«Αν ο κόσμος ξεχάσει πως έχει μέσα του το καλό, θα χαθεί»
«Εκείνο που ήθελα να δώσω είναι η
προϋπαρξιακή περιπέτεια του
Κωνσταντίνου, αυτή η περιπλάνηση της
ψυχής πριν από την εφημερότητά της».
Γιατί ονομάσατε έτσι τον Άγγελό σας;
Στην αρχή είχα ονομάσει το μυθιστόρημα “Το τραγούδι του νεκρού αδερφού”, αφού στο δημοτικό αυτό τραγούδι είναι βασισμένο και από εκεί ξετυλίγει τον δικό του μύθο. Όμως είναι περίεργο πώς ο τίτλος προσδιορίζεται πολλές φορές από το ίδιο το μυθιστόρημα σαν επαλήθευσή του. Το βασικό πρόσωπο, ο Κωνσταντίνος, που είναι ένας αθάνατος και που η γνώση τον έκανε πανίσχυρο είναι ταυτόχρονα και ευάλωτος από την ανθρώπινη συγκίνηση, από τον πόνο ή την τρυφερότητα, και τότε το σώμα του λιώνει σαν να είναι από στάχτη. Άλλωστε και η αίσθηση της στάχτης είναι παντού μέσα στο μυθιστόρημα, αφού συμπρωταγωνιστής σε αυτό είναι και ο Άδης. Είναι κάποια πράγματα που τα πιάνεις διαισθητικά, δεν τα ερμηνεύεις γιατί είναι έξω από τη λογική, όπως αυτή η αίσθηση της στάχτης με την οποία έπρεπε να δώσω τη συμμετοχή του κάτω κόσμου. Για παράγειγμα, όταν ο Κωνσταντίνος πονά, το φως του φεγγαριού γίνεται στάχτη και σκεπάζει το δουκάτο. Τότε η περιοχή της Αχερουσίας ήταν δουκάτο και αυτό με βοήθησε να αντιπαραθέσω τη ζωή τότε και τώρα στο μάκρος των χίλιων χρόνων που κρατά το μυθιστόρημα. Εκείνο που ήθελα να δώσω είναι η προϋπαρξιακή περιπέτεια του Κωνσταντίνου, αυτή η περιπλάνηση της ψυχής πριν από την εφημερότητά της.
Η παραλογή “του νεκρού αδερφού” τι μυστηριακό και γοητευτικό σας αποκάλυψε και έγινε ίσως ο κυρίαρχος μύθος στο μυθιστόρημά σας;
Αυτό ακριβώς. Το μυστηριακό στοιχείο, το γοητευτικό με την έννοια του υπερφυσικού. Ο Κωνσταντίνος πιστός στον όρκο που έδωσε στη μάνα σηκώνεται από το μνήμα και πάει να φέρει την αδερφή του. Είναι συνταρακτικό το στοιχείο αυτό που βγήκε μέσα από την ποίηση του λαού, μέσα από τον τρόπο που ο λαός προσέγγισε τη μεταφυσική του. Και βέβαια δεν έμεινα μόνον εκεί. Το μυθιστόρημα μπορεί να είναι φαντασία και διαίσθηση αλλά έχει και ζωντανά στοιχεία από την ομηρική νέκυια, από τους ορφικούς ύμνους, από την Παλατινή Ανθολογία, από τις παραδόσεις μας τις τόσο πλούσιες σχετικά με το ταξίδι της ψυχής και τον άλλο κόσμο. Όπου βρήκα την πληροφορία την πήρα. Λέει η Ουϊννυ του Μπέκετ: “Αυτή η φωνή ανεβαίνει από αβύσσους”. Και σε άλλο σημείο: “Αναρωτιέμαι αν αυτό το μυαλό δεν έχει κιόλας περιπλανηθεί στην ατέλειωτη νύχτα της αβύσσου”. Αυτό μου δίνει την αίσθηση της προϋπαρξιακής διαδρομής της ψυχής. Παρ’ όλα αυτά, είναι ένα μυθιστόρημα καθημερινό και πολύ ανθρώπινο, με ένα ρεαλιστικό στοιχείο που εξισορροπεί το υπερφυσικό. Άλλωστε ο αναγνώστης μου ξέρει πως στα μυθιστορήματά μου θα βρει το στοιχείο το υπερφυσικό, αυτή την άλλη εκδοχή της αλήθειας της αθέατης.
Γιατί να μας είναι απαραίτητη η λεγόμενη “γνώση της ψυχής” αφού η ψυχή ήταν πάντα για τον άνθρωπο μια άγνωστη, δυσερμήνευτη και εξωφυσική έννοια;
Όσο πιο άγνωστη και δυσερμήνευτη είναι η ψυχή τόσο και πιο μεγάλος ο πόθος του ανθρώπου να κατακτήσει τα μυστικά της. Βλέπετε, ο κάθε άνθρωπος πάνω στη γη, ο κάθε λαός σε όλες τις εποχές, τους δρόμους της ψυχής αναζητά με τον δικό του τρόπο και με τη δική του κουλτούρα, αυτό το μεταφυσικό ταξίδι, την περιπλάνησή της στις προϋπαρξιακές διαδρομές. Οι μύθοι, προπαντός οι ελληνικοί μύθοι, αλλά και των άλλων λαών, προσπαθούν να δημιουργήσουν μια γεωγραφία, μια αποτύπωση με σύμβολα της βαθιάς σοφίας που εικάζει το μεταφυσικό τοπίο, την πέρα από την κοσμική γνώση περιοχή που την είπαν ψυχή. Μια γεωγραφία της ψυχής προσπάθησα να κάνω κι εγώ, να δώσω μυθιστορηματικά τον άγνωστο κόσμο τον μυστηριακό και γοητευτικό που κείται στο προϋπαρξιακό παρελθόν μας. Ο Κωνσταντίνος είναι ένα σαγηνευτικό πλάσμα απρόσιτο και απαγορευμένο που όμως θα εμπνεύσει τη μεγάλη αγάπη. Τίποτα δεν μοιάζει εξωφυσικό στο μυθιστόρημα. Όλα γίνονται με απόλυτη φυσικότητα σαν καθημερινά. Η μεγάλη μοναξιά του Κωνσταντίνου, οι αιώνες της δίψας του, η λήθη και η μνημοσύνη απ’ όπου πρέπει να περάσει για να κατακτήσει την ευφυϊα του, όλα συνθέτουν έναν κόσμο διαφορετικό αλλά και πολύ οικείο αφού οδηγούν στην ψυχή, είναι οι δρόμοι της ψυχής. Και τα δύο βασικά πρόσωπα του μυθιστορήματος, ο Φοίβος και ο Κωνσταντίνος την ψυχή τους ζητούν να βρουν, να αυτό-κατανοηθούν, από διαφορετικό δρόμο ο καθένας, ο Κωνσταντίνος από την πλευρά της αιωνιότητας – αφού είναι αθάνατος – ο Φοίβος από την πλευρά της χρονικότητας αφού είναι θνητός.
Ο ήρωάς σας, ο Κωνσταντίνος, ξαναβρίσκει τη μνήμη του και τη λησμονημένη ζωή χάρη στην αφή, στη μυρωδιά, στην όραση. Δείχνετε να πιστεύετε στη δύναμη των αισθήσεων. Έτσι είναι;
Η συμπόνια του Φοίβου, η αγάπη, η τρυφερότητά του ελευθερώνουν το σώμα του Κωνσταντίνου και ξυπνούν τις γήινες αισθήσεις του, αυτές ενός θνητού. Και τότε το σώμα γίνεται παντοδύναμο και επιχειρεί το “ταξίδι στο χρόνο” για να βρει τη λησμονημένη του ζωή. Ναι, οι αισθήσεις είναι παντοδύναμες, χωρίς αυτές το σώμα είναι νεκρό. Και στο μυθιστόρημα το σώμα έχει μια προφητική δύναμη, μια ορφική γνώση.
Το σώμα του γνωρίζει το καλό. Και το “καλό” ως υπαρξιακός άξονας παίζει έναν πρωταρχικό ρόλο στο μυθιστόρημα.
Πώς κερδίζεται η αυτογνωσία; Μέσα ή μέσω της γνώσης του άλλου ή με την επίμονη εσωτερική αναζήτηση;
Αυτογνωσία είναι η γνώση του εαυτού μας. Και το μεγαλύτερο μέρος του εαυτού μας, εκείνο το βυθισμένο στο νερό σαν την οξώπετρα του Ελύτη, είναι η ψυχή. Αυτό το άγνωστο μέρος του εαυτού μας ζητάμε στις υπαρξιακές αναζητήσεις μας. Αυτό ζητά ο Κωνσταντίνος στα χίλια χρόνια της περιπλάνησής του, αυτό ζητά ο Φοίβος με την ορφική μουσική που θα γράψει για τις ψυχές του Άδη. Και ίσως δεν κερδίζεται με την έννοια της κατάκτησης, περισσότερο βιώνεται μέσα από τον πόνο της γνώσης, μέσα από τον φωτισμό της κοσμικής συνείδησης. Σαν άνθρωποι είμαστε πλάσματα ελλιπή, η αλήθεια μας βρίσκεται σε μιαν απόσταση των χαμένων μας διαστάσεων, σε μιαν απόσταση απώλειας της προϋπαρξιακής μνήμης μας, αυτή τη μνήμη ζητά ο Κωνσταντίνος, αυτόν τον πλατωνικό έρωτα της ολότητας ζητά ο Φοίβος, και αυτοί είναι οι δρόμοι που οδηγούν στην ψυχή και στην αυτογνωσία.
Χαρακτηρίζετε τον σημερινό κόσμο γέρικο και κουρασμένο. Βλέπετε να ξεπροβάλλει από κάπου η ελπίδα ότι αυτός ο κόσμος θ’ αποκτήσει και πάλι το εσωτερικό του βλέμμα;
Ο Κωνσταντίνος στην χιλιόχρονη διαδρομή του είχε δύο μυημένους δασκάλους που τον βοήθησαν να βρει τον δρόμο της ψυχής του. Τους χώριζαν διακόσια εξήντα χρόνια. Όμως και οι δυο τού είπαν τον ίδιο λόγο: “Να θυμάσαι πως έχεις μέσα σου το καλό. Αν το ξεχάσεις, θα χαθείς”. Την ίδια απάντηση θα έδινα στην ερώτησή σας για τον σημερινό κόσμο. Αν ξεχάσει πως έχει μέσα του το καλό, θα χαθεί. Όμως δεν το ξεχνά – εννοώ όχι μέσα από τη λογική αλλά μέσα από τις δυνάμεις που κουβαλά στα υποσυνειδησιακά του πεδία. Το καλό είναι ριζωμένο πολύ βαθιά στην ψυχή του ανθρώπου. Βλέπετε, ο κόσμος ολόκληρος συνταράζεται από την οργή του κακού και, ξαφνικά, εκεί που κανείς δεν το περιμένει, προβάλλει κάποιος δρόμος υπέρβασης, κάποιος αιφνίδιος φωτισμός που ξεκαθαρίζει “το εσωτερικό βλέμμα του κόσμου” όπως λέτε.
Κι άλλωστε σε όλη την ιστορία του ανθρώπου, ο κόσμος συνταραζόταν από τη σύγκρουση του καλού με το κακό. Κι αυτός ο “γέρικος και κουρασμένος κόσμος” όπως τον είδε ο ήρωάς μου “ανακαινίζει” πάντα την νεότητά του σαν τον αετό του ψαλμωδού.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αγγελιοφόρος της Κυριακής», στις 2 Δεκεμβρίου 2001, με τίτλο: «Αν ο κόσμος ξεχάσει πως έχει μέσα του το καλό, θα χαθεί»
Ο Αστέριος Λουκάς είναι ποιητής, δημοσιογράφος