«Ποτέ ο χρόνος δεν είναι τόσο βίαιος παρά όταν μοιάζει απών, όταν συνωμοτεί με τον πόνο μιας απώλειας, για να αιχμαλωτίσει το μέλλον»
Ο χρόνος ανοίγει και κλείνει κάθε κεφάλαιο στο τελευταίο σας μυθιστόρημα « Η Επέτειος των Ρόδων». Είναι ένας χρόνος τετελεσμένος ή ένας χρόνος ως ζων οργανισμός που εξελίσσεται;
Επειδή το μυθιστόρημα είναι όλο κι όλο έξι μέρες από τη ζωή μιας γυναίκας, έπρεπε να ενεργοποιήσω το χρόνο, να τον κάνω ελαστικό, ώστε μέσα σε αυτές τις έξι μέρες να χωρέσει ολόκληρη η ζωή της. Το παρελθόν της να παγιδεύει το μέλλον και να γίνεται ένα απέραντο παρόν. ΄Ετσι, στη δοκιμασία της των έξι ημερών, όλα όσα έζησε από παιδί αλλά και όσα ονειρεύτηκε βρίσκονται μέσα στην παρούσα στιγμή, ως μνήμη, ως
προσδοκία, ως ακατέργαστο γεγονός. Εκείνη βιώνει μόνον το ακατέργαστο γεγονός. Όμως το βιώνει με τέτοια παραφορά, που τα κύτταρά της διαστέλλονται και νοούν. Και αυτό που θέλει να εννοήσει είναι πώς έφτασε εδώ, πού έκανε λάθος και έφτασε εδώ, γιατί, εν τέλει, ήταν ένα «ελλιπές» πρόσωπο και γιατί αυτά που βλέπει σήμερα δεν μπόρεσε να τα δει στις ευτυχισμένες μέρες της. Με αυτή την έννοια ο χρόνος είναι
ζωντανός – στα μυθιστορήματά μου πάντα ο χρόνος είναι ζωντανός, είναι αυτός που διαμορφώνει το παρόν.
Τι είναι η επέτειος στη ζωή μας. Με επετείους τη μετράμε τη ζωή μας;
Είναι οι εξαιρετικές στιγμές. Αυτές που κατάφεραν να υπερβούν την ισοπεδωμένη καθημερινότητά μας και να διατηρηθούν ως λαμπερή μνήμη. Η ανάγκη μας να βιώσουμε ξανά αυτή τη λαμπερή μνήμη. Να βιώσουμε το εξαιρετικό. Και τώρα που το βλέπω, λέω πως γι’ αυτό αρχίζω το μυθιστόρημα από μια τέτοια λαμπερή στιγμή, που θα ανυψώσει τις έξι μέρες της ηρωίδας μου στη σφαίρα του εξαιρετικού. Γιατί δεν είναι έξι συνηθισμένες μέρες από τη ζωή μιας γυναίκας. Αντίθετα, είναι οι πλέον εξαιρετικές της ζωής της. Η δοκιμασία της για το παιδί που δεν γεννήθηκε ποτέ. Τρεις μέρες που σπάραξε να πάρει την απόφαση να το ρίξει και τρεις που σπάραξε να το σώσει. Το μυθιστόρημα είναι ένας ύμνος στη μητρότητα και, παράλληλα, ο ρεαλισμός της σκληρότητας του σύγχρονου κόσμου που συγκρούεται με την πιο ποιητική ώρα της γυναίκας, τη γέννηση του παιδιού της. Από εκεί και πέρα επανατοποθετεί τη ζωή της ως μάνα, ως γυναίκα, ως εργαζόμενη.
Μάνα που γέννησε και μάνα που δεν γέννησε. Στο μυθιστόρημα είναι μια ίδια ανάβαση στο πρόσωπο. Είναι το ίδιο τραγικό στοιχείο που περιέχεται στη δοκιμασία.
«Ποτέ ο χρόνος δεν είναι τόσο βίαιος παρά όταν μοιάζει απών, όταν συνωμοτεί με τον πόνο μιας απώλειας, για να αιχμαλωτίσει το μέλλον”. Σε μια πρόταση ενυπάρχει παρελθόν, παρόν και μέλλον.
Συμβαίνει γενικότερα στη ζωή μας κάπως έτσι;
Πάντα. Είτε το συνειδητοποιούμε, είτε όχι. Στη ζωή μου και στα βιβλία μου, με έχει απασχολήσει τόσο βασανιστικά η έννοια του χρόνου, που έχω ζήσει αυτές τις λεπτές ποιότητες, την ανεπαίσθητη κίνησή του στα συναισθήματα που μας αιχμαλωτίζουν ή μας ελευθερώνουν – και που πάντα υπάρχει μια αναφορά στο παρελθόν ή μια αναγωγή στο μέλλον. Και επειδή ο συγγραφέας αφετηριακά μιλά για την προσωπική του εμπειρία, μου κάνει κέφι να πω πώς βγήκε, από ποιο βίωμα βγήκε αυτή η φράση. Τα χρόνια της εφηβείας μου τα έζησα στη γενέτειρά μου, τη Λήμνο, που ήταν ένα όμορφο απομονωμένο – τότε – νησί, σαν ξεχασμένο πάνω στον χάρτη. Ερημικά χρόνια, ερημικά βράχια στο ακρογιάλι που αγαπούσα. Μια αφαίρεση του χρόνου, αφαίρεση ζωής. Κι εγώ στην ηλικία που έπρεπε να φύγω, να σπουδάσω, να βρω τον δρόμο μου. Ακόμα θυμούμαι εκείνη την αίσθηση της αφαίρεσης του χρόνου. Κι όταν άλλαξαν οι καιροί, όταν βρέθηκα με υποτροφία στο Παρίσι και ο χρόνος έσφυζε από ζωή, τότε, μόνο τότε συνειδητοποίησα πόσο πολύτιμος και ζωντανός ήταν εκείνος ο χρόνος της «αφαίρεσης», μια ανεξάντλητη πηγή όλων των βιβλίων μου.
Λέει σε κάποιο σημείο η Ουίννυ του Σάμουελ Μπέκετ, στις «Ωραίες Μέρες»: « Ο χρόνος άρχισε και πάλι να κυλά…» Ε, λοιπόν, αν δεν έχεις βιώσει ο ίδιος εκείνη την αφαίρεση του χρόνου, δεν μπορείς αυτό να το καταλάβεις βιωματικά. Το καταλαβαίνεις θεωρητικά.
«Είναι ένας θρίαμβος η κύηση, δεν το βλέπεις;
Μια συνδημιουργία με τον θεό!»
Νίκη στον χρόνο είναι;
Απολύτως. Εδώ είναι και μια βιολογική νίκη. Νικάς τον χρόνο με τη συνέχεια του κορμιού σου που συνεχίζει τη ζωή σε ένα άλλο πλάσμα.
Η γραφή είναι νίκη στο χρόνο;
Πολύ περισσότερο η γραφή που αντέχει στον χρόνο, που τον υπερβαίνει. Γι αυτό δεν γράφουμε; Ουσιαστικά για να νικήσουμε τον φόβο μας για τον χρόνο – που είναι φόβος για τον θάνατο.
«Η ΄Ιρις ένιωσε παγιδευμένη στον χρόνο», εσείς νιώσατε ποτέ παγιδευμένη;
Άπειρες φορές. Όμως κι εκείνος που δεν συνειδητοποιεί την παγίδα του στον χρόνο, δεν παύει να την βιώνει έξω από τη συνείδηση. Κι εδώ ο χρόνος δεν λειτουργεί μόνον ως παρόν. Λειτουργεί και ως παρελθόν χρόνος και ως προφητικός, που μας στέλλει τα σημάδια του μελλούμενου. Αυτό που ήμασταν είναι σήμερα μια αφαίρεση, μοιάζει με αφαίρεση, έχει τόση δύναμη όμως, τόση εξουσία πάνω μας, πάνω στην ψυχή μας, που διαμορφώνει το παρόν.
Το ιστορικό μυθιστόρημα το οποίο επίσης έχετε υπηρετήσει δίνοντάς του άλλες διαστάσεις, βαθύτερες, και μιαν άλλη πνοή, αναφέρεται σε έναν τετελεσμένο χρόνο; Και ποια πιθανότητα εξέλιξης σε αυτή την περίπτωση παρουσιάζουν τα γεγονότα;
Αναφέρονται σε έναν ζωντανό χρόνο. Υπάρχει μια διαφορά. Άλλο είναι να «περιγράφεις» το ιστορικό γεγονός ή τη ζωή μιας εποχής, σε μιαν αφηρημένη έκταση, και άλλο να βυθίζεσαι μυητικά μέσα στον χρόνο και με τον λόγο σου να αναδύεται η ζωή εκείνη, οι οσμές, οι ήχοι, οι άνθρωποι με όλες τις ανθρώπινες πτυχές τους. Έτσι μόνο ο αναγνώστης, καίτοι ιστορικό το μυθιστόρημα, μπορεί να βρει μια εικόνα του εαυτού του μέσα. Εκείνο που προσπαθώ είναι να δώσω στα ιστορικά μου μυθιστορήματα μια διάσταση του παρόντα χρόνου, να τα φέρω στον δικό μας καιρό. Ο χρόνος ο καταργημένος δεν είναι ποτέ νεκρός. Οι ψυχές αγρυπνούν μέσα του, εκείνες της θυσίας.
Σημαντικότερο βρίσκετε τον υποκειμενικό ή τον αντικειμενικό χρόνο;
Ο υποκειμενικός είναι ο χρόνος της δημιουργίας. Η φαντασία, η ονειροπόληση, η μνήμη, στον υποκειμενικό χρόνο λειτουργούν. Ο αντικειμενικός είναι ο χρόνος της καθημερινότητας, των εξωτερικών δραστηριοτήτων μας. Και εγώ που έζησα το περισσότερο μέρος της ζωής μου γράφοντας, επόμενο είναι να αισθάνομαι άνετα στον υποκειμενικό χρόνο. Όπως και να ’ναι, οι δύο αυτές λειτουργίες του χρόνου πρέπει κάπου να ισορροπούν στην ψυχή μας. Ούτε απόλυτα στον υποκειμενικό ούτε απόλυτα στον αντικειμενικό χρόνο μπορεί να ζήσει κανείς. Είναι απαραίτητη η ισορροπία.
Ποιος είναι ο χρόνος σας; Το παρελθόν, το παρόν ή το μέλλον;
Ο χρόνος είναι ενιαίος. Το παρελθόν περιέχεται από το παρόν και μαζί παρόν και παρελθόν διαμορφώνουν το μέλλον, που σημαίνει περιέχονται προφητικά από αυτό.
Γιατί ενίοτε ο ποιητής ή συγγραφέας είναι προφητικός μέσα στα κείμενά του; Και σε αυτή την περίπτωση τι μπορεί να σημαίνει; Ότι στο ασυνείδητό μας λειτουργεί και ο μέλλων χρόνος; ΄Εχει συμβεί σε σας να προβλέψετε προσωπικά γεγονότα γράφοντας;
Στο ασυνείδητό μας λειτουργεί και ο μέλλων χρόνος. Είναι το προφητικό στοιχείο, μια λειτουργία της διαίσθησης, που συντελείται στις χαμένες διαστάσεις του χρόνου.
Ο ποιητής ή συγγραφέας που βιώνει τις καταστάσεις με μεγάλη ευαισθησία
μπορεί να συλλάβει προφητικές λάμψεις του μελλούμενου. Είναι θέμα άσκησης. Στα μυθιστορήματά μου υπάρχουν πρόσωπα που προφητεύουν, που βλέπουν το μελλούμενο με μια εσωτερική ικανότητα, μια ενόραση. Ξεκίνησα με τον άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη που είναι ένα από τα βασικά πρόσωπα σε δύο μυθιστορήματά μου, τη «Δοξανιώ» και τον «Νικηφόρο Φωκά» και είχε το χάρισμα να βλέπει το μέλλον, να προφητεύει. ΄Ηταν η δωρεά και το μαρτύριό του, όπως έλεγε. Και μου άρεσε. Είχε προφητέψει ότι ο Νικηφόρος θα έπαιρνε τον Χάνδακα σε εκείνη τη δύσκολη πολιορκία. Είχε προφητέψει επίσης τον μαρτυρικό θάνατό του. Αυτά συμβαίνουν. Είναι δωρεές. Όμως ένας ποιητής, ένας συγγραφέας γνήσιος μπορεί να
είναι και προφήτης. Έτσι πάνε αυτά. Βλέπεις τα πράγματα. Έχεις ασκήσει την μέσα όρασή σου, τη διόραση, και βλέπεις.
Ξαναγράφεται το παρελθόν, κατά κάποιο τρόπο, με τα χρόνια μέσα μας;
Μεταποιείται. Αυτή είναι η λέξη. Μεταποιείται από τη μνήμη και τη φαντασία, αλλοιώνεται, αν θέλετε. Αλλά εκείνο που βιώθηκε, όπως βιώθηκε, δεν επιδιορθώνεται – αν αυτό εννοείτε. Δεν ξαναγίνεται με άλλες προδιαγραφές. Άλλο αν, επειδή μας πονάει, το μετακινούμε με τη φαντασία, να το κάνουμε λιγότερο οδυνηρό. Είναι αμείλικτο το παρελθόν. Είναι αυτό που μας δικάζει μέσα ή έξω από τη συνείδηση. Που μας αιχμαλωτίζει. Γι’ αυτή την “αιχμαλωσία» μιλώ στην «Επέτειο των Ρόδων».
Τι πρέπει να διαθέτει ένα έργο τέχνης για να νικήσει το χρόνο;
Κανείς δεν το ξέρει. Η ποίηση του Κάλβου νίκησε τον χρόνο από ’να
καροτσάκι του δρόμου. Κι εξάλλου, τα έργα της τέχνης γίνονται στη
μοναξιά του χρόνου. Αλίμονο αν ο συγγραφέας ή ο καλλιτέχνης την ώρα
της δημιουργίας σκεφτόταν τη δόξα του. Θα ήταν πραγματικά αξιολύπητος.
Ποιος χρόνος βρίσκεται πιο κοντά στον θεό. Το παρελθόν, το παρόν ή το
μέλλον;
« Ο χρόνος ανήκει στον θεό και σε μένα», λέει η Ουίννυ του Μπέκετ. Και
αυτός είναι ο χρόνος της ψυχής, πάει να πει, ο αθωωμένος από τα δάκρυά
μας.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Δέλεαρ» το 2003.
Η συνέντευξη έγινε για το μυθιστόρημα «Η Επέτειος των Ρόδων» με ιδιαίτερη αναφορά στον χρόνο.
Η Ελένη Γκίκα είναι συγγραφέας δημοσιογράφος