Αγαπητή κυρία Λαμπαδαρίδου Μαρία,
Στα πλαίσια έκδοσης του περιοδικού του σχολείου μας σκεφτήκαμε να πάρουμε συνέντευξη από εσάς, γιατί σας θεωρούμε αξιόλογη συγγραφέα και πιστεύουμε ότι μπορείτε μέσα από τις απαντήσεις σας να περάσετε κάποια μηνύματα που θ’ αγγίξουν τις ψυχές των μαθητών.
Σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων για το χρόνο που θα διαθέσετε και για τη συμμετοχή σας στη φιλόδοξη προσπάθειά μας.
Γνωρίζουμε πως κατάγεστε από τη Λήμνο. Συχνά κάνετε αναφορές στο νησί σας. Τι είναι αυτό που σας αρέσει πιο πολύ στη Λήμνο και τι είναι αυτό που σας πληγώνει;
Ο τόπος όπου ζήσαμε την παιδική μας ηλικία, ο τόπος όπου ονειρευτήκαμε παιδιά αλλά και πονέσαμε τον πρώτο μας πόνο, με τα χρόνια γίνεται ιερός στην ψυχή μας. Μοιάζει τόπος μυθικός, τόπος μαγικός, όπως και οι μνήμες της ζωής μας που κουβαλάει. Ποτέ, όταν επιστρέφω στη Λήμνο, δεν μπορώ να δω τον εαυτό μου στην ηλικία που βρίσκομαι σήμερα. Και ποτέ δεν μπορώ να δω τους δρόμους της και τις αλάνες, όπως είναι σήμερα. Χωρίς να το θέλω, αφαιρώ το χρόνο, αφαιρώ την αλλαγή, και περιπλανιέμαι σε χώρους χαμένους αλλά και μαγικά παρόντες μέσα από τη μνήμη.
Αυτό που μας πληγώνει είναι πάντα αυτό που πολύ αγαπήσαμε. Κι εγώ πολύ αγάπησα τον τόπο μου. Κι από μιαν άποψη, μου την ανταπέδωσε την αγάπη. Είναι σαν την αγάπη της μάνας. Μόνο μέσα από αυτή μπορείς να κατακτήσεις τα όνειρά σου ή και τον εαυτό σου. Το ίδιο συμβαίνει και με τον τόπο. Μόνο πατώντας πάνω του, νοερά, μπόρεσα και έγραψα αυτά που θεωρώ σημαντικά για μένα.
Πολύ μεγάλη εντύπωση μάς έκανε το βιβλίο σας «Μαζεύω τα υπάρχοντά μου», γιατί αναφέρεστε στην πορεία της ζωής σας μέσω της ποίησης. Για ποιο λόγο κάνατε μια τόσο μεγάλη εκμυστήρευση στο κοινό σας;
Σίγουρα η προσωπική ζωή του συγγραφέα πρέπει να παραμένει σε μια ιερή απόσταση από αυτά που γράφει. Και με είχε βασανίσει πολύ η σκέψη αν έπρεπε να δημοσιεύσω τα βιογραφικά εκείνα κείμενα στο “Μαζεύω τα υπάρχοντά μου”. Όμως όταν έχεις δώσει σαράντα τόσα βιβλία. Όταν έχεις μοιραστεί με τον αναγνώστη τις πιο μύχιες υπαρξιακές σου αγωνίες, τους μεταφυσικούς σου φόβους, τις ανασφάλειες, τη διαίσθησή σου για τον κόσμο και για την ύπαρξη, έρχεται μια στιγμή που αισθάνεσαι την ανάγκη να μιλήσεις πιο ανοιχτά μαζί του, πιο προσωπικά. Ή μπορεί και να το έκανα για μένα. Κάποια στιγμή, ένιωσα την ανάγκη να σκύψω μέσα μου να δω ποια πράγματα χάραξαν την ψυχή μου. Και γιατί. Ή, να το πω αλλιώς, ποια πράγματα φυλάει ιερά η ψυχή στο μάκρος της ζωής μας. Και αυτά δεν είναι ούτε τα πιο σπουδαία ούτε τα πιο λαμπερά, αλλά τα πιο ταπεινά που, πολλές φορές, είναι και τα πιο ουσιώδη. Είναι μια διαλεκτική σκέψης που ανοίγει δρόμους στην ψυχή για να κατανοήσεις αυτό που το προσπέρασες κάποια στιγμή. Τα βιογραφικά μου στοιχεία θεωρώ πως είναι περισσότερο μια ανίχνευση της όρασης, μια προσπάθεια διείσδυσης στο άδηλο που μας εξουσιάζει, για να δω πώς βίωσα εγώ η ίδια κάποιες έννοιες. Κάποια γεγονότα που με χάραξαν, όπως είπα. Κάποιες μεταφυσικές αλήθειες που άλλαξαν τη ζωή μου.
Από πολλούς χαρακτηρίζεστε ως αισθαντική ποιήτρια, στοιχείο που επιβεβαιώνεται μέσα στο έργο σας. Πιστεύετε ότι ανταποκρίνεται ο χαρακτηρισμός αυτός στο πρόσωπό σας;
Τους θεωρώ φτωχούς τους χαρακτηρισμούς. Ούτε μόνο η αισθαντικότητα μπορεί να χτίσει ένα πνευματικό έργο. Ούτε μόνη η διανόηση. Και τίποτα δεν είναι πιο αληθινό από αυτό που διαισθάνεται το πνεύμα όταν βρίσκεται μπρος στην αλήθεια. Είναι μια λειτουργία βαθύτερης ενέργειας, διαίσθησης ή μύησης, που οδηγεί τον κάθε άνθρωπο στην προσωπική του δημιουργία.
Έχετε «γνωρίσει» στη διαδρομή σας σημαντικές προσωπικότητες της Ελληνικής και της Παγκόσμιας λογοτεχνικής σκηνής. Πόσο επηρεαστήκατε από αυτές τις «γνωριμίες»;
Αν αναφέρεστε στον Σάμουελ Μπέκετ, θα έλεγα πως ναι, επηρέασε τον τρόπο της σκέψης μου. Από τότε που είχα μεταφράσει το έργο του “Ω οι ωραίες μέρες”. Ο λόγος του, αυτός ο γυμνός, υπαρξιακός λόγος, που τον είπα ποίημα στην ύπαρξη, άνοιγε δρόμους μέσα μου να βρω τα δικά μου μονοπάτια. Ήταν ένας σεμνός ασκητικός άνθρωπος. Ακόμα θυμάμαι το σκυμμένο του πρόσωπο, όταν τον είχα συναντήσει, και τα λόγια του “δεν έκανα τίποτα, οι άλλοι λένε…” Αλλά και η γνωριμία μου με τον Οδυσσέα Ελύτη ήταν σημαντική στη ζωή μου. Όταν έγραφα το βιβλίο μου για την ποίησή του, έτυχε να τον γνωρίσω από κοντά. Δυο χρόνια αφιέρωσα για να γράψω το βιβλίο αυτό με τη δική του βοήθεια.
Μπορώ να πω όμως πως και κάποιοι απλοί ταπεινοί άνθρωποι με επηρέασαν με τον τρόπο τους. Εκείνο που μετρά σε έναν άνθρωπο είναι η ποιότητα της αντίληψής του, η καθαρότητα, αν θέλετε, της ψυχής του. Έχω γνωρίσει ταπεινούς ανθρώπους που με συγκίνησαν πολύ περισσότερο από σπουδαία ονόματα.
Η πρώτη σας ποιητική συλλογή χαρακτηρίστηκε από τον Οδυσσέα Ελύτη «ώριμη». Σηματοδότησε η κριτική αυτή την πορεία σας;
Τότε ήμουν πολύ νέα. Ζούσα σε ένα απομονωμένο νησί με λιγοστά βιβλία. Με δύσκολη πρόσβαση στην Αθήνα. Επόμενο ήταν να μου δώσει την αυτοπεποίθηση που είχα ανάγκη για να προχωρήσω.
«Τα θαύματα θυμώνουν, όταν δεν τα πιστεύεις». Ποια μηνύματα θέλετε να περάσετε μ’ αυτή τη φράση;
Πάντα πίστευα πως ο εαυτός μας κρύβει ανεξάντλητες δυνάμεις που δεν έχουμε τον τρόπο να αξιοποιήσουμε. Στις δύσκολες μέρες που βιώνει ο τόπος μας, μπορεί πρώτη εγώ να είχα ανάγκη να κρατηθώ από το θαύμα. “Πες στο λουλούδι ν’ ανθίσει! Το λουλούδι θα σε υπακούσει. Και έτσι είναι!” Ακατανόητο. Όμως αυτό είναι το θαύμα. Πιστεύεις στο αδύνατο. Το προκαλείς. Κι αυτό γίνεται. Ή πιστεύεις ότι γίνεται γιατί το δημιουργείς με τη δύναμη του νου σου. Ο Αναξαγόρας λέει: “τον μεν νουν κινούνται την δε ύλην γενομένην” Ο νους που κινεί και η ύλη που “γίνεται” από την εντολή του νου. Κάπως έτσι.
Στο τελευταίο σας βιβλίο «Ζωή, μια μέρα μόνο» μιλάτε για το χρόνο που παλιρροεί και αφήνει μια μεγάλη κηλίδα έρεβος, που το λένε μνήμη. Μπορείτε να μας το αναλύσετε περισσότερο;
Πέρα από τη μνήμη την κοσμική, τη μνήμη του αίματος, πέρα από τη μνήμη τη σωματική ή τη μνήμη της εφήμερης ανθρώπινης περιπέτειας, υπάρχει και η μνήμη η χαμένη στα τρίσβαθα, η κοσμογονική, που μόνο πάνω στις παλίρροιες του χρόνου μπορεί να ψηλαφίσει κανείς (νοερά) την εγγραφή της. Όταν λοιπόν μιλάμε για τον μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης, επόμενο είναι να αναφέρομαι σε μια μορφή μνήμης που μοιάζει με “κηλίδα από έρεβος” πάνω στις παλίρροιες του χρόνου.
Ποια άλλη μνήμη θα μπορούσε να φέρει σήμερα μέσα του ο άνθρωπος από το πέρασμα του Ορφέα και της Ευρυδικης! Ο λόγος έχει μια μεταφορική έννοια.
Τα θεατρικά σας έργα έχουν παιχτεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πώς νιώθετε, όταν τα βλέπετε επί σκηνής;
Δεν νομίζω πως είδα στη σκηνή και πολλά θεατρικά μου έργα. Ωστόσο και τα λίγα που είδα μου έδωσαν μια δυνατή συγκίνηση. Βλέπεις τα πρόσωπα που έπλασες στη μοναχική σου ώρα να παίρνουν σάρκα και οστά, να υπάρχουν. Κι αυτό είναι μπορώ να πω συναρπαστικό.
Πιστεύετε ότι η σημερινή κρίση επηρεάζει τον τομέα της λογοτεχνίας;
Η σημερινή κρίση επηρεάζει ολόκληρη τη ζωή μας. Την ευτελίζει. Και ο Έλληνας είναι από τη φύση του υπερήφανος. Δεν του ταιριάζει η ευτέλεια στην οποία τον έφεραν κακές ή λανθασμένες συγκυρίες.
Όμως εμείς οι ίδιοι, εδώ και δεκάδες χρόνια τώρα, αποδυναμώσαμε την ελληνικότητά μας και τον πολιτισμό μας. Ο πολιτισμός είναι δύναμη. Η μόνη δύναμη με οικουμενικότητα. Και πιστεύω πως αυτή τη δύναμη δεν την αξιοποιήσαμε σωστά. Πολιτισμός δεν είναι τα όσα έτοιμα μας δόθηκαν. Πολιτισμός είναι η αντίληψή μας για τον πολιτισμό. Και η σημερινή κρίση πιστεύω πως πριν απ’ όλα είναι μια κρίση αξιών. Μακάρι εσείς που είστε νέοι άνθρωποι να οραματιστείτε μια αναγεννημένη Ελλάδα, με τη μοίρα που της αξίζει, με καθαρή ελληνικότητα, με σεβασμό στους αγώνες του γένους. Με σεβασμό στα ιδανικά που γέννησαν τους αγώνες αυτούς. Μακάρι να αγωνιστείτε γι’ αυτό.
Ποια θα πρέπει να είναι η στάση των πνευματικών ανθρώπων στις δύσκολες καταστάσεις που βιώνει ο τόπος μας;
Καθένας με τον δικό του τρόπο, με τη δική του δημιουργία, ή και συλλογικά σαν διαμαρτυρία, ο πνευματικός άνθρωπος είναι από τους πρώτους που έχει χρέος να διαφυλάξει ακλόνητη την πίστη του στις αξίες του τόπου μας, στην ιστορία του και στον μεγάλο πολιτισμό του, πάνω στον οποίο στηρίχτηκε η Ευρώπη για να θεμελιώσει τις δικές της αξίες.
Κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Υπήρξαν πολλοί σπουδαίοι συγγραφείς, φιλέλληνες, που αφιέρωσαν τη ζωή τους γράφοντας για το ελληνικό πνεύμα και την ιστορία του τόπου μας. Αλλά και για το πώς το πνελυμα αυτό επηρέασε τη δική τους ζωή. Όπως ο sir Steven Runciman, ο George Thomson, ο George Steiner και πολλοί άλλοι. Ο Steiner, που είναι σύγχρονος διανοητής και καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, είπε: “There is indeed a motion of ‘homecoming to ancient Greece’ in western thought and speech. To articulate experience grammatically, to relate discourse and meaning as we do, is to ‘be Greek”’* .
*(George Steiner, ANTIGONES – The Antigone myth in Western literature, art and thought, Oxford University Press, 1984, p. 135.}
Δημοσιεύτηκε στο σχολικό περιοδικό της Καρδίτσας γύρω στο 2013