Η δραματουργός από την αρχή του έργου ετοιμάζει την πτώση του Αίγισθου, δίνοντας το μήνυμα της πτώσης της δικτατορίας
Ο Χορός της Ηλέκτρας της Μαρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου αποτελεί το επόμενο προς εξέταση έργο που το διακρίνουν οι πολιτικοί υπαινιγμοί και αναφορές σε μία ζοφερή για την Ελλάδα περίοδο, αυτή της επταετίας 1964-74.
1 Η χώρα εν μέσω πολιτικών παθών2 έφτασε στη κίνημα της 21ης Απριλίου 1967, το οποίο εξέφρασε την αντίδραση του απειλούμενου από την νέα πολιτική κατάσταση, που διαμόρφωσε η Ένωση Κέντρου, συστήματος εξουσίας της μετεμφυλιακής περιόδου. Από την πρώτη μέρα της επιβολής του νέου καθεστώτος ο ελληνικός λαός της Αθήνας είδε έντρομος τα μέσα καταστολής που θα χρησιμοποιούσε: τανκς, στρατιωτικά οχήματα και περιπολίες στρατιωτικών στους δρόμους δεν άφηναν αμφιβολία ότι τη νύχτα που πέρασε είχε «γεννήσει» στη χώρα την πιο τυπική ίσως μορφή στρατιωτικής δικτατορία που είχε γνωρίσει, η οποία όμως δεν διακρινόταν για τον σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό της. Αντίθετα οι πρακτικές άσκησης της εξουσίας απέβλεπαν σε συγκεκριμένους στόχους: εκτοπίσεις αντιφρονούντων, εκκαθαρίσεις στους κόλπους των Ενόπλων Δυνάμεων, απαγορεύσεις συναθροίσεων, λογοκρισία. Βέβαια στα χρόνια αυτά παρουσιάστηκε μία οικονομική ευημερία που αποδίδεται σε μία κεκτημένη δυναμική των προηγούμενων χρόνων. Πέρα όμως από αυτό δεν πρέπει να υποτιμηθεί η ενθάρρυνση κατασκευών, ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, μικρομεσαίων μονάδων, ανάπτυξη γεωργίας.3
Η Λαμπαδαρίδου χρησιμοποιώντας τις σταθερές του μύθου των Ατρειδών και πιο συγκεκριμένα της Ηλέκτρας περνάει σε ένα νέο μεταγλωσσικό επίπεδο όπου τον ανασηματοδοτεί με τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα της εποχής της.4
Το έργο γράφτηκε το 1969 και ανεβάστηκε από τη Νέα Σκηνή Εθνικού Θεάτρου στις 10 Νοεμβρίου 1971, περίοδο που η δικτατορία των συνταγματαρχών είχε εδραιώσει την εξουσία της.
Η πρώτη του υποδοχή από το καθεστώς ήταν η απαγόρευση εξαιτίας του πολιτικού περιεχομένου. Μετά από επιστολή της Λαμπαδαρίδου και του διευθυντή του ΕΘνικού Θεάτρου προς την επιτροπή λογοκρισίας που διαβεβαίωνε ότι το περιεχόμενο του έργου είναι “η έξοδος από τον κύκλο του αίματος προς την ακέραια αίσθηση της Αγάπης” τελικά επιτράπηκε το ανέβασμά του.5
Η τυραννική φιγούρα του Αιγίσθου προβάλλει ήδη από την αρχή του έργου με ένα απεικονιστικό τρόπο σήμανσης που τον απεκδύει από την αρχετυπική του εμφάνιση προκειμένου να τον καταστήσει μία persona της σύγχρονης εποχής περιβεβλημένη με όλους τους πολιτικούς συμβολισμούς που υποβάλλει το καθεστώς της δικτατορίας. Η συνεργασία του σκηνοθέτη Λ. Κωστόπουλου και του σκηνογράφου- ενδυματολόγου Δ. Φωτόπουλου έντυσαν τον ήρωα με τη στολή Συνταγματάρχη, εμπνευσμένη από το πολιτικό γίγνεσθαι της εποχής (εικ.).
Απέναντι του βρίσκεται ο Χορός-λαός που τον έχει υποτάξει με το σπαθί του, όχι απλά να υποκλίνεται, αλλά να σέρνεται με κινήσεις μαριονέτας, δηλώνοντας την υποταγή στο πρόσωπό του. Οι μάσκες και η ομοιομορφία στο ντύσιμο έρχονται να συμπληρώσουν το κινησιολογικό σύστημα του χορού.6 Στοιχείο αντλημένα από την αρχαία τραγωδία δίνουν μία εντελώς διαφορετική σημασιολογική πληροφορία. H μάσκα εκφράζει τον φόβο μπροστά στο διαπεραστικό βλέμμα του δυνάστη , την ανάγκη απόκρυψης του πραγματικού τους εαυτού, ενώ η ομοιομορφία εξαλείφει τη διαφορά, την ατομικότητα, μετατρέπει σε αυτόματα, σε μάζα ελέγξιμη από τις αρχές, υπονομεύοντας έτσι την ικανότητα των ατόμων για αυτόνομη δράση. Οι άκαμπτες και ανέκφραστες μάσκες έρχονται σε αντίθεση με τους εξωγλωσσικούς σπασμούς του σώματος και του προσώπου του Αιγίσθου που εκπέμπουν την υποψία αλλά και το φόβο καθώς και με την παραγλωσσική αντίδραση του γέλιου που εκφράζει την αμηχανία του ανθρώπου που απεγνωσμένα προσπαθεί να καλύψει την αδυναμία του και το παρελθόν του.
Η εξουσία του Αιγίσθου προέκυψε από την γνωστή από το μύθο δολοφονία του Αγαμέμνονα. Νέος, όμορφος χρησιμοποίησε τη ζήλια της Κλυταιμνήστρα προς την Κασσάνδρα και την μανία της για εκδίκηση προκειμένου να ανέλθει στο ύπατο αξίωμα. Η αγάπη του για τη δόξα, κι όχι ο έρωτάς του, αποτελεί την κινητήρια δύναμη των ενεργειών του Ως σφετεριστής όμως νιώθει την απειλή να ελλοχεύει ανά πάσα στιγμή, πράγμα που τον έχει εξουδετερώσει ψυχικά. Βλέπει συνωμοσίες παντού, στην Ηλέκτρα, στα καλυμμένα πρόσωπα του χορού, σε μία επερχόμενη άφιξη του Ορέστη. Για να επιβάλει την παρηκμασμένη του τυραννία χρησιμοποιεί ως ελεγκτικούς μηχανισμούς την απειλή και τον εκφοβισμό. Προτίθεται να κρεμάσει όποιον τολμήσει να αντισταθεί και πρώτη την Ηλέκτρα. Έχει εξαπολύσει κυνηγητό σε όλη την Ελλάδα για τον πιο επικίνδυνο εχθρό του τον Ορέστη. Όμως μέσα στις σπασμωδικές και αγχωτικές κινήσεις του να ελέγξει τις κινήσεις όλων, περνάει σε ψυχολογικά επιχειρήματα με τα οποία ελπίζει να δεσμεύσει συναισθηματικά το λαό. Μέσα σε ένα ναρκισσιστικό παραλήρημα τους υπενθυμίζει τις “ευεργεσίες” του, τους φόρους που χάρισε και την κατασκευή δημοσίων έργων.7
Το αρρωστημένο εγώ του τρέφεται από το να τους κάνει να αισθάνονται δούλοι του, υποχείρια. Ηδονίζεται πετώντας τους νομίσματα και εξαναγκάζοντας τους σε μία κίνηση που υποδηλώνει την πλήρη υποδούλωσή τους σε αυτόν: να σκύψουν και να τα πιάσουν.
Στη δεύτερη σκηνή η Λαμπαδαρίδου επιδιώκοντας να γελοιοποιήσει αυτή την αιμοδιψή τάση των τυράννων δημιουργεί μία επιτηδευμένη δυσαρμονία ανάμεσα στην εικόνα και στον εκφωνημένο λόγο του. Η ενδυματολογική του απόδοση δημιουργεί ένα γκροτέσκο χαρακτήρα. Φαλακρός, γερασμένος, με χαλαρωμένο σώμα ασκεί την εξουσία του με πιτζάμες. Το βασικό πρόσωπο του οποίου θέλει να κάμψει το φρόνημα είναι η Ηλέκτρα. Οι σιδηρόφρακτοι, ενδυματολογικά αποδοσμένοι, φρουροί, ως εκτελεστικά όργανα του, την οδηγούν μπροστά του αφού ήδη την έχουν βασανίσει, αγνοώντας ότι η τύχη τους θα είναι ίδια με των θυμάτων τους. Η αλύγιστη στάση της ηρωίδας ερεθίζει ακόμα περισσότερο τον διαταραγμένο ψυχισμό του Αιγίσθου που εξαπολύει στο πρόσωπό της ακόμη περισσότερη βία. Πιο δυνατά φωνάζει με λύσσα στους φρουρούς, τους οποίους δεν διστάζει να υποβάλλει σε ίδια βασανιστήρια και να τους αντικαταστήσει με νέους, όταν αντιλαμβάνεται την αδυναμία τους να εκτελέσουν στο πλήρες τις εντολές του. Για τους εξουσιαστές δεν υπάρχουν συναισθηματικοί δεσμοί. Οι άνθρωποι γίνονται αντικείμενα προς κατανάλωση που αντικαθίστανται μόλις φανεί η αναποτελεσματικότητα της χρηστικότητάς τους.
Οι μηχανισμοί εξουσίας του Αιγίσθου δεν διστάζουν να εισβάλλουν και στην ιδιωτική ζωή των προσώπων. Ο κλοιός των παρακολουθήσεων περιορίζει τις κινήσεις του λαού, όμως δεν μπορεί να περιορίσει το δικαίωμα στο όνειρο. Η χωρά μπορεί να βρίσκεται στο “γύψο” αλλά ο ασθενής είναι ζωντανός κάτω από αυτόν και σχεδιάζει το μέλλον του χωρίς τους βασανιστές του. Εκεί έγκειται και η μεγάλη διαφορά του λαού σε σχέση με τον Αίγισθο που έχει φθαρεί από τις δολοπλοκίες της εξουσίας.
Κουρασμένος. Δεμένος μέσα στο παρελθόν τους. Στην ιστορία εκείνη τη δική τους από θάνατο και μίσος. Αξιολύπητα φθαρμένος. Το μόνο σημείο που τους απόμεινε κοινό είναι η συνενοχή τους και ο προδομένος τους εαυτός. Το βλέπεις. Ο Αίγισθος προσπαθεί να κρατηθεί σε μία εξουσία που την έκλεψε δολοφονώντας τον Αγ Και γίνεται γελοίος, κακός, παράλογος. Σε μιαν εποχή κιόλας όπου οι Αργίτες πίσω από τις πελώριες μάσκες τους βλέπουν και κρίνουν καθαρά.
Η παρακμή του ήρωα δίνεται μέσα από την συμπόρευση των εικονοποιητικών συμβόλων με τις λέξεις.8 Η φθορά του η εσωτερική αποδίδεται ενδυματολογικά με τις παλιωμένες πιτζάμες του και την τριμμένη ρόμπα του.
Δεκανίκι της ύπαρξή του είναι το κρασί. Τον βοηθάει να αντέξει τη σχέση του με την Κλυταιμνήστρα, η οποία έχει σταματήσει να υφίσταται, τη σχέση του με την εξουσία, η οποία περιορίζεται στην άσκηση βίας, τη σχέση του κυρίως με τον εαυτό του, η οποία τον φέρνει με το παρελθόν του και τις ειδεχθείς πράξεις του. Εξομολογείται ότι περνά άσχημα τις νύχτες. Σέρνεται στο μπάνιο, ουρλιάζει εκεί μόνος. Περνά πανικό, απελπισία και γαληνεύει.
Η δραματουργός από την αρχή του έργου ετοιμάζει την πτώση του Αιγίσθου, δίνοντας το μήνυμα της πτώσης της δικτατορίας. Η ύβρις του δηλώνεται ευθαρσώς από τον ίδιο: ” Τι θα εσήμαινε η δύναμή μου αν δεν είχε μέσα της αυτή την δίχως όρια ελευθερία (στο παιχνίδι), τη δίχως δισταγμό”. Δοκιμάζει τη δύναμή του “παίζοντας με το λαό” χωρίς να ακούει τις φωνές, όπως της Κλυταιμνήστρας, και τα σημάδια που προετοιμάζουν την καθαίρεσή του. Ο λυτρωτής Ορέστης είναι ήδη μέσα στο Άργος, αλλά εκείνος μέσα στην ηθική και πνευματική του τύφλωση μοιράζει προκηρύξεις που τον θέλουν ήδη νεκρό. Ο χορός κάθε φορά που βρίσκεται μόνος του ή με την Ηλέκτρα αποκαλύπτει το πρόσωπό του, την ταυτότητά του, που εξαιτίας του φόβου προς το δυνάστη καταπνίγει. Την απρόσωπη μάσκα την αντικαθιστούν τα εξημένα από το θυμό πρόσωπα, κάτω από τα ενδύματα προβάλλουν χέρια γεμάτα θυμό, ενώ η τιμωρία που ετοιμάζεται για τον τύραννο εκφράζεται με την ομαδική συνεκφώνηση (σπρεχ κορ) του χορού:
–Ο χρόνος ωρίμασε το θάνατό του
-Και τα χέρια μας καίνε
-Έτοιμα
-Μεθυσμένα
-Δυνατά
H Λαμπαδαρίδου δίνει στον Αίγισθο το τέλος που ελπίζει να έχουν και οι σύγχρονοί της τύραννοι. Κάτω από την επική μουσική του Ξαρχάκου και μέσα σε ένα παραληρηματικό χορό ο εξαγριωμένος λαός, ελεύθερος από τα δεσμά του και χωρίς πλέον τις μάσκες του ετοιμάζει την τιμωρία του θύτη του αναφωνώντας
” ήταν μία φορά …ο Αίγισθος τύραννος του Άργους και ποτέ πια…Και ποτέ πια…η ιστορία των Ατρειδών. Και ποτέ πια ψωμί βρεμένο στο αίμα… Στη χαρά τις καρδιές εξαγνίζουμε με θυσία.”
Ο χορός της Ηλέκτρας, με έναν εκφραστικό κώδικα κατάλληλα προσαρμοσμένο ώστε να διαφύγει τη λογοκρισία που επέβαλλε η δικτατορία σε συγγραφείς, σκηνοθέτες, ηθοποιούς και σε μεγαλύτερες ομάδες που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη, στην “επίσημη πρώτη” ξεσήκωσε τον κόσμο που διψούσε για ένα μήνυμα ελπίδας,9 παρόλο που η ίδια δήλωσε ότι δεν πιστεύει στα μηνύματα που μπορεί να υπάρχουν στα θεατρικά έργα.10 Η γενιά της στην οποία απευθυνόταν όπως και η ίδια βγήκαν μέσα από τις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Έζησαν τη βιαιότητα, τις γκρεμισμένες αξίες , αγωνίστηκαν για την επιβίωση. Το συγκεκριμένο λοιπόν έργο δεν το έκριναν για τη θεατρική του αξία, αλλά είδαν σε αυτό το δικό τους πρόσωπο και βρήκαν τη δική τους φωνή ώστε να αντιμετωπίσουν την ιστορική τους μοίρα.11
Περιλαμβάνεται στον τόμο της Αφροδίτης Σιβετίδου “Το σύγχρονο δράμα: ο λόγος της σιωπής” University Studio Press, 2013
Η Αφροδίτη Σιβετίδου είναι συγγραφέας και καθηγήτρια στο ΑΠΘ