Διαβάζοντας το Μυστικό Πέρασμα
Σίγουρα οι αναγνώστες αυτής της ποίησης θα οδηγηθούν σε πρωτόγνωρα άλση μιας αλγεινής τέρψης, σε λειμώνες νέους ενός εκστασιακού προοιωνισμού, από τον έντονο, ενίοτε αχαλίνωτο λυρισμό της ποιήτριας. Ο τίτλος της παρούσης συλλογής, Μυστικό Πέρασμα, μπορεί, σε κάποιους να υπαινίσσεται εικόνες διανόησης, εικόνες γαλήνιου υπερβατισμού. Όμως αυτή η ποιήτρια είναι φτιαγμένη από την ακατάπαυστη κίνηση. Ακόμη και όταν κλαίει, μοιάζει να χορεύει, να χορεύει στο δρόμο της προς το Θεό.
Ο χειμώνας θα με βρει γυμνή
Σ’ ένα ερειπωμένο δωμάτιο
Με το χρόνο ν’ αναβλύζει από τα τρύπια πατώματα
Ο χειμώνας θα με βρει να σκαλίζω τη στάχτη από την ποίησή μου
Ποιος ομιλεί; Ομιλεί η ποιήτρια διαλογιζόμενη το θάνατο; Είναι η φωνή κάποιου ειδωλολάτρη, ενός προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης, ενός Χριστιανού, μιας γυναίκας του καιρού μας;
Φαίνεται πως είναι όλα αυτά μαζί, όλα σε ένα. Αυτή η ποιότητα της ενότητας είναι διεισδυτική, όχι μόνο γιατί όλα στην ποίησή της είναι συνδεδεμένα, αλλά επίσης γιατί είναι εκεί για όλους. Εγώ, η ποίηση, και ο βαθύς εαυτός είναι όλα ένα. Ιδού, και όταν ακόμη ο μύχιος εαυτός εμφανίζεται, η ποίηση βρίσκεται σχεδόν πάντα σε ένα κοινό, θυσιαστικό ευρύτερο πλαίσιο:
Ορθώνω την ποίησή μου ενάντια
«Ιμάτιον ρεραντισμένον αίματι»
Το καίω να ζεσταθώ.
Ο κόσμος της Μ.Λ.Π. δεν είναι κόσμος του πνεύματος με την Αγγλική έννοια της λέξης. Γι’ αυτήν, είναι η ψυχή της που αγωνίζεται «να λύσει τους δεσμούς», μια ψυχή που είναι πάντα ριζωμένη στη γη, ακόμη και όταν πηγαίνει πέρα από το «μυστικό πέρασμα». Είναι η ψυχή που «οσμίζεται» και ζητά να αποδεσμευτεί από το σώμα που φέρει μέσα του την «οσμή από αίμα της γέννας».
Το αδέσμευτο κενό, ο ουρανός, τα παγωμένα άστρα, η νύχτα που «διαπερνά» την ψυχή, ακόμη και το χάος, όλα αναδίδουν μιαν οσμή που με κανένα τρόπο δεν είναι άυλη ή μεταφυσική. Το πέρασμα στον άλλον καιρό πρόκειται να γίνει παρουσία ολόκληρου του στερεώματος και αρχίζει με την κάθοδο στα βάθη, όπου κατοικούν ως σκιές οι νέκυες. Η κοσμική πραγματικότητα της ποιήτριάς μας είναι γεμάτη από αβύσσους, από χαραμάδες, από ρωγμές. Το πέρασμά της μέσα από αυτή είναι στρωμένο με απανταχού παρούσες σταγόνες αίματος, με εκδικητικούς υακίνθους, με αμέτρητες υγρές φλόγες. Σαν από τη φωτιά του πάθους να ξαναγεννιέται, να γεννά και να γεννιέται ατέλειωτα, και αυτό το θαυμάσιο γεγονός είναι μια γνήσια οντογένεση της ψυχής της.
Γέρνω και κοιτάζομαι
Άνθος της άβυσσης νύχτας
Να περάσω το σώμα μου στον άλλον Καιρό
Ο διάχυτος αισθησιασμός των ποιημάτων του Μυστικού Περάσματος είναι σαφώς γυναικείος. Η φλόγα που αναφέρεται σε τόσους πολλούς στίχους της είναι ενίοτε η φλόγα της αγάπης, όμως, άλλοτε πάλι είναι η Ανάσταση μέσα από τις τελετουργίες των αναμμένων κεριών της εκκλησίας, της Ορθόδοξης Εκκλησίας, από το μυστικισμό και τις λειτουργικές τελετές με τις οποίες η ποιήτρια είναι εμποτισμένη.
Είμαι η μάνα της Σταύρωσης εγώ
Και τα μάτια μου γεμάτα αίμα
Ψάχνουν το φως
Εικόνες, καντήλια, θυμίαμα, οράματα από την Αποκάλυψη, σταυροί, άγγελοι, άγιοι, δεν είναι εικαστικά συμπληρώματα, αλλά μέρος της ίδιας της ουσίας της ζωής της. Κι αυτό δεν την εμποδίζει να ακούει τα βήματα του Ομήρου, του Ηράκλειτου, του Αναξαγόρα. Αρχαίο και σύγχρονο, παγανιστικό και χριστιανικό συνενώνονται δημιουργικά για να αποτελέσουν τον οντολογικό σπασμό που προηγείται του άλματος στο μυστικό πέρασμα. Η οσμή όλων των πραγμάτων, μεγάλων και μικρών, αυτή η οδυνόμενη πολύδακρυ ύπαρξή τους, κρατά άγρυπνη την ψυχή της. Και ιδού, στο «΄Ογδοο Πέρασμα» η οσμή της μνήμης στρέφει τους λυρικούς της τόνους σε επικό θρήνο για το χαμό της Ιωνίας, πατρίδα του πατέρα της, και κατά συνέπεια, δική της. Όμως, στην ποίησή της, ο κάθε θρήνος πρέπει να καταλήξει σε χαρά, λυτρωτική χαρά. Το ίδιο θέμα, στο «Ενδέκατο Πέρασμα» έχει ένα μεγαλοπρεπή επινίκιο τόνο, γίνεται μια ακατανίκητη κατάφαση ζωής.
Από την Προποντίδα οι μέρες μου ταξιδεμένες
Γεμάτες νησιά πριγκιπικά και μάλαμα τύμβων
Από κει έρχομαι σαν κύμα λευκό
Όρθιο πάνω στους ανέμους
Με μιαν οσμή βυθού και σιωπηλής ώρας
Υπάρχει ένας χώρος μέσα στην ψυχή της ποιήτριας τόσο ευρύς όσο ο έξω χώρος. Η λύρα του Ομήρου, οι αθάνατες λέξεις της Σαπφώς, οι σκοτεινοί και απόκρυφοι οραματισμοί των προ-Σωκρατικών φιλοσόφων, ο απόηχος των εσπερινών προσευχών, τα σήμαντρα της Αγίας Σοφίας, όλα υπάρχουν μέσα της άρρητα ενωμένα με την ψυχή της. Αυτά κάνουν την ποίησή της να μοιάζει πολυφωνική. Είναι η ίδια η ζωή που πάλλεται μέσα στις φλέβες της, αίμα της γέννας και οσμή της μνήμης.
Η Μ.Λ.Π. είναι μια παραγωγική συγγραφέας. Έχει γράψει θεατρικά έργα, μυθιστορήματα, αλλά και δύο φιλόδοξες κριτικές πραγματείες. Μία για τον Οδυσσέα Ελύτη και μία για τον Σάμουελ Μπέκετ. Γνώριζε και τους δύο νομπελίστες, ειδικά τον Μπέκετ, και είχε βαθιά επηρεαστεί από το έργο τους. Η ποίησή της αναβλύζει αυτοδύναμα και στα μυθιστορήματά της. Η ποίηση είναι η δύναμη που ζωοποιεί αδιάκοπα το έργο της και την ίδια. Η Λήμνος, το ωραίο νησί όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, σφράγισε τη ζωή της, τη γέμισε με δημιουργική ένταση. «Αυτός ο τόπος όπου γνώρισα τον πρώτο μου πόνο και την πρώτη μοναξιά, βρίσκεται σε καθετί που κάνω. Όταν είμαι μακριά του, τον αναζητώ, όπως κάποιος αναζητά την ψυχή του», μου είπε όταν την συνάντησα τον Σεπτέμβριο του 1996. Τότε τέλειωνε το μνημειώδες ιστορικό της μυθιστόρημα για την πτώση της Κωνσταντινούπολης. Αργότερα έμαθα ότι ο ελληνικός τίτλος του ήταν «Πήραν την Πόλη, πήραν την».
Ήξερα τότε ότι ήμουν μπροστά σε μια μεγάλη Ελληνίδα, μια γυναίκα των Ελληνικών Γραμμάτων, που η μνήμη της καίει αγάπη και θάνατο για να αναγεννιέται αέναα από τις στάχτες, όπως ο Φοίνιξ του πανάρχαιου μύθου.
This review has been published in the New York academic magazine THE CHARIOTEER, An Annual Review of Moderm Greek Culture, in 2000 – 2002, volume 39/40
Apostolos Athanasakis is a proffessor of classics in the University of Santa Barbara