- Εκδόσεις: κέδρος (ύπο νέα έκδοση)
- ISBN: 9789600434040
Είναι η διαδρομή της ζωής μου μέσα από την ποίηση. Τίποτα δεν μου ήταν πιο δύσκολο από το να γράψω για τη ζωή μου. Για τα βήματα που με έφεραν από το ένα βιβλίο στο άλλο. Για τα γεγονότα που με χάραξαν, για τον πόνο. Η ποίηση ήταν πάντα το δομικό υλικό, το ακατέργαστο, των μυθιστορημάτων μου.
Κριτικές
Μαζεύω τα υπάρχοντά μου, κριτική μελέτη της Άντας Γκίβαλου
Ποιητικά θραύσματα από μνήμη και όνειρο, κριτική της Ελένης Γκίκα 1
Ποιητικά θραύσματα από μνήμη και όνειρο, κριτική της Ελένης Γκίκα 2
Συνεντεύξεις
Μαζεύω τα υπάρχοντά μου, Συνέντευξη στην ημερήσια εφημερίδα Εμπρός της Λέσβου
Συνέντευξη στην Ειρήνη Μπέλα, Βραδυνή 1 Συνέντευξη στην Ειρήνη Μπέλλα, Βραδυνή 2
Συνέντευξη στην εφημερίδα Εμπρός 1 Συνέντευξη στην εφημερίδα Εμπρός 2
Κι όταν το βρεις
Κι όταν το ανταμώσειςΜικρό παιδί αμίλητο
Δώσε του τη σταγόνα το αίμα μου
Να τηνε κάνει όρκο
Μην πάει και πιει τη λησμονιά
Μη το νερό της λήθης
Να τηνε κάνει αρόδο
Στο πέρασμα το τρίσβαθο.Είπα να μην του ξαναγράψω
Έτσι μικρό που έφυγε
Μην το βαρύνουν δάκρυα
Μην το τρομάξει η άβυσσος – όπου
Ανασύρω την ηχώ
από τις πέτρες που έριξα
Να την πατώσω
Χρόνια η ηχώ της άβυσσος
Και πατωμό δεν έχει
Σάμπως μ’ ένα κουβά να την τραβώ
Μ’ ένα σκοινί που τρίζει
Μα είναι βαριά τα δάκρυα
Και τηνε πάνε κάτωΜόνο η ηχώ της άβυσσος ουου ου ου
Ίδιο νανούρισμα.Ω, η απουσία Μάνα μου
Σηκώθηκε σαν θύελλα
Σαν ρούχο που πενθεί το σώμα
Και τα νερά ασημίζουν
Σάμπως να τ’ ακουμπάει νεκρός
Σάμπως να γυροφέρνει ψυχή
Που της αρνήθηκαν την άνοιξηΠε του
Μη γελαστεί και βάλει προσκεφάλι του τη λήθη
Κάλλιο σε πέτρα ν’ ακουμπά
σε ηχώ της ερημίας
Κάλλιο στου ύπνου μου τις άναρθρες ραγισματιές
Ο ύπνος είναι ζωντανός, πε του
Να το θυμάται(Από την ποιητική συλλογή Και θέα προς το Αμίλητο, Μαζεύω τα υπάρχοντά μου, σελ. 375).
*********************
SIXTH PASSAGE
The Agony of TransparencyAnd time falls off me in pieces
Unfastening the flesh
Perfumed onceMy sleep full of fissures
Like old clothes
Illuminates the dreams
And pushes me continually toward the inner side—where
Silence, solid,
Stirs, bottomless
I am afraid, I say
I fix my eyes wide-open
In sleep, a living man is in contact with the dead, he said*
I can no longer hide in sleep
I am transparent
And my dreams flow from the flesh
Full of expropriated paradises
I shine
Like used time
Eroded by my tears — one
Good Friday
As they were taking my soul down from the Cross
And night broke
A solitary rose
Like the child that went away
Naked
To its upper world
And my body filled with stars.*
One Good Friday
I saw light flowing from the wound
And the naked child upon the Cross
Evangelizing the worldI am the mother of the Crucifixion, I
And my eyes, full of blood
Seek the lightI am the mother of the bitter parting
And my hands, wounds,
Illuminate all the mystic passages
That I may find you
In your upper world*
One Good Friday
I slept upon the Cross
And my sleep filled with heavens
Immobilized
My blood flows azure lilies since then
And the abyss nestled in the wound
Liberates the myrrh
The abyss, solid
Like pagan amber
Dissolves the brilliance
To liberate my flesh*
I saw the blood flow in the streets
Sweeping away the child’s eyes
I stood amidst the crowd
A desert
My hands still being interred
And a smell of Chaos covered
The perfumed corpse.Good Friday, 1988, from the poetry “Mystic Passage”