Ένα ποίημα «λευκό σαν ώρα θυσίας»
Η Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου από τις πρώτες κιόλας συλλογές της φανέρωσε την ποιητική ευαισθησία της, την πηγαιότητα της έκφρασης, τις μεταφυσικές της αναζητήσεις, την υπαρξιακή αγωνία της και το έμφορτο από τη βιβλική και χριστιανική παράδοση μήνυμά της. Θα αναφερθώ ενδεικτικά στις κρίσεις ορισμένων μόνο διακεκριμένων κριτικών και ανθρώπων των γραμμάτων. Ο ακαδημαϊκός και φιλόσοφος Κωνσταντίνος Τσάτσος γράφοντας για την ποιητική συλλογή της «Το Φως του Προσώπου σου» σημειώνει ότι έχει «την γνησιότητα της αληθινής ποίησης». Ο επίσης φιλόσοφος και δοκιμιογράφος Χρήστος Μαλεβίτσης κρίνοντας την ποιητική συλλογή «Μυστικό πέρασμα» γράφει μεταξύ άλλων τα εξής χαρακτηριστικά: «Η Μαρία Λαμπαδαρίδου είναι στην πνευματική της σύσταση το πιο ευαίσθητο ηχείο που διαθέτουν τα ελληνικά γράμματα, μια αιολική άρπα που οι χορδές της είναι τόσο λεπταίσθητες ώστε να πάλλονται από την πνοή της κοσμικής αύρας, και της πιο απαλής αύρας, η οποία προτού δυνηθεί να θροΐσει τα φύλλα ήδη καταθροεί την ακροσφαλή ψυχή της και τη ρίχνει σε οδύνη ή σε έκσταση».
Εξάλλου ο πολύ γνωστός γάλλος συγγραφέας και νεοελληνιστής ο Jacques Lacarriere προλογίζοντας την ίδια ποιητική συλλογή παρατηρεί ότι «η Μαρία Λαμπαδαρίδου πριν απ’ όλα είναι ποιήτρια, υποστασιακή, υπαρξιακή ποιήτρια. Η ποίηση για κείνη δεν είναι παιχνίδι γραφής, αλλά τρόπος υπάρξεως, τρόπος αναπνοής, τρόπος ζωής. Είναι το αίμα της αλήθειας». Επίσης ο κορυφαίος κριτικός της νεοελληνικής ποίησης Αντρέας Καραντώνης στο βιβλίο του «Ποιητικά» εκφράζεται πολύ ευνοϊκά για το έργο της: «Η Μαρία Λαμπαδαρίδου, γράφει, κατόρθωσε να κατακτήσει μια χαρισματική θέση στην πρωτοποριακή πτέρυγα της σύγχρονης λογοτεχνίας μας». Εγώ όμως προσωπικά θα ήθελα να προσθέσω ένα πολύ μικρό εγκώμιο για τη σπουδαία, πιο πρόσφατη ποιητική της σύνθεση «Επί πτερύγων ανέμων» όπου μας χαρίζει στιγμές υψηλής και μεγαλόπνοης ποίησης που έχει την καταγωγή της στην ελληνοχριστιανική μας παράδοση, είναι διαποτισμένη από βαθύτατο θρησκευτικό αίσθημα και από το μεγαλείο των ψαλμών της Βίβλου, και φθάνει σε μια τόσο ζηλευτή αισθητική τελειότητα ώστε να μπορεί «να μελωδεί» μαζί με το θάνατο «ακούραστη τη χαρά της» και να «ακροπατεί πάνω στο λιλά της βιολέτας», όπως εκφράζεται με τόση ασύγκριτη ευαισθησία σε κάποιους στίχους της.
Σπάνια στις μέρες μας έχουμε την ευκαιρία να χαρούμε τέτοιους στίχους λαμπικαρισμένους, τέτοιες λέξεις «από βροντή και αστραπή» που έχουν ως πρότυπο την ιεροπρέπεια της Βίβλου και τις «ελλάμψεις της Αποκάλυψης». Πιστεύω ακράδαντα πως η ποιητική της σύνθεση «Επί πτερύγων ανέμων» αποτελεί μια σπουδαία επίτευξη όχι μόνο της ποιητικής δημιουργίας της, αλλά και της πιο πρόσφατης νεοελληνικής ποίησης.
Πραγματικά η Μαρία Λαμπαδαρίδου με τις 14 ωδές τής ποιητικής αυτής σύνθεσης κατόρθωσε να φιλοτεχνήσει μαζί με τον «άγγελό της» που «κατέχει από δάκρυα και πέτρες παλαιού ιερού» και τη συμπαραστέκεται κάθε στιγμή στις υψηλές πτήσεις της, «ένα ποίημα γυμνό από λέξεις σαν τη μνήμη του κόσμου», ένα ποίημα «λευκό σαν ώρα θυσίας», για να το πάρει μαζί της, «μια στάλα από το αίμα της λάμπουσα, που θα περιέχει το Πλήρες».
Πραγματικά η Μαρία Λαμπαδαρίδου είναι «μια μικρή λάμπουσα ψυχή με τη σφραγίδα του αίματος» που κατέχει όλα τα μυστικά περάσματα, εκεί όπου «η σιωπή» (όπως εξομολογείται η ίδια στους στίχους της) είναι «πιο αρχάγγελος και η μνήμη πιο όρκος», εκεί «σε σπηλιές αγίων και κήπους χλωρούς που τους χτυπά η ηχώ του παραδείσου» και η φωνή της είναι «η από φωνές υδάτων πολλών φωνή / που ρέει με τους ψαλμούς και τους χρησμούς στα μεταξένια ρείθρα».
Χαίρομαι που μου δόθηκε η αφορμή να ξαναδιαβάσω την ποίησή της και να ξανακούσω την υπερκόσμια φωνή της έστω και σε αυτήν την τόσο εσπευσμένη ιχνηλασία μου στο ποιητικό έργο της.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό, Θέματα Λογοτεχνίας, τεύχος 39, 2008