Το νέο μυθιστόρημα της Μαρίας Λαμπαδαρίδου-Πόθου Η δίψα με καίει εμένα και χάνομαι, στις εκδόσεις Πατάκη είναι μια ευαίσθητη και στοχαστική ματιά στη ζωή, στη χαρά και στο πένθος της, με φόντο τους ταραγμένους καιρούς που διάγουμε. Αναγνωρίσιμη και εξόχως ελκυστική η γραφή της Μ. Λαμπαδαρίδου Πόθου, μας οδηγεί με τρυφερή μελαγχολία στους δρόμους που γνωρίζει πολύ καλά. Πρόκειται για εντόσθια και ως τούτου δύσβατα μονοπάτια όπου κάθε ανίχνευση σκιών γίνεται με δίψα που καίει άπαντες. Η Λαμπαδαρίδου, κάτω από τον αστερισμό της εσωτερικότητας, προοικονομεί από τον τίτλο-ορφικό στίχο του μυθιστορήματος της την ανάδυση της ποιητικότητας που διατρέχει σαν Ιερός Ποταμός τον λόγο της.
Με έναν έρωτα ματαιωμένο ως αιτία και αναγκαιότητα για κατάδυση ψυχής, η Λαμπαδαρίδου χτίζει την ιστορία δυο κεντρικών ηρώων, μιας νέας γυναίκας, της Αλέξιας, και ενός ψυχιάτρου, του Έκτορα, που την παρακολουθεί. Η συγγραφέας, δεινή αφηγήτρια, γνωρίζει πολύ καλά την τέχνη της μυθιστορηματικής δομής που επιτρέπει στον αναγνώστη να της αφεθεί με εμπιστοσύνη αλλά και εγρήγορση. Με αρωγό τις συνεχείς επιστροφές στις προσωπικές μνήμες καθώς και στους αναστοχασμούς του κάθε ήρωα, εξυφαίνει με μαεστρία τη συνδιαλλαγή παρελθόντος και παρόντος, διοχετεύοντας ταυτόχρονα την πλοκή εκεί που χωροχρονικά συναντιέται με το Σύμπαν.
Η Λαμπαδαρίδου είναι ο γραφέας-μύστης που αγωνιά να ανιχνεύσει το νόημα της ύπαρξης. Είναι σφυρηλατημένος ο σύνδεσμός της με το πέραν του ορίζοντα. Έχει αναπτύξει μαζί του σχέσεις βαθιάς εμπιστοσύνης. Τα ύδατα που προρρέουν εντός της είναι η ευεργεσία της δημιουργίας της. Στις όχθες τους γίνονται οι ακριβές συναναστροφές της ζωής και των μυστηρίων της. Ας πούμε του Έρωτα, ο οποίος στο μυθιστόρημα αυτό γίνεται εύφορη γη αναζητήσεων. Γύρω του ωριμάζουν σκέψεις, συναισθήματα, εντάσεις, υφέσεις, μια ρευστότητα, με άλλα λόγια, ανθρωπινότητας που κάνει τον ευπαθή κύκλο της.
Και πάντα υπό το φως της ασέληνης νύχτας που διαυγάζει και προσκαλεί σε επ-αναστάσεις. Η πένα της Λαμπαδαρίδου, διαρκής υπόμνηση της Ποίησης που την διασχίζει, κρύβει αποκαλύπτοντας και αποκαλύπτει κρύβοντας. Πρόκειται για ένα παιγνίδι φιλέρευνο και γοητευτικό που δεν αφήνει ασυγκίνητο τον αναγνώστη του. Ανάμεσα σε ρωγμές και απώλειες, όπου συντελείται το θαύμα, οι ήρωες του μυθιστορήματος απαθανατίζουν τα φαντάσματα του βίου τους με σκοπό να διαλύσουν μια για πάντα τα σκοτάδια του. Έτσι, διεκπεραιώνεται εν πλήρη μυσταγωγία η ανασύσταση των ψυχών και σωμάτων τους, σχεδιασμένη με τον εντελέστερο τρόπο.
Η συχνή αναγωγή της Λαμπαδαρίδου, δια στόματος των προσώπων της, σε επιλεγμένα κείμενα των λογοτεχνικών της αποσκευών, δημιουργεί μια αδιάσπαστη κίνηση στις γραμμές του χρόνου, χαράσσοντας νέες εξακτινώσεις στοχασμών στον αποδέκτη της. Όσο για τον τόπο, ακολουθεί και αυτός τη συνεχή ροή του χρόνου για να περιβάλλει επιτυχώς τα φλέγοντα σημεία του μύθου.
Η Λαμπαδαρίδου έχει το ταλέντο της σύνδεσης του προσωπικού δράματος με το συλλογικό. Και για αυτό ματώνει η πένα της. «Η λουρίδα αίματος» που κυλάει στη μνήμη των ηρώων της είναι οι ρανίδες αίματος μιας γραφής στο όνομα του Ανθρώπου. Χάρη σ’ αυτή τη μεγαλοψυχία της πένας της, η συγγραφέας σταυρώνεται κάθε φορά που η «λάμψη» την καθιστά ευδαίμονα ποιήτρια. Χάρη σ’ αυτήν την προνομιούχα κατάσταση, όπου αντιλαμβάνομαι ότι γίνεται η σύλληψη των έργων της, εγγράφεται το λογοτεχνικό της πεπρωμένο. Χάρη στην ενδοσκόπηση ως συνέπειας του ζόφου, επέρχεται τόσο η προσωπική της λύτρωση όσο και των ηρώων της. Είναι παράλληλοι οι βίοι γραφέα και προσώπων. Ή καλύτερα είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Και η Λαμπαδαρίδου γνωρίζει πολύ καλά πώς να αποκαθαίρει εαυτόν και ήρωες, διαβαίνοντας, δίχως άλλο, με οδύνη τα δυσπρόσιτα περάσματα των δαιμόνων τους.
Το πένθος, στοιχείο εξέχον, συμμετέχει ως σημαίνουσα κατάσταση για να προσεγγίσει την ανθρωπινότητα των προσώπων της, πάντα με στόχο απώτερο τη συνάντησή τους με τον Άλλον, με τον κόσμο. Και δεν πρόκειται μόνο για πένθος του πνεύματος, αλλά ταυτόχρονα και του σώματος. Τα σώματα στη γραφή της Λαμπαδαρίδου κάθε άλλο παρά αμέτοχα είναι στον τρόμο της ζωής. Και ακριβώς αυτά τα έκπτωτα σώματα τα γεμάτα πληγές, έξω και μέσα, καθιστούν ανάγλυφη την ευαλωτότητά τους.
Αναγιγνώσκοντας το βιβλίο αυτό της Μαρίας Λαμπαδαρίδου, διαπιστώνω για άλλη μια φορά πόσο ανεξάντλητες είναι οι απορίες μας απέναντι στην Ύπαρξή μας. Η συγγραφέας τις θέτει συνεχώς στο χαρτί πριν οδηγήσει τους ήρωές της σε δράση. Και είναι εκείνη η μετάβαση από το σκοτάδι στο φως που δεν αφήνει σε ησυχία κανέναν. Μια πάλη εσωτερικής ιστορίας που η Λαμπαδαρίδου προκρίνει στο μυθιστόρημά της για να διαπραγματευτεί στη συνέχεια την εξωτερική ιστορία.
Στο μυθιστόρημα αυτό η Λαμπαδαρίδου ανασταίνει θαμμένες ζωές, ανασυσταίνει απωλεσθείσες μνήμες με στόχο πάντα να βρει την ανταπόκριση που θα καταστήσει την πολιτεία του λόγου της πανανθρώπινη εν μέσω πολυμερών θραυσμάτων και θαυμάτων.
Διεθνής Έκθεση Βιβλίου, 10 Μαίου 2014
Η Καλλιόπη Εξάρχου είναι ποιήτρια και καθηγήτρια στο ΑΠΘ