Ένας σημαντικός τόμος της Ζακλίν Ντε Ρομιγύ, της μεγάλης κυρίας των Γαλλικών Γραμμάτων, που αγάπησε όσο λίγοι φιλέλληνες τον ελληνικό πολιτισμό και αφιέρωσε τη ζωή της σ’ αυτόν, ιδιαίτερα στον Θουκυδίδη, τον Αισχύλο και την ιστορία των ιδεών στην αρχαία Ελλάδα, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παπαδήμα, πλουτίζοντας την νεοελληνική γραμματεία με έναν πολύτιμο όσο και διαφωτιστικό τόμο. Είναι γνωστή η προσφορά των Εκδόσεων Παπαδήμα που εδώ και δεκαετίες κρατούν πιστά την ποιότητα των βιβλίων που επιλέγουν, συμβάλλοντας σε μια ιδιαίτερα αρχαιοελληνική γνώση και παιδεία.
Η Ζακλίν Ντε Ρομιγύ έγραψε τον παρόντα τόμο “Ο Θουκυδίδης και ο Αθηναϊκός Ιμπεριαλισμός” ως διδακτορική διατριβή στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Και η επιλογή του θέματος ήταν μια προσωπική της αλλά και ευρύτερα ανθρώπινη ανάγκη να βρει μια απάντηση από τα βάθη του χρόνου στα ερωτήματα εκείνης της σκοτεινής περιόδου. Σήμερα, εξήντα χρόνια μετά, συμπληρώνει: “Η πείρα των ετών που πέρασαν βεβαιώνει την ακατάβλητη δύναμη της σκέψης του Θουκυδίδη. Οι αναλύσεις του για την αυτοκρατορία της Αθήνας και για κάθε είδους αυτοκρατορία, για τους κινδύνους της φιλοδοξίας, για τη δύναμη και για το δίκαιο, εμφανίζονται με όλη την αυστηρή λογική τους και με μία συνοχή που ολοένα ενισχύεται. Προσπαθώντας να παρακολουθήσουμε από κοντά την πορεία αυτής της σκέψης, τη βλέπουμε να αναπτύσσεται και να προχωρεί έτσι ώστε να συναντά σε κάθε βήμα την εποχή μας.”
Είναι η πρώτη γυναίκα που εκλέγεται στο College de France, στην έδρα για την Ελλάδα και τη διαμόρφωση της ηθικής και πολιτικής σκέψης. Η πρώτη γυναίκα που γίνεται μέλος της Ακαδημίας Επιγραφών και Λογοτεχνίας το 1975, και η δεύτερη που υποδέχεται στους κόλπους της η Γαλλική Ακαδημία το 1989. Επίσης, πρωτοστάτησε στη σταυροφορία για την επιβίωση των αρχαίων γλωσσών, ιδιαίτερα των ελληνικών, στο γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Από την ελληνική πλευρά, για την προσφορά της στον ελληνικό πνευματικό πολιτισμό, η Ζακλίν Ντε Ρομιγύ έχει τιμηθεί με το παράσημο του Τάγματος του Φοίνικος, έχει αναγνωρισθεί ως μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της έχει απονεμηθεί η ελληνική υπηκοότητα και έχει τιμηθεί με το βραβείο του Ιδρύματος Ωνάση.
Ο Θουκυδίδης και ο Αθηναϊκός Ιμπεριαλισμός είναι από τα πιο σημαντικά της έργα, καθώς μέχρι σήμερα βοηθά τους Θουκυδιδιστές όλου του κόσμου στις συνεχιζόμενες έρευνες που γίνονται στο έργο του. Ο καθαρός λόγος της μετάφρασης που έγινε από την Λύντια Στεφάνου αποδίδει την ακρίβεια της σκέψης της Ρομιγύ στις λεπτές αποχρώσεις της. Για την έννοια της λέξης “ιμπεριαλισμός” η ίδια αναφέρει ότι δεν υπάρχει αρχαία ελληνική λέξη που να αποδίδει ακριβώς το νόημα, εκτός από μία που εκφράζει την κυριαρχία, η λέξη “αρχή”. Έτσι η έννοια αποδίδεται με σύνθετες εκφράσεις, όπως
“οι άρχειν βουλόμενοι” (Δ΄ 61.5) ή όπως “όσοι έτεροι ετέρων ηξίωσαν άρχειν” (Β΄ 64.5).
Επισημαίνει επίσης ότι ο ιμπεριαλισμός αρχίζει να εκδηλώνεται αμέσως μετά τους Μηδικούς πολέμους και συνεχίζεται ως κυριαρχική πολιτική σε όλη τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, έως την τελική κατάρρευση της Αθηναϊκής αυτοκρατορίας με την καταστροφή του 404. Η ιδέα της “αρχής”, η υπεράσπισή της αυταρχικά ή κατακτητικά, οδήγησε τους Αθηναίους στην τελική ήττα. Γιατί, όπως τελικά διαπιστώνει ο Θουκυδίδης, η άμετρη φιλοδοξία, η έπαρση της δύναμης, ο ηθικός εκτροχιασμός του Αθηναϊκού και κάθε άλλου ιμπεριαλισμού είναι αναπόφευκτο να συντριβούν. Η λέξη “ύβρις” δεν ανήκει μόνον στο χώρο της αρχαίας μεταφυσικής και ηθικής, αλλά και σε συγκεκριμένες πολιτικές διαδικασίες, σε πολιτικές αρχές, που ξεπερνούν το μέτρο του δικαίου και της ηθικής, αυτές που μελετά με το έργο του ο Θουκυδίδης για να καταλήξει στη διατύπωση νόμων και ορισμών που ισχύουν “ες αεί”. Και η Ζακλίν ντε Ρομιγύ, με τη δική της διεισδυτική και αυστηρή σκέψη, φωτίζει και αναλύει το έργο του Θουκυδίδη, επισημαίνει τα σημεία που σχετίζονται με τον Αθηναϊκό Ιμπεριαλισμό, αντικρούει τις άπειρες προηγούμενες μελέτες και έρευνες που έγιναν πάνω στο θέμα αυτό – αφού άλλοι είδαν τον Θουκυδίδη σαν φανατικό οπαδό του ιμπεριαλισμού και άλλοι σαν αντίπαλό του -, παρακολουθεί τις αλλαγές στο ίδιο το έργο του και, τέλος, διατυπώνει σταθερά τις προσωπικές της απόψεις προσπαθώντας, όπως γράφει, να αγγίξει τη σκέψη (του Θουκυδίδη) “στη ζωντανή κίνησή της”, να αποσπάσει τις ιδέες μέσα από τη ζωντανή πραγματικότητα του γίγνεσθαι. Και μιλώντας για τον Αθηναϊκό Ιμπεριαλισμό, φωτίζει παράλληλα και το αντιμαχόμενο θέμα της γένεσης του έργου του Θουκυδίδη.
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, “Η θέση του Αθηναϊκού Ιμπεριαλισμού στο έργο του Θουκυδίδη”, αναφέρεται στις αιτίες του πολέμου και στην ιστορία του. Ο αθηναϊκός ιμπεριαλισμός, γράφει, εξηγεί τον πόλεμο και, ταυτόχρονα, παίζει έναν σημαντικό ρόλο στη διεξαγωγή του. Ο Περικλής δικαιολογεί την πολιτική του που είναι κυριαρχική και επεκτατική. Και η Ρομιγύ επισημαίνει τις φράσεις του Θουκυδίδη τις σχετικές με το ιμπεριαλιστικό πνεύμα που επικρατούσε: “οι δε μειζόνων τε ωρέγοντο”. Κι αλλού: “τα μεν εαυτού έχει, του πλείονος δε ορεγόμενος εκών τινι επέρχεται”.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, “Η μορφή του Αθηναϊκού Ιμπεριαλισμού στο έργο του Θουκυδίδη”, η Ρομιγύ συσχετίζει και αναλύει τα διάφορα κείμενα του έργου του, που μιλούν για την αθηναϊκή φιλοδοξία και την αθηναϊκή κυριαρχία. Αναγνωρίσιμα είναι τα στοιχεία που εμπεριέχονται στους λόγους του Περικλή και των άλλων Αθηναίων αρχηγών, τονίζοντας τις λέξεις “τιμή”, “λαμπρότης”, “δόξα”, “θαυμάζεσθαι”. Η Αθηναϊκή κυριαρχία πάλι αναγνωρίζεται στις λέξεις “ηγείσθαι”, “άρχειν”, “ξύμμαχος” , ενώ ο Θουκυδίδης ονομάζει με μια λέξη όλους εκείνους που υποδούλωναν, “δουλούν”. Έτσι ολόκληρη η Αθηναϊκή κυριαρχία γίνεται ένα όργανο που χρησιμοποιεί η αθηναϊκή φιλοδοξία και η αρχή γίνεται μια δύναμις επίφοβα στραμμένη προς τα έξω.
Ως συμπεράσματα για το πώς κρίνει ο Θουκυδίδης τον Αθηναϊκό Ιμπεριαλισμό, η Ρομιγύ επισημαίνει ότι, προβάλλοντας την εικόνα της αθηναϊκής φιλοδοξίας, αναγνωρίζει και την ευθύνη της Αθήνας για την έκβαση των καταστροφικών συνεπειών του πολέμου. Κι ωστόσο, ο Θουκυδίδης, σημειώνει η Ρομιγύ, “αγαπά τη δύναμη της Αθήνας, την εγκωμιάζει με λέξεις γεμάτες συγκίνηση”. Δεν παύει όμως να κρίνει την υπερβολή ή την παρεκτροπή από το δίκαιο.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, εξετάζονται “Οι διαδοχικές όψεις του Αθηναϊκού Ιμπεριαλισμού” σε σχέση με τη γένεση του έργου του Θουκυδίδη. Το πρώτο κεφάλαιο του μέρους αναφέρεται στον Περικλή και τους περί αυτόν, στον αντίπαλό του Κίμωνα, στον Λυσία. Γίνεται εμβριθής ανάλυση των λόγων τους, ιδιαίτερα του Επιταφίου του Περικλή, και της στάσης που τήρησε έκαστος έναντι του συνεχιζόμενου πολέμου. Η Ρομιγύ, προκειμένου να δώσει μια πιο σαφή εικόνα των πραγμάτων αναφέρεται ακόμη και στον Αριστοφάνη και στον Ευριπίδη, στον Πλάτωνα, στον Σωκράτη. Οπουδήποτε υπάρχει έστω και η ελάχιστη αναφορά στις ιδέες ή τις συνέπειες του πολέμου, η Ρομιγύ την επισημαίνει με ακρίβεια και την αναλύει. Στο δεύτερο κεφάλαιο εξετάζεται ο Κλέων και ο ρόλος που έπαιξε στην έκβαση του πολέμου. Εμπεριέχεται η “Αποστασία της Μυτιλήνης” και “Η υπόθεση της Πύλου”. Και περνά στο τρίτο κεφάλαιο που μιλά για τον Αλκιβιάδη και την “Πολιτική της συμμαχίας με το Άργος”. Συνεχίζει με την “Εκστρατεία της Σικελίας” και διατυπώνει τα συμπεράσματά της. “Ο Θουκυδίδης, γράφει, υπερτινίζοντας, ανάλογα με τις εποχές, πότε τα λάθη των μεν πότε την αξία των δε, δεν έπαψε ποτέ να χαράζει μια βαθιά τομή ανάμεσα στον Περικλή και τους διαδόχους του. Γιατί αιτία του κακού δεν είναι κανένας από αυτούς τους άνδρες, αλλά η πόλη”, οι Αθηναίοι που ήθελαν ολοένα και περισσότερα.
Στο τρίτο μέρος εξετάζεται “Η Ενότητα του Αθηναϊκού Ιμπεριαλισμού” και η αναγωγή του σε μια γενική ιδέα. Αναλύει τον λόγο του Ισοκράτη “Περί Ειρήνης”, που κρίνει τον ιμπεριαλισμό επισημαίνοντας ότι οι Αθηναίοι, έχοντας δράσει σαν τύραννοι, συνάντησαν τη μοίρα των τυράννων. Η αρχή τούς διέφθειρε και μετά τους συνέτριψε. Όμως ο Θουκυδίδης ήταν πολύ πιστός στον Περικλή για να το δεχτεί αυτό. Και ο λόγος της Ρομιγύ κορυφώνεται προς το τέλος του βιβλίου, όταν μιλά για την ηθική του δικαίου και για την αναπόφευκτη ήττα του αθηναϊκού ιμπεριαλισμού, αφού οι Αθηναίοι “πλειόνων ωρέγοντο” και επισημαίνει τον στίχο του Ευριπίδη “ύβριν τε τίκτει πλούτος, ου φειδώ βίου” Το βιβλίο τελειώνει με την “ύβρι”, φτάνοντας στο ορόσημο του 404, στην τελική καταστροφή, και ανοίγει τον νέο αιώνα με τη φιλοσοφία που βγήκε από τα τραύματα του πολέμου. Το 404 σημάδεψε την κατάρρευση του ιμπεριαλισμού και την ήττα της πόλης, στρέφοντας τη σκέψη των ανθρώπων προς την κατεύθυνση της καθαρής σκέψης, της φιλοσοφίας. Έτσι ξημέρωσε ο κατεξοχήν αιώνας των φιλοσόφων.
Το Βήμα της Κυριακής, 1 Ιουλίου 2001
Θέματα Λογοτεχνίας (τεύχος 18)