Με μια λέξη από τον Αθήναιο {390 ΙΙ F } και τον Κλήμαντα τον Αλεξανδρέα { Στρωμ. 986, 31} ο Κώστας Χωρεάνθης αποχαιρέτησε το ποιητικό του σύμπαν, δίνοντας στην τελευταία του ποίηση μια διάσταση κοσμικού ρίγους. Και σίγουρα, είναι προφητικοί οι στίχοι που γράφονται σημαδεύοντας το επερχόμενο τέλος, ένα τέλος που το βιώνουν ερήμην μας οι μέσα οράσεις της ψυχής, αυτές που μόνες έχουν εξουσία στο Αόρατο.
Και όσο περιδιαβαίνω την ποίηση, τόσο βρίσκω αυτά τα σημάδια τα προφητικά, τους στίχους τους ιδιαίτερους που, με μόνη τη δύναμη της ποίησης, ανοίγουνε το δρόμο στην ψυχή, να αισθανθεί, να διαισθανθεί το βαθύ πέρασμα τής μεταλλαγής της σε φως και, από τον κόσμο της ύλης ακόμα, να βιώσει τη διάβασή της σε μιαν αστροθεσία υπερβατική, σε μια μετανάστευση άγνωστη.
Και δεν φοβάται ο Κώστας Χωρεάνθης να θεμελιώσει την ποίησή του στους ψαλμούς, { μια μέθοδος ποιητικής γραφής που την βρίσκουμε και στον Ελύτη , ” Τα θεμέλιά μου στα βουνά”, λέει ο Ελύτης, και ο ψαλμός: «οι θεμέλιοί μου εν τοις όρεσι” }, αλλά και πάνω στην θησαυρισμένη σοφία από την βαθιά αρχαιοελληνική του παιδεία, για να μας δώσει μια ποίηση με βιβλική ανάσα . “Δυνάστες αριθμήσανε τα κόκαλά μου”, γράφει. Και ο ψαλμός : ” Εξηρίθμησαν πάντα τα οστά μου” { ΚΑ΄18} και αλλού : “όσια λύπη χρυσό κέντρο της ψυχής “, ενώ στην Κλίμακα του Ιωάννου του Σιναϊτου διαβάζουμε : ” Πένθος εστί, κέντρον χρύσεον ψυχής”. και αλλού, ένα αδέσποτο μελικό απόσπασμα ανάμεσα στους στίχους του : ” ΄Ιθι, Μάτερ μεγάλα!”
΄Ετσι που η ποίησή του ολόκληρη γίνεται μια σύνθεση που αγκαλιάζει τον τρισχιλιετή χρόνο που κουβαλάμε στην εφημερότητά μας.
Ο Κώστας Χωρεάνθης, που έφυγε πριν ένα χρόνο σε πλήρη ακόμα πνευματική ακμή, ήταν ένας σεμνός ποιητής, με την αξιοπρέπεια που χαρακτηρίζει τους γνήσιους διακόνους του πνεύματος. ΄Εφυγε με τα συρτάρια του γεμάτα από πολύτιμες εργασίες, σημαντικές, χωρίς να δικαιωθεί παρά στο ελάχιστο ο τεράστιος μόχθος του. Ο χρόνος του φύλαγε τη δικαίωση για Μετά. Αυτό το Μετά, που βασανίζει τον κάθε δημιουργό. Και τώρα, όπως διάβασα στις αναγγελίες των βιβλίων, προγραμματίστηκαν για να εκδοθούν κάποια έργα του, που αξίζει να αναφέρουμε : “Ανθολογία ποιημάτων από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή με θέμα τα πουλιά”. “Αρχαίες Ελληνίδες ποιήτριες”. “Μελικοί ποιητές”. “Ρουφίνου, ερωτικά επιγράμματα”. “Δημητρίου, Περί ερμηνείας”. ” Σοφοκλή: “Ιχνευτές ερμηνεία και σχόλια”. Και όλα αυτά είναι μόνον ένα μέρος από το έργο που άφησε.
Και εδώ σκέφτεται κανείς τις ατέλειωτες ώρες που δούλεψε με αφοσίωση ασκητή, από αγάπη και μόνο για εκείνους τους πνευματικούς θησαυρούς που κείνται πίσω από τις μέρες μας, σε μιαν απόσταση αδιαφορίας ή και αγνωσίας, σε μιαν απόσταση λήθης των καιρών. ΄Ομως πάντα υπάρχουν κάποιοι φωτισμένοι άνθρωποι για να πάει μπροστά ο τόπος από τις εξαιρέσεις του.
Και σε αυτό το ποιητικό έργο, είναι σαφής η ανθρώπινη θέση του Κώστα Χωρεάνθη, έτσι όπως την κατέθεσε στο σημαντικό έργο του ” Σταυρός του Γένους, Κοσμάς ο Αιτωλός”, ένα πλατύ και πηγαίο χορωδιακό ποίημα, που μέσα από το μαρτύριο του Κοσμά του Αιτωλού, περνά ολόκληρος ο σταυρός του Γένους, και που μελοποιημένο παρουσιάστηκε επανειλημμένα. Αυτό και μόνο το έργο του, που δραματοποιεί με άπειρους χρωματισμούς της ψυχής και του ανθρώπινου πόνου, τη ζωή του περιπλανώμενου Αγίου, καταξιώνει τον Χωρεάνθη ανάμεσα στους σημαντικούς ποιητές, εκείνους που έσκυψαν, που αφουγκράστηκαν τις πληγές και τον κάματο του γένους.
Στην τελευταία αυτή ποιητική του συλλογή, όπως και στις προηγούμενες, οι στίχοι επανέρχονται σαν σε χορικό τραγωδίας, ανακυκλίζοντας την αρχική εικόνα ή διαφοροποιώντας την με μια ροϊκή παραλλαγή. Υπάρχει ένας διάχυτος υπερρεαλιστικός σε πολλά σημεία λυρισμός, και ένας ρυθμός κύκλιος, που επανέρχεται ίδιος παφλασμός, σαν για να εκχυθεί ο χυμός του λόγου, το αίμα του λόγου, που είναι χυμός και αίμα του ανθρώπινου κάματου.
Διαλέγω κάποιους στίχους: “όρθιες ώρες σταλάζουνε στις πέτρες τη σιωπή, γύρω από μια πατρίδα με το φως σταυρό στην κορυφή της”. Και αλλού: “Ανάσα των λαών / τους φέγγει η πείνα ως τα θλασμένα κόκαλα αστραπή/ στου δειλινού τον ίσκιο όπου χλωμιάζει / η αγιοσύνη των αιμάτων”.
Μικρός λόγος μνήμης και επειδή η λήθη πολλή.
Εφημερίδα Καθημερινή, 10 Μαρτίου 1998
Δημοσιεύτηκε με τίτλο: Μια συλλογή αποχαιρετισμός