«Μεταφυσικός καθρέφτης» του Δημήτρη Λαμπρέλλη
Τὸ «Σμαραγδένιο βουνό» τῆς Μαρίας Λαμπαδαρίδου – Πόθου, εἶναι ἕνα μυθιστόρημα μεταφυσικό· εἶναι ἕνα κείμενο – «μεταφυσικὸς καθρέφτης», ὅπως γράφει ἡ ἴδια. Στὸ ἐνδοκειμενικὸ πεδίο αὐτοῦ τοῦ Σμαραγδένιου της βουνοῦ, οἱ ἥρωες καὶ οἱ ἡρωίδες τῶν μυθιστορημάτων της, δροῦν, καὶ ζοῦν μιὰ ζωὴ στὸ πλαίσιο τῆς ὁποίας ἡ γραμμικότητα τοῦ χρόνου (: παρελθὸν ‒ παρὸν ‒ μέλλον) ἔχει καμφθεῖ καὶ ἔχει πλέον καταστεῖ ἕνας κύκλος, ὅπου τὸ παρὸν ἀκουμπᾶ στὸ παρελθόν — καὶ ἀντιστρόφως. Ἢ ἀλλιῶς: Τὸ παρελθὸν καὶ τὸ παρὸν εἶναι στὸ ἑξῆς μία συγχρονία· μία συγχρονία γιὰ τὴν ὁποίαν ἡ Λαμπαδαρίδου, ἄριστη καὶ εἰς βάθος γνώστρια τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ κόσμου, γνωρίζει τόσο τὴν προϋπόθεση ἐπίτευξής της ὅσο καὶ τὸ ὄνομά της: ἡ προϋπόθεση αὐτή —τὴν εἶχε κοινολογήσει ἄλλωστε ὁ Τειρεσίας στὸν Ὀδυσσέα— εἶναι τὸ αἷμα, ἡ ροὴ τοῦ αἵματος τῆς τελετουργικῆς θυσίας· καὶ τὸ ὄνομά της εἶναι ἕνα καὶ μοναδικό, ἀπαράλλαχτο καὶ ἀναλλοίωτο ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ὁμήρου: Νέκυια.
Ἡ συγγραφέας, πράγματι, στὶς διακόσιες καὶ πλέον σελίδες τοῦ «Σμαραγδένιου βουνοῦ» της στοιχηματίζει νὰ φέρει πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν μας αὐτὸν τὸν χῶρο τοῦ μυστηρίου καὶ τῆς τελετουργίας καὶ πάλι παρόντα· μόνον ποὺ ἐδῶ οἱ νεκροὶ συνομιλητές της δὲν εἶναι αὐτοὶ τοῦ Ὀδυσσέα, ἀλλὰ οἱ ἥρωες καὶ οἱ ἡρωίδες τῶν μυθοστορημάτων της. Ἀνεβαίνοντας, λοιπόν, τὸ «Σμαραγδένιο βουνό» ποὺ τοὺς περιλαμβάνει —ὅπως μᾶς ὁμολογεῖ ἡ ἴδια ἀλλὰ καὶ ὅπως ἡ ἴδια ἡ ἀνέλιξη τοῦ μυθιστορήματός της ἀποκαλύπτει—, ἡ συγγραφέας —διόλου παράδοξο ἀπὸ ἄποψη μεταφυσική— κατέρχεται στὸ σκοτάδι – Ἄδη, ὅπως ὁ ἐμβληματικὸς ἥρωάς της, ὁ «ἀγαπημένος» της «Ἄγγελος τῆς Στάχτης», ὁ Κωνσταντῖνος – Ὀρφέας, γιὰ νὰ ἑτοιμάσει —ὅμως, ἂς προσέξουμε— τὴν ἀνάβαση στὸ φῶς, στὸ «Ἄκτιστο φῶς». Στὸ «Σμαραγδένιο βουνό» τρέλα, στοίχειωμα, ὕπνος, ὄνειρο, ρίγος, περιπλάνηση, παράλογο, λογική, ἐγρήγορση, σκέψη, γαλήνη εἶναι ὅλες τους καταστάσεις ἀντίθετες μεταξύ τους κι ὡστόσο ἄρρηκτα συνυφασμένες· ὅμως, ἐπίσης, εἶναι ἀδιαχώριστη ἡ μυθιστορία μὲ τὴν πραγματικότητα, τὸ ἱστορικὸ παρελθὸν τῶν μυθιστορημάτων της ποὺ προηγήθηκαν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς συγγραφικῆς πορείας της, μὲ τὸ παρὸν εἴτε τῆς σύγχρονης ζωῆς στὴν Λῆμνο εἴτε —γιὰ παράδειγμα— στὸ Παρίσι. Θὰ πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι στὸ πλαίσιο αὐτό, ἡ συμβατικὴ ἀπόσταση, ἡ ὁριζόμενη ὡς ἀγεφύρωτη σιωπή, ἀνάμεσα στὴν μυθιστοριογράφο καὶ στὰ μυθιστορούμενα ἀπὸ τὴν ἴδια πρόσωπα, ἔχει πλέον καταργηθεῖ· ἔχει, ἐπιπλέον, καταργηθεῖ τὸ συμβατικὸ τέλος τῶν μυθιστορημάτων της, τὸ ὁριζόμενο ὡς πέρας τῆς ἀνέλιξης τοῦ κειμένου ἑνὸς ἑκάστου μυθιστορήματός της: Στὸ ἑξῆς, οἱ ἥρωες καὶ οἱ ἡρωίδες της συνομιλοῦν μαζί της καὶ παράλληλα συνεχίζουν τὴν πορεία τῆς ζωῆς τους, ἤ —διαφορετικά— ξαναζωντανεύουν ὅλοι αὐτοὶ καὶ ὅλες αὐτές, κατὰ τὴν ἀφηγηματική διάρκεια τοῦ χρόνου ποὺ ὁρίζει τὸ «Σμαραγδένιο βουνό».
Δὲν μποροῦμε, ὅμως, νὰ μὴν ὁμιλήσουμε καὶ πάλι, γιὰ τὸ αἷμα, αὐτὴν τὴν θεμελιώδη προϋπόθεση λειτουργίας – τελετουργίας τῆς νέκυιας αὐτοῦ τοῦ βιβλίου τῆς συγγραφέως: πρόκειται γιὰ τὸ αἷμα ποὺ κύλησε βίαια, τραγικά, ἀπὸ τοὺς ἥρωες καὶ τὶς ἡρωίδες της, ποὺ ἔχασαν σφαγιαζόμενοι τὴν ζωή τους ἢ γιὰ τὸ ἴδιο τὸ αἷμα τους ποὺ τὸ πένθησαν τὰ ἀγαπημένα τους πρόσωπα· πρόκειται, ἀκόμη, γιὰ τὸ ἴδιο τὸ αἷμα τῆς συγγραφέως ἡ ὁποία πόνεσε, πένθησε, ἀγωνιοῦσε στὴν ζωή της καὶ συγχρόνως πόνεσε, πένθησε, ἀγωνιοῦσε γιὰ ὅλα τοῦτα τὰ πλάσματα ποὺ γέννησε ἡ φαντασία της. Τὸ αἷμα τους καὶ τὸ αἷμα της —πού, ἄλλωστε, αὐτὸ τοὺς χάρισε τὴν μυθιστορηματικὴ ζωή τους—, ἑνώνει γιὰ πάντα τὴν Λαμπαδαρίδου μὲ τοὺς ἥρωες καὶ τὶς ἡρωίδες της στὴν ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας ποὺ τῆς διέφυγε —ὅπως σημειώνει στὴν ἀρχὴ τοῦ βιβλίου της—, δηλαδὴ στὴν προσπάθειά της νὰ διαφύγει ἀπὸ τὴν λήθη τοῦ τί εἶναι πραγματικὰ ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος, ὁ θάνατος καὶ ἡ ζωή.
Καταλήγουμε: Μὲ τὸ «Σμαραγδένιο βουνό», ἡ συγγραφέας μᾶς προσφέρει ἕνα μυθιστόρημα σχετικὸ μὲ τὴν ἀνηφορική της πορεία στὴν ὁδὸ τῆς ἀναζήτησης μιᾶς ἀπάντησης στὰ ἐρωτήματα γιὰ τὴν ζωή, τὸν θάνατο, τὸ νόημα τῆς ζωῆς, τὸν πόνο, τὴν ἀπελπισία, τὸν ἔρωτα, τὴν ἀγάπη, τὴν δημιουργία. «Φύσις κρύπτεσθαι φιλεῖ» ἀναφωνεῖ ὁ Ἡράκλειτος· αὐτό, λοιπόν, ποὺ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὴν φυσικὴ παρουσία τῶν πραγμάτων καὶ τῶν γεγονότων τῆς καθημερινότητάς μας, εἶναι ἡ μεταφυσικὴ ἀλήθεια τὴν ὁποίαν τόσο ἐπίπονα ἀναζητεῖ ἡ Λαμπαδαρίδου, οἱ ἥρωές της καὶ οἱ ἡρωίδες της· καὶ ὄχι ἁπλῶς ἐπίπονα, ἀλλὰ ματώνοντας ἡ ἴδια, αὐτοὶ καὶ αὐτές.
Ἀκριβῶς αὐτήν της τὴν θυσία, χάριν ἐκείνης τῆς μεταφυσικῆς ἀλήθειας ποὺ προαναφέραμε, τὴν χαιρόμαστε μετουσιωμένη μὲ τρόπο ἐξαιρετικὸ αἰσθητικά, στὸ παρουσιαζόμενο σήμερα ἔργο της τὸ σπουδαῖο «Σμαραγδένιον βουνό».
* Ο Δημήτρης Λαμπρέλλης είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Ποιητής. Έχει εκδωσει σημαντικά βιβλία φιλοσοφικού περιεχομένου, καθώς και βιβλία ποίησης. Από τα φιλοσοφικά: “Ο Εμπεδοκλής και το πέρασμα του λόγου”, “Οι Προσωκρατικοί”, “ΝΙΤΣΕ: Φιλόσοφος της πολλαπλότητας και της μάσκας”, και “Η επίδραση του Νίτσε στην Ελλάδα”, “Το βλέμμα και το αίμα” και άλλα.