Να αγαπάς έναν τόπο σημαίνει να ελευθερώνεσαι μέσα από την αγάπη σου γι’ αυτόν
Στην αυγή της νέας χιλιετίας όπου φτάσαμε, με την εισβολή της τεχνολογίας να σαρώνει αιώνων αντιλήψεις και παραδόσεις, με τις αλλαγές στο κοινωνικό και ανθρώπινο επίπεδο να εξουσιάζουν όλο και πιο βαθιά τα νοητικά και ψυχικά μας πεδία, με την έλευση μιας ισοπεδωτικής παγκοσμιοποίησης που απειλεί – εάν δεν γίνει με προσεκτικά βήματα – να εξαφανίσει τους πολιτισμούς των μικρών χωρών, η δημιουργία ανθρώπινων αντιστάσεων, η συνένωση των δυνάμεων για τη διάσωση της μνήμης του τόπου, για τη διάσωση του πολιτισμού του, της πνευματικής του ταυτότητάς, γίνεται ολοένα και πιο αγωνιώδης επιβεβλημένη ανάγκη.
Γιατί ο πολιτισμός είναι δύναμη. Είναι η μοναδική δύναμη που θα αντισταθεί στους παντοειδείς “φίλους τους ντυμένους εχθρούς”, όπως τους είπε ο ποιητής. Και η συνένωση των ανθρώπινων δυνάμεων στο πνεύμα του πολιτισμού του τόπου τους είναι η μόνη άμυνα ενάντια στη σαρωτική λήθη αλλά και ενάντια στο κερδοφόρο πνεύμα των καιρών: να διαφυλαχθούν τα όσια και τα ιερά αυτού του πολιτσμού, όχι μόνο στον τόπο αλλά πρώτιστα στις καρδιές.
Φαντάζομαι πως με κάλεσαν να απευθύνω αυτόν τον χαιρετισμό, γιατί, ως συγγραφέας, σε όλα μου τα βιβλία, έγραψα για τη Λήμνο. Από την εποχή που ούτε καν πίστευα πως κάποιος Λήμνιος θα τύχαινε να τα διαβάσει. Και τα έγραψα με αγάπη, με ψυχή, με πόνο για όσα την πονούν.
Εκείνο που θέλω να πω τούτη τη στιγμή είναι ότι, προβάλλοντας την ιστορία της και τον πολιτισμό της μέσα από τα βιβλία μου, δεν πρόσφερα εγώ στη Λήμνο, αλλά η Λήμνος σ’ εμένα. Ήταν η ευλογία να υπάρχω μέσα από τη δική της μοίρα. Η ευλογία να έχω γεννηθεί και γαλουχηθεί σ’ ετούτο το αιγαιοπελαγίτικο νησί με των τεσσάρων χρόνων τον υψηλό πολιτισμό.
Σήμερα, ύστερα από τη μακριά και πολύμοχθη διαδρομή μου, πιστεύω πια πως όσο πιο βαθιές είναι οι ρίζες που έχει κανείς στον τόπο του, στην ιδιαίτερη γη του, τόσο πιο παγκόσμιο είναι το έργο του. Το οποιοδήποτε έργο, το προσωπικό του καθενός.
Και αυτό το συνειδητοποίησα, όταν κάποτε βρέθηκα μακριά της. Τότε κατάλαβα τι σημαίνει ν’αγαπάς τον τόπο σου. Να σε πληγώνουν όσα τον πληγώνουν. Τότε έμαθα πως αυτά που κουβαλάει η ψυχή στην εφήμερη διαδρομή της δεν είναι τα πιο πολυτελή, ως βιώματα, κι ούτε τα πιο φανταχτερά, αλλά τα πιο ταπεινά, και γι’ αυτό τα πιο ουσιαστικά.
Είμαστε πολίτες του κόσμου. Όμως πρωτίστως είμαστε πολίτες του τόπου μας, της γης μας, της μικρής γεωγραφικά χώρας μας, της ιδιαίτερης πατρίδας μας. Αυτή είναι η ταυτότητα του πολιτισμού μας, που μας κάνει υπερήφανους, η ταυτότητα που έχει τη σφραγίδα του αίματος των αγώνων της και της συλλογικής μνήμης.
Το μήνυμα που θέλω να δώσω με αυτά τα λίγα λόγια, είναι: Μέσα από τις συζητήσεις που θα κάνετε, μέσα από την αναζήτηση κοινών στόχων για την δημιουργία νέων δεσμών στο πνεύμα των καιρών που ξημέρωσαν, να θυμηθείτε τα παιδιά που μεγαλώνουν στις μακρινές χώρες, δίχως μνήμες από την μικρή ιδιαίτερη πατρίδα των γονιών τους. Δίχως προσωπικές αναμνήσεις και βιώματα παιδικά. Λέει ο Ρίλκε τούτο το ωραίο: Οι τόποι όπου ονειρευτήκαμε παιδιά, οι τόποι όπου ζήσαμε την πρώτη μοναξιά μας, δένονται παράφορα με τον χρόνο της ωριμότητας.
Γι’ αυτό λέω: Θυμηθείτε τα παιδιά που μεγαλώνουν σ’ έναν τόπο διαφορετικό από την μικρή πατρίδα των γονιών τους. Θυμηθείτε τα σε δύο επίπεδα μέριμνας: Το πρώτο σημαίνει: Δώστε τους να διαβάσουν τα κατάλληλα βιβλία ώστε ν’ αγαπήσουν τον τόπο της καταγωγής τους. Να αισθανθούν υπερήφανα για τη μικρή αυτή μακρινή πατρίδα τους. Πρώτα να διαβάσουν. Πρώτα να μάθουν τι σημαίνει να είσαι ελληνόπουλο, τι σημαίνει ακόμα να κατάγεσαι από τη Λήμνο, το νησί που ενέπνευσε πέντε τραγωδίες στους τραγικούς μας ποιητές, το νησί που ύμνησε ο Όμηρος. Να μάθουν ποια ήταν η Μαρούλα της Λήμνου, η μικρή αυτή όμορφη ηρωίδα που τιμά την ιστορία μας.
Το λέω ξανά: Να αισθανθούν υπερήφανα τα παιδιά. Η πατρίδα μας δεν είναι αυτή που δυσφημίζουν οι διάφοροι ανθέλληνες. Είναι η πατρίδα του Μακρυγιάννη, του Ελύτη, του Παλαμά, του Σικελιανού, του Σεφέρη. Είναι η πατρίδα των αγώνων και της αυτοθυσίας. Ας τα γνωρίσουν τα παιδιά όλα αυτά. Και μετά: Θα ζητήσουν μόνα τους να έρθουν. Μετά θα κάνουν τόπο στην ψυχή τους να την χωρέσουν.
Έχω μια πικρή εμπειρία. Βρέθηκα κάποτε – σε ένα συνέδριο λογοτεχνικό σε μια μακρινή ήπειρο. Και με παρακάλεσαν να πάω σε κάτι ελληνικά σχολεία. Είχαν μαζέψει όλα τα παιδιά, τα εκεί ελληνόπουλα. Ντράπηκα – πόνεσα όταν μου είπαν πως δεν θέλουν να λένε ότι είναι Έλληνες. Και ύστερα από μια συζήτηση που μου πήρε τη μισή ψυχή μου, να προσπαθώ να τους πείσω πως είναι πολύ λανθασμένη η άποψη που σχημάτισαν – ποιος ξέρει πώς και γιατί – δεν με άφηναν να φύγω. Ήθελαν ακόμα να τους μιλώ, να τους ηρεμώ, να τους λέω πως αυτή η μακρινή πατρίδα τους είναι η λαμπρότερη του κόσμου, γιατί αυτή έδωσε τα φώτα του πολιτισμού σε όλους τους λαούς. Αυτό ήθελαν ν’ ακούσουν. Ήθελαν να το πιστέψουν. Το είχαν ανάγκη.
Ελπίζω πως αυτό ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση. Όπως και να ΄ναι, εάν θέλετε πραγματικά να δημιουργήσετε δεσμούς ανάμεσα στην πατρίδα, έτσι όπως διαμορφώθηκε από το πνέυμα των καιρών που τείνει να καταργήσει τις αποστάσεις, και σ’ αυτά τα παιδιά που μεγαλώνουν διχασμένα και μέσα σε πλήρη άγνοια και παραπλάνηση, πιστεύω πως πρέπει να αρχίσετε από εκεί: Από την παιδεία. Παιδεία της ψυχής – σε σχέση με την ιστορία και τον πολιτισμό της πατρίδας. Από την βιβλιοθήκη του καλού βιβλίου. Από την σωστή ενημέρωση με πρόσκληση ίσως φωτισμένων ανθρώπων που θα τους μιλήσουν.
Ο δεσμός πρέπει να περάσει πρώτα από τη συνείδηση και από την καρδιά για να γίνει δεσμός αίματος με τη γη των προγόνων τους.Ας θυμηθούμε πως όλη η ζωή μας της ωριμότητας είναι μια αναφορά σ’ αυτό που ζήσαμε στην παιδική μας ηλικία.
Έχοντας γράψει τα βιβλία που έγραψα, έχοντας δουλέψει μια ζωή πάνω στη σκέψη, έμαθα τούτο:
Να αγαπάς έναν τόπο σημαίνει να ελευθερώνεσαι μέσα από την αγάπη σου γι’ αυτόν.
Αυτό το σημαντικό έμαθα: Πως η αγάπη για τον τόπο σου σε ελευθερώνει σαν άνθρωπο. Είναι σαν να ξεπερνάς τα μικρά και τα λίγα, εκείνα που πληγώνουν από άλλους δρόμους καθημερινούς, και να μένεις στα μεγάλα και τα αιώνια, εκείνα που δικαιώνουν την ανθρώπινη ύπαρξή σου μέσα στον κόσμο.
Έμαθα ακόμα πως η οικουμενικότητα – που τόσος λόγος γίνεται σήμερα γι’ αυτήν – ξεκινάει από τον μέσα κόσμο της ψυχής, εκεί που στην ουσία πραγματοποιείται ο έξω κόσμος. Εκεί όπου οι αναλογίες παίρνουν μιαν άλλη έννοια. Γιατί, για να θυμηθούμε τον στίχο του ποιητή, “δεν είναι πάντα πιο μικρό το σπίτι από του βουνό, δεν είναι πάντα πιο μεγάλος από το λουλούδι ο άνθρωπος”.
Αυτή η ποιητική αναλογία θα μπορούσε να μας δώσει το μέγεθος των αξιών σε σχέση με τον μικρό αυτόν τόπο που τον είπαν πατρίδα.
Χαιρετισμός στο Συνέδριο Αποδήμων Λημνίων
Μύρινα Λήμνου, Αύγουστος, 2000