Ο ήλιος της δικαιοσύνης
Ιδού εγώ
στρουθίον μονάζον επί δώματος
περιβάλλομαι τα ράκη της εγκοσμιότητάς μου
να σου ανταποδώσω τον φόβο και τον έλεο
«Επί πτερύγων ανέμων»
Εκείνη. Γκρίζα, άβαφα μαλλιά, δάχτυλα τυλιγμένα τη σιωπή, βλέμμα της
απουσίας.
« Μοναξιά θα πει να μη σε χρειάζεται κανείς…», και προσπαθεί να καταλάβει.
Τούτη η πραγματικότητα της ζωής της έγινε πολύ εύθραυστη… μια ερειπωμένη αίσθηση και την πονά σαν αμφισβήτηση.
Ρίχνει τη δαντελένια μπέρτα στους ώμους της και ανοίξει το παράθυρο.
Είναι Χριστούγεννα σήμερα. Λευκά, χιονισμένα, σαν παιδικό παραμύθι.
Δεν την αντέχει τούτη τη μέρα. Μια λύπη πάντα, αόριστη, μια ανάγκη
φυγής, σαν νοσταλγία του αδύνατου.
Με τη μοναξιά να κρέμεται από τους ραγισμένους τοίχους σαν δάκρυα
της λήθης. Τα δάχτυλά της κοκαλωμένα και τρέμουν. Κάποιος την κορόιδεψε. Ο χρόνος.
Τι ήταν για κείνη η μαγική νιότη, που έφυγε έτσι, ξαφνικά, δεν κατάλαβε.
Χάθηκαν όλα τα πρόσωπα που αγάπησε, χάθηκαν.
Η λέξη πέφτει μέσα της σαν κομμάτι σπασμένο γυαλί και τρομάζει.
«Χάθηκα κι εγώ, χάθηκα…μόνο που δεν ξέρω ακριβώς πού…»
Πατά το κουμπί στο ραδιόφωνο. Ο ψαλμός χαμηλός:
«Ανέτειλεν ο Ήλιος της δικαιοσύνης…»
Απορεί.
Τι λόγος, θεέ μου…Πρώτη φορά τον εννοεί. Κλείνει γρήγορα το
ραδιόφωνο. Θέλει να σκεφτεί τώρα, να δει καθαρά. Ποιο είναι το νόημα;
Μήπως χάθηκε εκεί…κάπου εκεί; Ξαφνικά έχει ανάγκη από ’να νόημα,
που να σημαίνει τον ΄Ηλιο της Δικαιοσύνης.
Πατά πάλι το κουμπί, κι ο ψαλμός γαληνευτικός:
«Και σε γιγνώσκειν εξ ύψους Ανατολήν…»
Τρομάζει.
Πρώτη φορά, ναι, προσέχει τούτον τον θεόρατο λόγο, «εξ ύψους Ανατολήν!»
Τούτο το φως, τούτη τη λυκαύγεια ενός ύψους άγνωστου πρώτη φορά τη
συλλογίζεται. Τα σωθικά της γαληνεύουν, θαρρείς, ημερεύουν.
Μια λέξη να κρατηθεί, ένα όνομα να το φωνάξει μέσα στη νύχτα. Κοιτάζει
από το παράθυρο τον χιονισμένο κήπο και χαμογελά.
Της φαίνεται λιγότερο οδυνηρή η ομορφιά, τούτη η ομορφιά που πληγώνει
όταν μέσα σου κατοικεί η ΄Ερημος.
Μπότες, ομπρέλα, αδιάβροχο.
Οι άνθρωποι βαδίζουν παράλληλα, πάνω σε μοναξιές παράλληλες.
Δεν έχει παρά ν’ απλώσει το χέρι…, συλλογίζεται.
Και πάλι χαμογελά.
Έθνος της Κυριακής, 24 Δεκεμβρίου 1994
Το θέμα ήταν: «Χριστουγεννιάτικες μέρες»
Δημοσιεύτηκε με τίτλο: “Ο Ήλιος της Δικαιοσύνης”