Με σχεδόν βιβλικά αρχετυπικά πρόσωπα, με ποιητικό λόγο έμπλεο από κοσμογονικό ρίγος, με καταστάσεις μιας φροϋδικής διείσδυσης κάθετης μέσα σε ψυχικές ζώνες χαμένες στην ομίχλη του ασυνείδητου, η Γαλλίδα συγγραφέας Συλβί Ζερμαίν στήνει το μυθιστόρημά της ” Κεχριμπαρένια Νύχτα”. Πρόκειται για ένα πεζογράφημα δυνατό, ευθύβολο, μια μυθιστορηματική γραφή αναβλύζουσα, που, θα τη ζήλευε και ο πιο ικανός πεζογράφος.
Βέβαια, υπάρχουν κάποιες υπερβολές στην περιγραφή των καταστάσεων ή κάποιες μακρυλογίες, που το αδυνατίζουν σε ορισμένα σημεία, όμως στο σύνολό του είναι ένα συγκλονιστικό έργο που δίνει την κατάρα της εποχής μας, αυτή των σκοτεινών ηδονικών εγκλημάτων και της παράλογης παράφρονης βίας, με λόγο ρηξικέλευθο, λόγο παθιασμένο, και με μια μεταφυσική που το κάνει πολύπτυχο και πρισματικό, αντανακλώμενο μέσα στα επίπεδα της ύπαρξης και του κόσμου σαν μέσα σε κρυστάλλινα κάτοπτρα που κρύβουν τις φωτοσκιάσεις ενός αθέατου θεού.
Προφανώς και η ίδια η συγγραφέας να οραματίστηκε βιβλικά τα πρόσωπά της, αφού και το όνομα της οικογένειας που ενσαρκώνει το έργο είναι Πενιέλ, ονομασία ενός τόπου της Γένεσης: ” Και εκάλεσεν Ιακώβ το όνομα του τόπου εκείνου Πενιέλ. Είδον γαρ τον Θεόν πρόσωπον προς πρόσωπον, και εσώθη μου η ψυχή ” . Με μια ίδια βιβλική τελετουργία η Ζερμαίν θέτει τα πρόσωπά της ενώπιον του θεού, να λογοδοτήσουν μαζί του με πάθος απελπισμένο, προκειμένου να βγουν από το βάραθρο της ψυχής τους, από το έρεβος της τυφλής βίας, να φτάσουν στο ξέφωτο μιας ανώτερης σωτηρίας. Η ίδια λέει: ” Το μυθιστόρημα αυτό είναι η ιστορία του Κεχριμπαρένια Νύχτα { του γιου Σαρλ-Βικτόρ Πενιέλ }, ως τα πέρατα του Κακού, ώσπου να συναντήσει τον ΄Αγγελο και να αναμετρηθεί μαζί του”.
Είναι ιδιαίτερα συγκλονιστικές κάποιες σκηνές του μυθιστορήματος, κάποιες περιγραφές της ψυχικής ορμής, όπως όταν ο Κεχριμπαρένια Νύχτα προδίνει τον φίλο του Ροζελύν, το άκακο φουρναρόπαιδο, το παραδίνει στους φίλους του να τον θανατώσουν, μόνο και μόνο γιατί, με την αθωότητά του, του θύμισε την τραυματική παιδική του ηλικία, που είχε ορκιστεί να ξεχάσει. Οι σελίδες αυτές δείχνουν όλη τη σκοτεινή ηδονή ενός τελετουργικού εγκλήματος και, κατά συνέπεια, αποτελούν ανατριχιαστική μαρτυρία των άπειρων παρόμοιων τελετουργικών ή μη εγκλημάτων που μαστίζουν τον σύγχρονο κόσμο. Μόνο που η συγγραφέας – αντίθετα με τα καθημερινά εγκλήματα που τελούνται ίσως με την ίδια αγριότητα, όμως παραμένουν στο σκοτάδι της συνείδησης – δίνει όλον τον βασανισμό του νεαρού Πενιέλ, ως την τρέλα, ως την επώδυνη κάθαρση που θα τον οδηγήσει το ίδιο επώδυνα στο φως της συνείδησης. Είναι η στιγμή που θα συναντήσει τον δικό του άγγελο, τον γιο του, καρπό του εγκλήματός του, γιατί την ίδια εκείνη παράφορη νύχτα θα σμίξει ερωτικά με την αδελφή του Ροζελύν, την Τερέζα. Και από το απελπισμένο αυτό πάθος θα γεννηθεί το παιδί, ο Στάχτης, που ονομάστηκε έτσι γιατί γεννήθηκε την “Τετάρτη των τεφρών”, πρώτη μέρα της Σαρακοστής που ο καθολικός ιερέας καίει το αντιμνήσιο και τα βάγια και με τις στάχτες τους χαράζει ένα σταυρό στο μέτωπο των πιστών, σύμβολο του φθαρτού σώματος.
Κι ύστερα, μια άλλη βιβλική σκηνή είναι εκείνη που ο εκατόχρονος Πενιέλ πηγαίνει στο δάσος να πεθάνει ολομόναχος, νύχτα χιονιού, και καλεί νοερά όλους όσους χάραξαν τη ζωή του, παιδιά κι εγγόνια και γυναίκες, καλεί τους νεκρούς και τους ζωντανούς, άλλους για να αποχαιρετήσει και άλλους για να καλωσορίσει από τη χώρα των νεκρών, τέλος, καλεί και τον Θεό για να λογοδοτήσει μαζί του. Και όλη αυτή η σκηνή εκτυλίσσεται με ένα λόγο βαθιά ποιητικό, λόγο μεταφυσικό. Μια μεταφυσική που μεταμορφώνει την ύλη, έτσι που το καθετί να συμμετέχει σε αυτό που συμβαίνει. Σε ολόκληρο το βιβλίο κυριαρχεί το πάθος, κυριαρχεί η κατάρα, η παραφροσύνη, το μίσος, η κραυγή, και μια αγάπη νοσηρή, αιμομικτική πολλές φορές, παράφορη. Μια αγάπη που είναι μαζί και μίσος τις περισσότερες φορές, και απαγορευμένη αιμομιξία.
Το μυθιστόρημα αυτό της Συλβί Ζερμαίν αποτελεί συνέχεια του προηγούμενου μυθιστορήματός της ” Το Βιβλίο των Νυκτών”. Και τα πρόσωπα συνεχίζουν τον κύκλο της ανθρώπινης περιπλάνησης.
΄Ωσπου να φτάσουν κι αυτά στο “απόλυτο της νύχτας”.
Είναι δίκαιο να πούμε πως η μετάφραση της Σαπφώς Διαμάντη απέδωσε με ευαισθησία τον δύσκολο αυτόν πεζογραφικό λόγο.
Μυθιστορήματα σαν αυτό μας δίνουν το μέτρο μιας πεζογραφίας σύγχρονης που, πέρα από εθνικότητες και κοινωνικά σχήματα, σκιαγραφούν με πάθος τον σύγχρονο άνθρωπο γυμνό και αιχμάλωτο των υπαρξιακών του ερωτημάτων.
Το μυθιστόρημα “Κεχριμπαρένια Νύχτα” ίσως δεν θα μετρηθεί ανάμεσα στις στήλες της εμπορικής πρωτιάς, γιατί δεν διαθέτει τα συστατικά της εύκολης κατάκτησης, όμως σίγουρα θα κερδίσει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά του αναγνώστη. Μακάρι η σύγχρονη πεζογραφία μας να είχε πολλά σαν κι αυτό.
Καθημερινή, 4 Αυγούστου 1998
Δημοσιεύτηκε με τίτλο: Ο κόσμος της παράλογης βίας.