Θεωρώ πως τούτο το σηµείωµά µου δεν είναι κριτική για την παράσταση της «Θυσίας του Αβραάµ», που ανέβηκε στο Εθνικό θέατρο σε σκηνοθεσία του ίδιου του µεγάλου δασκάλου και πρωταγωνιστή Αλέξη Μινωτή, αλλά µια προσέγγιση του έργου από άλλη οδό. Πιστεύω πως το κύριο στοιχείο που περιέχει την ουσία του έργου είναι το γεγονός ότι ο Αβραάµ, με τη θυσία του, υπήρξε ο πρώτος «αποτραγικοποιηµένος» άνθρωπος, που σηµαίνει, ο αρχετυπικός µιας νέας πίστης που ύστερα από αιώνες θα ενσαρκωθεί στη «θυσία» του Ιησού.
Και είναι γνωστό πως σε όλη τη διαδροµή της χριστιανικής θρησκείας δεν υπάρχει τραγωδία, τραγικός ήρωας, γιατί ακριβώς η πίστη στον θεό αποτραγικοποίησε τον άνθρωπο.
Την εποχή που ο Όμηρος επινοούσε τους τραγικούς ήρωες και ετοίµαζε το «υλικό» για τη γένεση της τραγωδίας από τους τραγικούς ποιητές μας, μιας τραγωδίας βασισμένης στην «ύβρι» και στην υπέρβαση των ορίων του ανθρώπου, σε μια παράλληλη τροχιά του χρόνου γεννιόταν ο άνθρωπος μιας άλλης υπέρβασης, αυτής που συντελείται με την απόλυτη πίστη.
Πιστεύω πως αν το έργο αυτό έχει κάποια θεατρική αξία είναι ακριβώς το γεγονός ότι η υπέρβαση του ανθρώπου δεν γίνεται με την «εναντίωσή» του προς τη θεϊκή εντολή ή με τη σύγκρουση μαζί της, δηλαδή την «Ύβρι», αλλά αντίθετα με την απόλυτη υποταγή στη «θεϊκή εντολή», στοιχείο κατ’
εξοχήν οριακό της συνειδήσεως του ανθρώπου, γιατί προϋποθέτει µια εµπειρική γνώση του Απολύτου, αλλά και γιατί προϋποθέτει ακόµα την υπέρβαση του κοσµικού δέους από άλλη οδό, αυτήν της φανέρωσης του «θείου» ως απολύτου και κυρίαρχου Όντος. Ως θεού πέρα από το Καλό και το Κακό µε την κοσµική έννοια, αφού είναι θεός της απόλυτης θέλησης.
Επίσης, εκείνο που θεωρώ σηµαντικό στο έργο αυτό είναι η αντιπαράθεσή του µε την αρχαία τραγωδία. Ο ποιητής του έργου, εάν είναι ο Βιντζέντζος Κορνάρος, ήξερε καλά πως ο άνθρωπος που ανηφορίζει το όρος Μοριγιά για τη θυσία, δεν είναι ο τραγικός ήρωας, γι’ αυτό και τον αφήνει σε µια µεγάλη σιγή.
Ούτε χάρη ποιητικής αδείας δεν βάζει στο στόμα του λόγια της αμφιβολίας ή του χαρακτηρισμού της «εντολής» ως παράλογης και μη ηθικής. Εχθρικής. Τίποτα. Ένας σπαραγμός μόνο. Ανθρώπινος. Μα καμιά διαμαρτυρία. Μέσα στη µεγάλη σιγή τελείται η «συνάντηση» µε τη φανέρωση του θεού, η ανάβαση στο Πρόσωπο, που είναι ο νέος άνθρωπος της πίστης.
Πόσο χαρακτηριστικά δίνει αυτή την εικόνα της «σιγής» του Αβραάµ ο φιλόσοφος Χρήστος Μαλεβίτσης, που έγραψε για τη «Θυσία του Αβραάµ» στο πρόγραµµα του Εθνικού Θεάτρου: «Τούτη η συνάντηση µε το θείο συνέβη µέσα σε απόλυτη σιγή και σε απόλυτη µοναξιά, στην κορυφή του βουνού, τρεις ηµέρες µακριά από κατοικηµένο τόπο. Όλα αυτά βεβαίως ανήκουν στο ψυχικό τοπίο και όχι στο γεωγραφικό. Ολα αυτά συνέβησαν κάποια αιφνίδια στιγµή µέσα στο βάθος της ψυχής του Αβραάµ, σε εκείνο το βάθος που δεν είναι δικό του αλλά του θεού. Δεν είναι λοιπόν τραγικός ο Αβραάµ επειδή είναι πιστός. Είναι ο πρώτος πιστός της Ανθρωπότητας».
Και έρχομαι στην «αντιπαράθεση», για την οποία µίλησα παραπάνω. Είναι γνωστό πως στην αρχαία τραγωδία υπάρχει το «άλλο επίπεδο», που είναι ο Θεός ή η Μοίρα. Και συνήθως ο «κακός» Θεός και η ζηλόφθονη εκδικητική Μοίρα. Και ο άνθρωπος, γνωρίζoντας πως θα συντριβεί από τη σύγκρουση µαζί τους, δεν διστάζει να εναντιωθεί. Γιατί βέβαια µόνον τότε θα υπερβεί τα ανθρώπινα όριά του, θα φτάσει στο τραγικό µεγαλείο της υπέρβασής του για να συνεχίσει τη λυτρωτική πορεία του καθαρµού.
Στο ιστορικό συµβάν του Αβραάµ, που µας παραδόθηκε από την Παλαιά Διαθήκη, έχουµε, ως ένα σηµείο, δεδομένα, όλα τα στοιχεία που θα µπορούσαν να συνθέσουν µια τέλεια και συγκλονιστική τραγωδία.
Εχουµε τον «κακό » θεό που λέει στον άνθρωπο: «Θέλω το µονάκριβο παιδί σου, και το θέλω σήµερα, σφαγµένο από τα δικά σου χέρια». «Λάβε τον υιόν σου τον αγαπητόν, ον ηγάπησας, τoν Iσαάκ, και πoρεύθητι εις την γην την υψηλήν και ανένεγκον αυτόν εκεί εις ολοκάρπωσιν εφ’ εν των ορέων, ων αν σοι είπω ».
Εάν ο Αβραάµ αρνιόταν να εκτελέσει τούτη την εντολή, εάν διέπραττε την ύβρι της άρνησης και της ανυπακοής, θα γινόταν ένας απόλυτα τραγικός ήρωας. Θα διένυε όλη την κλίµακα της συντριβής με την υπέρβαση των ανθρωπίνων ορίων του, θα είχε µεγαλυνθεί, θα είχε βιώσει τους σκοτεινούς κρημνούς της ύπαρξης και τον αντίστοιχο φωτισμό της συνείδησής του.
Δεν έγινε έτσι.
Ο Ανθρωπος του Όρους Μοριγιά δεν ήταν ο τραγικός ήρωας. Ήταν ο απόλυτα ταπεινός. Όµως, το μέγα «φοβερό µυστήριο» που εκαλείτο να τελέσει, διάνοιγε µέσα του διαστάσεις απείρως µεγαλύτερες από αυτές του τραγικού ήρωα. Γιατί η υποταγή του αυτή προϋπέθετε, όπως το είπα, την εµπειρική γνώση του Απολύτου, που σηµαίνει την διά της κοσµικής συντριβής συνάντησή του µε το Άρρητο και το Αιώνιο που είχε ήδη γίνει Λόγος ζώντος Θεού, και έδινε τρισµέγιστη σηµασία στην απόφασή του.
Μεγαλύνθηκε ο Αβραάµ πάνω στο όρος του Μοριγιά, γιατί έκανε ένα τεράστιο άλµα: Εναπόθεσε το κοσµικό δέος και την κοσµική άβυσσο στα χέρια του Θεού του, µεταλλάζovτας, µε την πίστη, την κοσµική περιπέτεια του ανθρώπου από τραγωδία υπάρξεως σε ουρανική γλυκύτητα παραδείσου.
Πιστεύω πως αυτό το νόηµα είχε η υποταγή του στην εντολή του Θεού. Και με την υποταγή του αυτή, που ήταν η πρώτη εµπειρική στιγµή της πίστης, µεγαλύνθηκε. Και αυτό είναι η άλλη όψη του Τραγικού. Τρισµέγιστη. Η άλλη όψη του µεγαλείου της τραγωδίας. Που είναι ένα μεγαλείο της ταπεινότητας και της εγκαρτέρησης.
Και βέβαια, Ο Αλέξης Μινωτής θα ήταν ο Άνθρωπος που μεγαλύνθηκε με την πίστη του πάνω στο όρος Μοριγιά, στην «υψηλήν γην», την ώρα που κρατούσε στα χέρια του τη µάχαιρα για να τελέσει τη θυσία, αν δεν φορούσε τα άµφια που, πιστεύω, κατέστρεψαν τη στιγµή.
Τα άμφια.
Γκρέµισαν ολόκληρη την «παραβολική» σηµασία. Και αυτό βέβαια είναι µια προσωπική άποψη. Όμως κρατώ το δικαίωμα να έχω αντίθετη γνώμη με την παράσταση. Ο Αβραάµ ήταν ο άνθρωπος ο κοσµικός, και όχι ο αρχιερέας. Ο Ανθρωπος υψώθηκε πάνω στο όρος. Γιατί εκείνη τη βιβλική στιγµή, ο αρχιερέας ήταν άγνωστο σχήµα. Και αν το έργο γράφτηκε τον δέκατο έκτο αιώνα, το συµβάν της θυσίας του Αβραάµ έχει αρχετυπικό χαρακτήρα της γένεσης της πίστης του ανθρώπου, που σηµαίνει, δεν επιδέχεται ένδυση τελετουργική. Γιατί η τελετουργία ήταν η ίδια η γυµνότητα του µυστηρίου. Ο Αβραάµ ήταν ο πρώτος λειτουργός της πίστης, όμως σε επίπεδο αρχετυπικό, όπου η γυµνότητα του εξωτερικoύ τοπίου συναντούσε µια άλλη γυµνότητα, αυτή της Αποκάλυψης.
Είπα στην αρχή πως δεν κάνω κριτική για την παράσταση, πως το σηµείωµά µου αυτό είναι µια προσέγγιση του έργου από άλλη οδό, κι αυτό είναι µια καλοπροαίρετη κατάθεση για όποιον συµβαίνει να συµφωνεί µε την άποψή µου, και γιατί θεωρώ πως η «Θυσία του Αβραάµ» είναι ένα πνευµατικό γεγονός δυσπρόσιτο και τροµακτικά µεγάλο.
Γράφει ο Κίρκεγκαρ: «Ο Αβραάµ µαρτυρεί την αλήθεια, δεν τη διδάσκει». Κι αλλού: «0 τραγικός ήρωας δεν έχει καµιά σχέση µε τον ήρωα της πίστης. Κι αυτό το συνειδητοποιούµε φέρνοντας στον νου την αντίθεση ανάµεσα στον Αγαµέµνονα και στον Αβραάµ».
Είναι λοιπόν δεδοµένη ήδη η αντιπαράθεση.
Ένα ακόμα στοιχείο που ήθελα να σηµειώσω είναι ο «ναός» και το µοναστηριακό ένδυµα των προσώπων. Πιστεύω πως αυτό στέρησε από το έργο τις διαστάσεις του. Το στένεψε. Το σκηνικό ήταν έτοιµο από την ίδια τη Βίβλο. Η καλύβα – σκηνή του Αβραάµ ήταν στηµένη κάτω από τη δρυ του Μαµβρή.
Έξοχος βέβαια ήταν ο Μινωτής, έξοχη και η Τουρνάκη. Και το τρυφερό πρόσωπο του Ισαάκ. Όµως πρέπει να πούµε πως το «ρίγος» ήταν αλλού.
Τελειώνοντας την προσπάθεια προσέγγισής µου στο τρισµέγιστο αυτό δραµατοποιηµένο συµβάν της «Θυσίας του Αβραάµ», θα ήθελα να παραθέσω µια ακόµα προσωπική άποψη:
Πιστεύω πως ήταν ιστορικά ώριµη η στιγµή που ο Samuel Beckett χαρακτηρίσθηκε «τραγικός συγγραφέας».
Αυτό βγήκε µέσα απo όλον τον µηδενισµό και την άρνηση της δυτικής διανόησης που, τον τελευταίο αιώνα, έφερε τον άνθρωπο γυµνό και µόνο µπρος στη σκοτεινή και ανυπέρβατη άβυσσο, στο κοσμικό δέος και στην εναγώνια συνείδηση του υπαρξιακού αδιεξόδου.
Οι κρημνοί της ύπαρξης διανοίχτηκαν µπρος στο σκοτεινό και νεκρό χάος, και ο σύγχρονος άνθρωπος, αποµυθοποιηµένος από τα οράµατα των υπερβατικών αγγελιών, συνειδητοποίησε το παράλογο της ύπαρξής του, που ήταν παράλογο του µηδενός.
Ο µεγάλος προφήτης και οραµατιστής του αιώνα µας Σάµουελ Μπέκετ, ο ερηµίτης του πνεύµατος, είδε αυτή την ανάκτηση του τραγικού στοιχείου από τον σύγχρονο άνθρωπο και είναι ο µόνος που την έδωσε θεατρικά. Και βέβαια, η τραγική διάσταση του δικού του έργου δεν µπορούσε να είναι αυτή της αρχαίας τραγωδίας. Δηµιούργησε µια νέα αίσθηση του τραγικού που βγήκε από τη σπαραγµένη συνείδηση του τίποτα. Βγήκε από την απόρριψη κάθε µεταφυσικής πνοής και από την αποδοχή του χάους µε όλο το ρίγος της φρίκης και µε συνέπεια την απαξία της ζωής. Την παρωδία.
Οµως δεν θα µπορούσε να είναι διαφορετικό το στοιχείο του τραγικού στον σύγχρονο κατακερµατισµένο κόσµο µας, παρά µόνο όπως η µεγάλη διάνοια του Μπέκετ το συνέλαβε.
Για την παράσταση του έργου «Η θυσία του Αβραάμ», στο Εθνικό Θέατρο, το 1990, σε σκηνοθεσία του Αλέξη Μινωτή και σκηνογραφία του Βασίλη Φωτόπουλου.
Ελευθεροτυπία, 17 Απριλίου 1990