύθιση μέσα στην αγωνία αυτών των υπαρξιακών ερωτημάτων που με οδήγησαν στην Υπέρβαση και στο Ιερό.
Με τόσο πάθος το έγραψα, με τόση αγωνία να λάβω μία
απάντηση από τα βάθη της αβύσσου, που σήμερα αισθάνομαι
δέος μπρος στο γεγονός ότι το βιβλίο αυτό θα κυκλοφορήσει
ξανά. Ύστερα από είκοσι πέντε χρόνων σιωπή.
Κάποτε έλεγα, τα βιβλία γράφονται στη μοναξιά του χρόνου
και στη σιωπή. Σήμερα λέω, γράφονται στο Άδυτο της ψυχής. Γράφονται
πριν μετουσιωθούν σε λόγο. Σ’ εκείνη την ευάλωτη περιοχή της ψυχής που διαισθάνεται και πονεί. Που μεταποιεί σε λόγο το Άδηλο.
Τίποτα δεν θέλω να αλλάξω από το βιβλίο εκείνο. Τα κείμενα που γράφονται μέσα στο πένθος της ύπαρξης, αναζητώντας ένα ελάχιστο σημάδι από την άλλη αλήθεια, από τον άλλη διάρκεια, για να σε οδηγήσει σε μια υπέρβαση λυτρωτική, κρατούν μέσα τους και πέρα από τις λέξεις το αφανέρωτο
ιερό. Κι εγώ δεν θα διαταράξω την εύθραυστη σιωπή του.
Μόνο κάποια ελάχιστα θα προσθέσω. Ένα κείμενο που
έγραψα ημέρα του θανάτου του Σάμουελ Μπέκετ και δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία. Και ένα ακόμα επετειακό, στο ξημέρωμα της χιλιετίας. Αυτό το δεύτερο αφορούσε στην μετά τον θάνατό του προσέγγισή μου στη μεγάλη του διάνοια και αναφερόταν στη νέα μορφή αξιολόγησης του έργου του, σήμερα, από τη διάσταση της κλινικής ψυχανάλυσης. Ίσως και ένα κείμενο που το γράφω για το εργαστήρι του Fractal επετειακό των εικοσιπέντε χρόνων από τον θάνατό
του.
Κοιτάζοντας από την απόσταση του χρόνου το βιβλίο μου αυτό, αισθάνομαι ευγνωμοσύνη που μπόρεσα και το έγραψα.
Περπάτησα με πάθος ιερό πάνω στην ανυπέρβατη καμπύλη
της αβύσσου, που γεωγραφεί το μεγάλο έργο του, και μπόρεσα
να βρω τις πηγές και τα βαθιά υπαρξιακά κοιτάσματα της
αγωνίας του.
Θα προσθέσω και κάποια μικρά αποσπάσματα από τα πολύτιμα γράμματά του που έχω. Πάνω από δυο δεκαετίες είχα αλληλογραφία μαζί του. Δεν είχα κρατήσει αντίγραφα των δικών μου επιστολών και δεν θυμούμαι τι του έγραφα.
Όμως αυτά που του έγραφα, όπως τα έγραφα, πρέπει να τον
ενδιέφεραν. Γιατί εκείνος ζήτησε να του στείλω ένα θεατρικό
μου έργο να το διαβάσει – και τόλμησα να του στείλω το
‘‘Γυάλινο Κιβώτιο’’, που το βρήκε είπε “πολύ ενδιαφέρον”
και το έστειλε ευθύς στον Jan Lui Barraux να το ανεβάσει
στο Teatre D’ Orsé, όπου τότε ήταν διευθυντής. Κι ακόμα,
εκείνος με κάλεσε να με γνωρίσει. Και η συνάντηση μαζί του
ήταν η πιο συγκλονιστική εμπειρία της ζωής μου. Και μιλάμε
για έναν άνθρωπο τόσο ερμητικά κλειστό και ασκητικό, τόσο
απρόσιτο.
Θυμούμαι, όταν δέχτηκε το βραβείο Νόμπελ, το 1969, για
να αποφύγει τους δημοσιογράφους, είχε πάει στο Παλέρμο.
Και εγώ του έγραψα να τον συγχαρώ και μου απάντησε από
εκεί. Στο γράμμα του εκείνο μου είχε γράψει τη φράση “Les
livres ne m’ arrivent pas dans mes errences”. “Τα βιβλία δεν
μου έρχονται στις περιπλανήσεις μου”. Ήταν λίγο πριν που
του είχα στείλει το “Γυάλινο Κιβώτιο” και τον ρωτούσα αν το
είχε λάβει.
Και ο λόγος του αυτός από τότε απασχολεί το μυαλό μου.
Γράφει: “dans mes errences” στο γράμμα του. Και όχι “στα
ταξίδια μου”, που θα ήταν πιο φυσικό.
Όμως στη ζωή του Μπέκετ, όπως και στο έργο του, υπήρχε
η έννοια της “περιπλάνησης”. Ο άνθρωπος πάνω στη γη
είναι ένας περιπλανώμενος, ένας “φυγάς θεόθεν και αλήτης”
κατά την έκφραση του Εμπεδοκλή, “και εγώ νυν ειμί φυγάς
θεόθεν και αλήτης”, όταν “αλήτης” έχει την έννοια του
περιπλανώμενου εγκόσμια.
Αλλά βρίσκω ακόμα στη λέξη “errences” που χρησιμοποίησε, πόσο ταυτισμένος ήταν ο ίδιος με τη μοίρα των θεατρικών του προσώπων.
Βαθιά στην ψυχή μου αισθάνομαι ευλογημένη που γνώρισα τον Σάμιουελ Μπέκετ, όπως τον γνώρισα.
Και λίγο μετά ήρθε η συνεργασία μου με τον Οδυσσέα Ελύτη, όταν με τη
βοήθειά του έγραψα το βιβλίο μου “Οδυσσέας Ελύτης – Ένα όραμα του κόσμου” και του πήγαινα κάθε που τέλειωνε ένα κεφάλαιο να το δούμε μαζί. Ήταν λίγο μετά τη βράβευσή του με το βραβείο Νόμπελ. Και είχε μείνει κι εκείνος το ίδιο ταπεινός και ασκητικός μετά τη μεγάλη βράβευση, όπως ο
Σάμουελ Μπέκετ.
Η ποίηση του Ελύτη με βοήθησε να βγω από την ανυπέρβατη άβυσσο όπου με είχε εγκλωβίσει το έργο του Μπέκετ, που ουσιαστικά εξέφραζε τα υπαρξιακά αδιέξοδα της δυτικής διανόησης και φιλοσοφίας. Με βοήθησε να βρω τις ελληνικές ρίζες μου στα υπερβατικά οράματα των Ιώνων φιλοσόφων.
Γράφτηκε για το Εργαστήρι του Fractal, όταν ετοιμαζόταν να επανακυκλοφορήσει το βιβλίο, τον Νοέμβριο 2014