Περιδιαβαίνοντας τα μαγικά τοπία της
Οι τόποι όπου ζήσαμε την πρώτη μοναξιά μας, οι τόποι όπου ονειρευτήκαμε παιδιά, δένονται παράφορα με το χρόνο της ωριμότητας, λέει κάπου ο Ρίλκε. Όταν, στη νεότητά μου, έφυγα από τη Λήμνο να βρω τους δρόμους της ποίησης, δεν ήξερα πόσο βαθιές ήταν οι ρίζες που με έδεναν μαζί της. Τότε έμαθα πως ένας τόπος δεν είναι πέτρες και χώμα. Ένας τόπος είναι ψυχή.
Ερχόταν κάθε νύχτα στα όνειρά μου. Όπου και αν βρισκόμουν. Η Λήμνος της Κατοχής. Η γειτονιά με τους θαμμένους θεούς. Η Λήμνος των θρύλων και των μύθων, που με είχαν μαγέψει παιδί. Σήμερα λέω, αν ψάξει να βρει κανείς ποια πράγματα κουβάλησε η ψυχή του, ποια ξεδιάλεξε στο μάκρος της διαδρομής, θα δει πως δεν είναι τα πιο λαμπερά, αλλά τα πιο ταπεινά και γι’ αυτό τα πιο ουσιώδη. Έτσι αγάπησα όσα μου έφερνε η Λήμνος μέσα από τον δικό μου χρόνο τον βιωμένο εκεί, ανύποπτα, αλλά και μαγικά. Έτσι κυριάρχησε στα πιο αγαπημένα μου μυθιστορήματα, με τον χρυσαφένιο βράχο της και τις μοναδικές ακρογιαλιές της. Με τον αιγαιοπελαγίτικο πολιτισμό της, με την ευγένεια των αρμονικών γραμμών της.
Κάποια στιγμή, μάζεψα όλα αυτά τα όνειρα και τα έκανα βιβλίο, να λυτρωθώ. Ήταν οι Νύχτες του Φεγγαριού. Έτσι άρχιζε: «Κομμάτι κομμάτι το σπίτι μου έβγαινε μέσα από το χάλασμα της γειτονιάς. Κομμάτι κομμάτι η γειτονιά μου έβγαινε μέσα από τους ίσκιους του κάστρου. Κομμάτι κομμάτι το κάστρο έβγαινε μέσα από το χειμώνα της Κατοχής με τα κρύσταλλα να κρέμονται από τις χιονισμένες στέγες.»
Πίνεις τον καφέ σου στο Τεραίν ή στη Νεφέλη και κοιτάζεις τον ήλιο που βασιλεύει πίσω από το Άγιο Όρος. Ο στίχος του Σοφοκλή είναι εκεί: «Άθως σκιάζει νώτα Λημνίας βοός». Ο μοναδικός από την τραγωδία Λήμνιαι που χάθηκε. Ή κάθεσαι στο Γλάρο και κοιτάζεις τα ελάφια που παίζουν στις τάπιες του κάστρου.
Ανεμόεσσα, την είπε ο Όμηρος, Αμιχθαλόεσσα, Πυρόεσσa. Απασέων γαιάων φιλτάτη.
Ήταν από τότε η φιλτάτη απασέων γαιάων. Η ανεμόεσσα και η λευκή. Εκείνος, που έχει ζήσει τις μυστικές της ώρες, ξέρει για το λευκό της φιλντισένιο κόκαλο στις νύχτες του φεγγαριού. Ξέρει για τους αγέρηδες που φυσούν εκεί, αυτούς που κατεβαίνουνε από το Βόσπορο, σηκώνοντας στη ράχη τους άναρθρα τα ιωνικά οράματα και τις κατοπινές νύχτες του θρήνου.
Ανεβαίνω στο Ιερό της Άρτεμης, στη Μύρινα. Πέτρες ερριμμένες γύρω μου, ανάμεσα στο τουριστικό τσιμέντο που πονεί. Ακουμπώ στην ιερή πέτρα, στο Άδυτο, και κοιτάζω τη θάλασσα. Είναι αυτή που έφερε τους Αργοναύτες στις ακρογιαλιές της, τον μυθικό Ιάσωνα, να αγαπήσει την Υψιπύλη, να την κάνει ηρωίδα των τραγικών ποιητών. Πέντε τραγωδίες ενέπνευσε η Λήμνος.
Kopefstes, Hypsipyli, Cabeiri, Lemnians, Philoctetes.
Ήταν η αγαπημένη των τραγικών μας ποιητών. Η αγαπημένη των θεών, από τους μυθικούς χρόνους. Αγγίζω την πωρολιθική πέτρα των κερκίδων, στο αρχαίο της θέατρο, στην Ηφαιστία. Αγγίζω τον σπασμένο μαρμάρινο βωμό, και ακούω τη φωνή του ποιητή, «Χαίρ’ ω Λήμνου πέδον αμφίαλον!»
Τόπος ιερός ένα αρχαίο θέατρο. Τόπος τελετουργίας της υπάρξεως. Και ας το καλύπτει σιωπή και ερημιά.
Τα βήματα με φέρνουν στη σπηλιά του Φιλοκτήτη τώρα, πάνω από το έρημο Καβείριο, με τις οργιακές νύχτες.
“Ω σχήμα πέτρας δίπυλον!” η φωνή και πάλι του ποιητή.
Έξω μυρίζει καμένο φως, άρωμα θυμαριού. Και εδώ, μέσα στη σπηλιά, μια αψιά μυρουδιά αρμύρας. Αγγίζω τις πέτρες, λείες και υγρές από την αλισάχνη του χρόνου. Και σκέφτομαι πως επάνω τους είναι η αφή από τα δάχτυλα του Φιλοκτήτη. Μπορεί και ο βόγκος του να πλανιέται ακόμα στο έρημο τοπίο, “παπαί, απαπαπαί…”
Προχωρώ πιο κάτω. Εδώ, στον Κότζινο, γινόταν η εξόρυξη της Λημνίας Γης, της φημισμένης “Terra Lemna”, που θεράπευε πυρετούς και δαγκώματα, για τρεις χιλιάδες χρόνια. Κι ακόμα, εδώ, έζησε η ηρωική Μαρούλα, η Κόρη της Λήμνου, άστρο λαμπερό στην ιστορία της. Σε ένα νεανικό μου ποίημα, έγραφα:
This is how I carry you
A watery transparency
Στον εφήμερο χρόνο μου
Εγώ, γη από τη γη σου
A transient little stone from your rock
And at nights times pass before my eyes
Your soul
Sleepless memories
Ξεδιπλώνουν
Μ’ αρέσει που θα φύγω μια μέρα και θα έχω χαράξει πάνω στον χρυσαφένιο βράχο της το εφήμερο πέρασμά μου. Εκείνη θα με θυμάται στις δικές της νύχτες του φεγγαριού.
Το κείμενο αυτό δεν έχει χρειάζεται ημερομηνία. Γράφτηκε ατέλειωτες φορές στην ψυχή μου.