Σπανίως μπαίνω στη διαδικασία να προβώ σε κριτική μυθιστορήματος που έχει γραφεί στο παρόν, δεδομένου ότι θεωρώ πως το πέρασμα του χρόνου αποδεικνύει από μόνο του την αξία ή μη ενός λογοτεχνικού έργου. Η λογοτεχνία του παρόντος κυρίως πρέπει να διαβάζεται και δευτερευόντως να κρίνεται. Ωστόσο, όταν μιλάμε για μια συγγραφέα, όπως η Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου, με τόσο πλούσιο έργο στο ενεργητικό της, με ουσιαστική παρουσία στα ελληνικά Γράμματα εδώ και τόσες δεκαετίες, η χρονική απόδειξη της εγκυρότητας του έργου της συγγραφέως έχει ήδη συντελεστεί.
Στη διάρκεια του ταξιδιού μου των ημερών του Πάσχα, είχα τη χαρά να κάνω ένα σημαντικότερο ταξίδι διαβάζοντας το τελευταίο μυθιστόρημα της κυρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου που εκδόθηκε το Δεκέμβρη του ’13, με τίτλο «η δίψα με καίει εμένα και χάνομαι», εμπνευσμένο από τον αντίστοιχο ορφικό στίχο.
Δεν θα μπω στη διαδικασία να μιλήσω για λεπτομέρειες που αφορούν το περιεχόμενο. Κάθε λογοτεχνικό βιβλίο έχει και μια ιστορία, ένα μύθο μέσα από τον οποίο εξυφαίνεται η πλοκή. Ούτως ή άλλως η Λαμπαδαρίδου Πόθου έχει αποδείξει στο πέρασμα του χρόνου πως ξέρει καλά να υφαίνει την πλοκή μιας ιστορίας.
Εγώ θέλω να σταθώ στην ειδοποιό διαφορά που ξεχωρίζει την τέχνη της Λογοτεχνίας από τις άλλες τέχνες και δεν είναι άλλη από τη γλώσσα. Αν έπρεπε να χρησιμοποιήσω μία μόνο λέξη για να χαρακτηρίσω τη γλώσσα του μυθιστορήματος αυτού, χωρίς δεύτερη σκέψη θα κατέληγα στη ρήση πως η γλώσσα του βιβλίου είναι μαγική. Τεχνίτης του λόγου ικανή η Λαμπαδαρίδου Πόθου έχει έναν μοναδικό τρόπο να γράφει και να μεταδίδει το κάθε τι μέσα από την συγγραφική της γλώσσα. Είναι σαν να σου βουτάει το μυαλό μέσα στην ψυχή και να σου δημιουργεί ένα εγκεφαλικό ρίγος ο τρόπος που χρησιμοποιεί τα ελληνικά της, την ώρα που μετατρέπει τον πληροφοριακό χαρακτήρα της γλώσσας σε λόγο λογοτεχνικό.
Σπάνια ικανότητα γραφής, άξια προσοχής και μελέτης από φιλολόγους μελετητές της γλώσσας κι από νεώτερους συγγραφείς που μελετώντας τη λογοτεχνική γλωσσική έκφραση της Λαμπαδαρίδου Πόθου μπορούν να διδαχθούν τι σημαίνει να γράφει κανείς λογοτεχνία. Μαγική λοιπόν η γλώσσα της συγγραφέως, ταξίδι λέξεων οι αναδυόμενες εικόνες της περιγραφής και της αφήγησης, λογοτεχνικός πλούτος αντάξιος της ελληνικής γλώσσας που κατέχει τα πρωτεία στον λογοτεχνικό κόσμο από καταβολής της ανθρώπινης σκέψης.
Η ιστορία ολόκληρου του βιβλίου είναι χτισμένη και προσαρμοσμένη ως προς την εξέλιξη με ένα και μοναδικό σκοπό: να αναδειχθεί η μεταφυσική διάσταση της πραγματικότητας. Θα ήταν λάθος αν σκεφτόμασταν την διαδοχή των γεγονότων της πλοκής ως μια εξέλιξη της ζωής των ηρώων του έργου και θα πέφταμε έξω αν μπαίναμε στη διαδικασία να προβληματιστούμε εάν το Χ επί παραδείγματι περιστατικό έπρεπε να γίνει έτσι ή αλλιώς.
Η συγγραφέας δεν θέλει απλώς να δώσει έμφαση στην εξέλιξη των γεγονότων που συνθέτουν τη ζωή των πρωταγωνιστών, αλλά ακολουθεί έναν άλλο δρόμο παράλληλο με αυτόν που συνηθίζουμε να βλέπουμε, όταν περιγράφουμε ζωές. Η συγγραφέας μας λέει ολοκάθαρα πως ναι μεν υπάρχει αυτό που βλέπουμε και χαρακτηρίζει τον φυσικό κόσμο, ωστόσο δίδει τη δυνατότητα στη σκέψη μας να μεταπηδήσει σε μια άλλη θέαση της πραγματικότητας, στο επίπεδο της μεταφυσικής. Και η Λαμπαδαρίδου Πόθου μας μεταφέρει με τέτοια μαεστρία στο κοσμικό αυτό επίπεδο, που αφενός μεν μας κόβει την ανάσα την ώρα που διαβάζουμε ορισμένα σημεία, αφετέρου δε μας κατευθύνει να σκεφτούμε – υπό το πρίσμα αυτής της οπτικής – με τρόπο φυσικό και αβίαστο, χωρίς να παριστάνει τον ειδήμονα αυτής της θέασης∙ τουναντίον, μας λέει με σεμνότητα και σεβασμό στους νόμους της φύσης και της ζωής, πως μπορούμε να σκεφτούμε και έτσι. Πως αυτό που δεν βλέπουμε, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει. Πως δεν υπάρχει μονάχα αυτό που βλέπουμε.
Τα ερωτήματα που ενδεχομένως μας δημιουργούνται δεν απέχουν από τα κλασικά μεταφυσικά ερωτήματα που απασχολούν τη φιλοσοφία αιώνες. Η μεταφυσική ούτως ή άλλως ως κλάδος της φιλοσοφίας επιδιώκει μία συνολική θεώρηση της πραγματικότητας και επιδιώκει να συλλάβει την βαθύτερη υφή της, πέρα από τα φυσικά φαινόμενα.
Το βιβλίο αυτό έχει πολλές αρετές. Αισθάνεσαι πραγματικά την ανάγκη να πάρεις ένα μολύβι και να υπογραμμίσεις σημεία του, να απομονώσεις φράσεις για να σκεφτείς βαθύτερα πάνω στο ζήτημα του έρωτα και της ανθρώπινης ψυχής. Δεν είναι, άλλωστε, το πρώτο βιβλίο της Λαμπαδαρίδου που μας αποδεικνύει πως η συγγραφέας είναι και άριστος ανατόμος της ψυχής του ανθρώπου. Πραγματικά, χωρίς να υπερβάλλω και χωρίς να θέλω να υποτιμήσω άλλες αξιόλογες λογοτεχνικές δουλειές σημαντικών συγγραφέων των ημερών μας, είχα χρόνια να σκεφτώ τόσο πολύ μέσα από ένα βιβλίο.
Ο Πασχάλης Πράντζιος είναι φιλόλογος και συγγραφέας
Aναρτήθηκε στις 28 Απριλίου 2014