Είμαστε εδώ για να τιμήσουμε μία πολύ σημαντική προσωπικότητα των γραμμάτων μας. Πεζογράφος, ποιήτρια, θεατρική συγγραφέας, δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, η Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου ταξιδεύει, με την πρωτεϊκή γραφή της, ανάμεσα στα λογοτεχνικά είδη και μας προσκαλεί να μυηθούμε στα μυστήρια της Γνώσης. Ο λόγος της, ιερός ποταμός και κύμα αιγαιοπελαγίτικο, καθαρός και αισθαντικός, φτάνει στην ήρεμη θάλασσα του αναγνώστη και την αναταράζει.
Το πρώτο «υλικό» μου ξέρω πως είναι η ποίηση, γράφει στον συγκεντρωτικό τόμο Μαζεύω τα υπάρχοντά μου1. Πρωταρχικά υλικά της ποίησής της, το πνεύμα και η ύλη. Κρύβονται κάτω από τον αφηγηματικό και τον δραματικό λόγο, του δίνουν την ταυτότητά του, τον εμπνέουν, τον ανανεώνουν διαρκώς.
Ποιος θα μας δώσει ένα δοκάρι ήλιο
να στηρίξουμε
τη μισογκρεμισμένη στέγη μας2,
αναρωτιέται στην πρώτη, στη νεανική της ποιητική συλλογή, με τον εύγλωττο τίτλο Συναντήσεις.
Από τα πρώτα της πετάγματα ψάχνει να βρει τον συνομιλητή της, ορατό ή αόρατο, να μοιραστεί μαζί του την ποιητικότητα που ρέει από τη σελίδα, από το σώμα του ποιήματος. Στην πλούσια πεζογραφία που θα ακολουθήσει, η ύλη ταυτίζεται με τις πιο όμορφες στιγμές της ανθρώπινης σκέψης: έχει την ικανότητα να θυμάται, να προφητεύει, να επικοινωνεί με τον άνθρωπο και τον κόσμο γύρω του. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ποίησή της είναι κυρίως εξωλεκτική –η ίδια την αποκαλεί «μια λειτουργία ύπαρξης»–, είναι τραγούδι βγαλμένο από τα βάθη της ψυχής, είναι νότα αφημένη από την αρχαία λύρα να αιωρείται αενάως στην ατμόσφαιρα. Μια υπαρξιακή, σχεδόν μεταφυσική, αγωνία χαρακτηρίζει το έργο της και τους ήρωές της – παράδειγμα η Αντιγόνη της. Καθώς η έννοια της τραγωδίας δεν μπορεί να αναπτυχθεί έξω από μια συλλογικότητα, η Λαμπαδαρίδου –που υπήρξε μαθήτρια στο Παρίσι μεγάλων θεατρολόγων, όπως ο Bernard Dort–, για να παραμείνει πιστή στο αρχαίο πνεύμα, και γνωρίζοντας ότι ζει σε κοινωνικό πλαίσιο που ίσως δεν προσφέρει τις προϋποθέσεις για την αναγέννηση του αρχαίου δράματος, γράφει ένα τραγικό έπος και εκφράζει τη νοσταλγία της τραγωδίας.
Τα δύο δοκίμιά της, αφιερωμένα στον Μπέκετ και τον Ελύτη, απηχούν τις φιλοσοφικές της τοποθετήσεις και μαζί τις υπαρξιακές αναζητήσεις της. Οι κριτικές της δημοσιεύονται σε περιοδικά και ημερήσιες εφημερίδες, αντανακλούν την αγάπη της για το έργο του Άλλου. Διαβάζει προσεχτικά τον άλλο, ασύνηθες φαινόμενο στις μέρες μας, προσκαλεί τους αναγνώστες της να σκύψουν με ευλάβεια πάνω στο δημιούργημά του.
Και τα μυθιστορήματά μου είναι ποίηση, μας εκμυστηρεύεται3.
Τα πιο δημοφιλή βιβλία της, που διαβάζονται από πιστούς, φανατικούς αναγνώστες, ανήκουν στην πεζογραφία. Είναι αλήθεια ότι ζούμε σε μια αντιποιητική εποχή, ωστόσο, τα πεζογραφήματά της είναι ίσως η πιο σπουδαία ποίηση που έχει γράψει. Κι αυτό γιατί η γραφή της δεν είναι μοντέρνα ή μεταμοντέρνα. Είναι τελετουργική, μυσταγωγική. Είναι ο ιερός ποταμός που κυλά, ερωτοτροπεί με τα λουλούδια στις όχθες του, γίνεται φιλντισένιος, γεμίζει το κενό του χρόνου και υπόσχεται να μη στερέψει ποτέ ξανά.
Σε ένα από τα πιο δημοφιλή βιβλία της, Ο Άγγελος της Στάχτης4, αφηγείται την ιστορία του Νεκρού Αδελφού του δημοτικού τραγουδιού. Χάρη στην ενορατική γραφή της, ο Κωνσταντής, που παλεύει με τον Άδη, το ασυνείδητό του και το χρόνο, ανάγεται σε σύμβολο του Έλληνα καθώς διασχίζει την ιστορία του, από την Αρχαιότητα και το Βυζάντιο έως μια νέα χιλιετία, έτοιμη να γεννήσει νέους μύθους. Η συγγραφέας δημιουργεί στα έργα της μια ατμόσφαιρα που γοητεύει. Ενώ η μνήμη αναζωογονεί το παρόν, τα θαύματα γίνονται πάντα σε συγκεκριμένη ώρα, σε συγκεκριμένο τόπο, δίνουν σημάδια, προετοιμάζουν τις καρδιές και τα κορμιά να τα δεχτούν. Τότε ο τόπος και η στιγμή συναντιούνται. Ο χρόνος εμφανίζεται συνάμα ως ιερός και ως βέβηλος, μας ελευθερώνει και μας παγιδεύει.
Η Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου γράφει στον απόηχο και στον ήχο του Ορφέα. Όπως στον πρώτο, τον αρχέγονο ποιητή μας, η γραφή της είναι μύηση στα μυστήρια της Γνώσης· αυθεντική, εκπορεύεται από τον συμπαντικό ρυθμό και τη σοφία των αιώνων. Ποιήτρια εμπνευσμένη, μας πείθει ότι υπάρχει μια απόλυτη γνώση και μας προσκαλεί να ενωθούμε μαζί της. Καλεί τον αναγνώστη της να γίνει μάρτυρας σε μια πρωτότυπη ψυχαναλυτική διαδικασία που φτάνει ως τα βάθη του εγώ και ως τα βάθη του σύμπαντος.
Στην εκδήλωση του Δήμου Θεσσαλινίκης,, στις 10 Μαίου 2010
Η Ζωή Σαμαρά είναι ποιήτρια, καθηγήτρια στο ΑΠΘ