«Οι τόποι όπου ονειρευτήκαμε παιδιά, οι τόποι όπου
ζήσαμε την πρώτη μοναξιά μας, τον πρώτο μας πόνο, δένονται παράφορα με τον χρόνο της ωριμότητας».
“Το έκανα, το ξέχασα και το θυμούμαι”, λέει ένας στίχος του Έλιοτ. Κι αυτό εμένα μου δίνει μια θαμπή αναφορά σε ό,τι έζησα μακρινό, στις αγάπες που με χάραξαν και τις ξέχασα, στους τόπους που περιδιάβηκα και τους ξέχασα, στις ευτυχισμένες στιγμές που κοίταξα ένα δρόμο ή μια θάλασσα και το ξέχασα. Τα ξέχασα όλα τούτα μα και τα θυμούμαι, σαν το στίχο του ΄Ελιοτ. Γιατί υπάρχουν μέσα μου μεταποιημένα. Υπάρχουν σαν νοσταλγία και σαν αναγωγή στη μνήμη του χαμένου. Αναγωγή στον πόθο του βιωμένου.
Όταν έφυγα από τη Λήμνο, και αφού είχα ζήσει εκεί μια τραυματική παιδική και εφηβική ηλικία, έμαθα τούτο, πως: Οι τόποι όπου ονειρευτήκαμε παιδιά, οι τόποι όπου ζήσαμε την πρώτη μοναξιά μας, τον πρώτο μας πόνο, δένονται παράφορα με τον χρόνο της ωριμότητας. Και επιστρέφουμε νοερά σ’ αυτούς για να ξεκουραστούμε.
Έγραφα τα βιβλία μου
για να γιατρευτώ
Ποτέ δεν είχα φανταστεί πως θα την κουβαλούσα μέσα στη ζωή μου, τη Λήμνο, έτσι με τα σοκάκια της, με το χάλασμα της γειτονιάς, με τη θολωτή βρύση της, κι ακόμα, με όλους τους μύθους και τους θρύλους της, με την ιστορία της. Χρόνια και χρόνια, κάθε νύχτα στο όνειρό μου ήμουν εκεί, σε μια εξαίσια υπερρεαλιστική βίωση της περασμένης μου ζωής: Οι δρόμοι της, το κάστρο, τα χρυσαφένια τοπία της, μεταποιημένα όλα περνούσαν μέσα σε καθαρές κρυστάλλινες εικόνες στο όνειρό μου – σε τόσο βαθιά πεδία της ψυχής είχαν περάσει, είχαν εξουσιάσει τη ζωή μου. Ώσπου άρχισα να γράφω τα βιβλία μου για τη Λήμνο, βιβλία ιστορικά ή μη ιστορικά, όπου περιδιάβαινα κι εγώ μαζί με τους ήρωές μου, για να γιατρευτώ, αλλά και γιατί μου ήταν μια ευτυχία πια να γράφω για τη Λήμνο, για την κάθε γωνιά της όπως την έζησα, αλλά και να βυθίζομαι μέσα στον ιστορικό χρόνο της, να ανασύρω τη ζωή την καταργημένη. Γράφει κάπου ο Μπασλάρ για την ευτυχία του βιωμένου χώρου. Για τη μαγεία και την ποίηση που αναδίνει στη μνήμη μας ο βιωμένος χώρος. Λοιπόν, το πιο περίεργο είναι πως ακόμη μέχρι τώρα, όταν σκέφτομαι τη Λήμνο, δεν μπορώ να τη δω όπως είναι σήμερα, αδύνατον να το θυμηθώ αυτό, παρά μόνον όπως ήταν παλιά, στα χρόνια εκείνα που χάραξαν τη δική μου ψυχή.
Οι τόποι γίνονται ανώνυμοι
μέσα στη μνήμη
Ένας τόπος γίνεται “εσωτερικό τοπίο”, μόνον όταν το συγκινησιακό περιστατικό που θα μας συνδέσει με αυτόν είναι έντονο. Μέσα στη μνήμη μου έχουν μείνει δρόμοι και τοπία ξεκομμένα από το σύνολό τους, σαν χαμένα μέσα σε μιαν ομίχλη νοσταλγίας. Είναι αυτοί οι τόποι που γίνονται ανώνυμοι σχεδόν, ενωμένοι με τον χρόνο τον παρελθόντα, τόποι που τους περιβάλλει ένα πέπλο μαγείας και ποίησης. Γιατί σχεδόν πάντα το παρελθόν το εξωραϊζει μια αόριστη νοσταλγία.
Ο τόπος
της Έκτης Σφραγίδας
Ένας τέτοιος τόπος είναι και ο τόπος της Έκτης σφραγίδας. Ανώνυμος και μαζί πραγματικός. Μη συγκεκριμένος, κι ωστόσο πέρα για πέρα υπαρκτός. Το μόνο ρεαλιστικό του στοιχείο είναι ότι είναι “ελληνικός”. ΄Ενας τόπος φτιαγμένος από όλους τους τόπους που αγάπησα και πλήγωσα. ΄Ενας τόπος που τον περιβάλλει το μυστήριο, τόπος του θρύλου, ζωντανός. Και εγώ, όταν άρχισα να γράφω το μυθιστόρημα, δεν ήξερα ακόμα πόσο θα παγιδευόμουν σε αυτό το μυστήριο του τόπου. Δεν ήξερα πως θα μπορούσα κι εγώ να μυηθώ, σαν την ηρωίδα μου, στα μυστικά που κουβαλούσε από την αρχέγονη διαδρομή του. Κι ύστερα, δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ, πως θα μπορούσα να συμμετέχω στην τελετουργία της μυστικής ζωής του. Και όλα τα υπερφυσικά φαινόμενα που συμβαίνουν εκεί μοιάζουν με σύμβολα της δικής του διαλέκτου. Αυτό έμαθα. Πως η ψυχή επικοινωνεί με τον τόπο, γιατί και η ίδια εκφράζεται με σύμβολα. ΄Ετσι μπορεί να τα αποκωδικοποιεί. ΄Ηταν μια περιπέτεια της ψυχής μου αυτό το μυθιστόρημα. Χρησιμοποίησα το όνειρο ως μέσον καταβύθισης της ηρωίδας μου στις μνήμες που κουβαλάει η ψυχή τις κοσμογονικές.
Ο έρωτας στο μυθιστόρημα
μια τελετουργία θυσίας
Βέβαια, στην “Έκτη Σφραγίδα” μπορεί να πρωταγωνιστεί ο τόπος, όμως δεν είναι μόνον αυτό. Κατά βάση είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα. Ο έρωτας δίνεται σαν τελετουργία θυσίας που προετοιμάζει το σώμα για την μοναξιά που το περιμένει. ΄Ομως ο έρωτας αυτός, ο απόλυτος, της ηρωίδας μου για τον νεαρό αρχιτέκτονα – που τον διεκδικεί και ο άνδρας της – δίνεται σε μια σχέση με τον τόπο, σε μιαν εξάρτηση από όσα υπερφυσικά συμβαίνουν στον τόπο. Θα έλεγα, ο τόπος “συμμετέχει” στη ζωή των προσώπων μου. Γιατί, όπως το είπα, είναι ένας τόπος ζωντανός. Και η “αναρχία” του, αυτό που ονόμασα “αναρχία”, είναι η αντίστασή του στην καταστροφή. Θα δείξει το αίμα του, θα δείξει τα πέτρινα δάκρυά του, όμως θα δείξει και την εκδίκησή του.
Να βρω τη σχέση της ψυχής
με το αόρατο
Η ‘Έκτη Σφραγίδα” είναι από το εδάφιο της Αποκάλυψης, που μιλά για την “αναρχία” της Κτίσης, “και ο ήλιος μέλας εγένετο ως σάκος τρίχινος, και η σελήνη όλη εγένετο ως αίμα…” κλπ. Γι’ αυτό λέω, είναι ένας τόπος πραγματικός και μαζί εξωφυσικός. Αυτό που βλέπουμε, το ορατό, είναι ένα ελάχιστο μόνο μέρος. Το υπόλοιπο κείται βυθισμένο, σαν την οξώπετρα, στις αόρατες διαστάσεις του, σε αυτό που δεν βλέπουμε. Σαν την ψυχή μας. Το μεγαλύτερο μέρος της κείται βυθισμένο σε αυτό που δεν γνωρίζουμε. Και έτσι, δεν ξέρουμε τι κουβαλάει στα απροσμέτρητα βάθη της.
΄Οσο περνούν τα χρόνια, εκείνο που με ενδιαφέρει είναι να δώσω τη ζωή από τις αθέατες διαστάσεις της, να βρω τη σχέση της ψυχής με το αόρατο, αυτό που περιρρέει το ορατό και δίνει στα πράγματα άλλες οπτικές και σημασίες.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Έθνος της Κυριακής, στις 7 Αυγούστου 1999, σε μια σειρά συνεντεύξεων με θέμα «Ένα βιβλίο κι ένας τόπος που στοιχειώνει τον συγγραφέα του»
Δημοσιεύτηκε με τίτλο: «Η Έκτη Σφραγίδα της Λήμνου»
Ήταν μια μορφή συνέντευξης χωρίς ερωτήσεις