“Όταν βιώνεις την ευτέλεια της ζωής σου, την ευτέλεια του τόπου σου, τον κατακερματισμό των αξιών και την παραποίηση της ιστορικής μνήμης, δεν γίνεται να μείνεις αλώβητος”
“Τα τελευταία χρόνια ζούμε καθημερινά το δράμα της ιστορίας, που είναι δράμα της προσωπικής μας ζωής”, επιμένει. Υπενθυμίζοντας για τους επιλήσμονες τις λέξεις όπως “analysis, synthesis, theory, category, democracy, cosmology, psyche, logical, politics, philosophy, και χιλιάδες ακόμα που χρησιμοποιούν καθημερινά στην επιστημονική, τη φιλοσοφική, την πολιτική, την οικονομική, την κοινωνική ζωή τους” που “δ ε ν ε ί ν α ι α π λ έ ς λ έ ξ ε ι ς. Ε ί ν α ι δ ο μ έ ς σ κ έ ψ η ς. Δομές αντίληψης”, η συγγραφέας Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου μάς ανοίγει το εργαστήρι της και μας εξηγεί τον “μυητικό” τρόπο γραφής της.
Ελένη Γκίκα
Μαρία, υπάρχει τελικά διαδικασία γραφής;
Συγκεκριμένες συνθήκες για να σε καταδεχτεί ή να μη σε καταδεχτεί η ιστορία; Ποτέ δεν είχα την πολυτέλεια του χώρου, παλιότερα και του χρόνου, για να δημιουργήσω ατμόσφαιρα εργαστηρίου. Μπορώ να γράψω όπου βρίσκομαι, σε όποια στιγμή, αρκεί να υπάρχει η εσωτερική “ποιητική” του χώρου, που σημαίνει, η ποιητική μιας βιωμένης σκέψης που πιέζει να εκφραστεί. Και ούτε βάζω κανόνες στον τρόπο γραφής. Μπορεί τη μία μέρα να γράφω είκοσι ώρες και την άλλη καθόλου. Ή μπορεί για μήνες να γράφω είκοσι ώρες την ημέρα, όπως έγινε με πολλά μυθιστορήματα μου, όμως μετά θέλω να φύγω. Να πάρω ανάσες. Τα κείμενα της εσωτερικής γραφής, της αναλυτικής σκέψης, δεν μπορείς να τα γράψεις με λογικό προσχεδιασμό. Είναι αυτή η μυητική γραφή, η διαισθητική, που σε οδηγεί από μόνη της στα μονοπάτια της ψυχής, της μεταφυσικής ακόμα. Και, γράφοντας το κάθε βιβλίο μου, αυτό αναζητούσα: Να βρω τους δρόμους της ψυχής, τους χαμένους στην ομίχλη της αυτογνωσίας. Και υπάρχει εκεί νομίζω μια εμμονή αναζήτησης της αλήθειας σε μεταφυσικές εμπειρίες. Μια εμμονή συνειδητής διείσδυσης στα ψυχικά εκείνα πεδία που καλύπτουν το Άδηλο και το “ιερό” ή αλλιώς, το άβατο. Την χαμένη λάμψη.
Ποιο ή ποια από τα βιβλία σου γράφτηκε με το πιο αλλόκοτο τρόπο;
Το κάθε μυθιστόρημά μου έχει την δική του περιπέτεια γραφής. Όπως και περιπέτεια ψυχής. Θυμάμαι όταν έγραφα το “Πήραν την Πόλη, πήραν την”, πήγαινα και κούρνιαζα μέσα στην Αγια-Σοφιά με τις ώρες, να αισθανθώ το ρίγος της μνήμης, αυτή την δόνηση της αγρυπνίας των ψυχών, της αγρυπνίας του χρόνου. Στον “Άγγελο της στάχτης” ήταν μια διαφορετική περιπέτεια. Είναι το πιο ανατρεπτικό μου μυθιστόρημα, αναρχικό, με την έννοια μιας μεταφυσικής αναρχίας. Περπατούσα στα ασφοδελά μονοπάτια της Νέκυιας μαζί με τον χιλιόχρονο ήρωά μου, τον Κωνσταντίνο του δημοτικού τραγουδιού, που σήκωσε τον τάφο του στον ώμο και πήγε να φέρει την αγαπημένη του αδερφή, στην ουσία, να κατακτήσει τη μνήμη της προϋπαρξης του και τη γνώση του Άδηλου.
Αυτό το μαγικό και μαζί επώδυνο ταξίδι στη Νέκυια ήταν η πιο φοβερή μου εμπειρία. Μια απορρύθμιση της κοσμικής τάξης. Σαν τον ομηρικό στίχο, όταν ο Ήλιος θύμωσε και είπε πως θα κατέβει στον Άδη να φωτίζει μόνο για τους νεκρούς “εν νεκυίεσι φαείνω”.
Μαρία, πώς είναι όταν έρχεται η ιστορία; Και τι σημαίνει ο τόπος κι ο χρόνος γι’ αυτή;
Όταν έρχεται η ιστορία σε θέτει έναντι αυτών που πιστεύεις. Αυτών που διαμόρφωσαν το πρόσωπό σου. Κι ακόμα, σε θέτει έναντι των γεγονότων και των αξιών που πίστεψες.
Όμως στους φίλους ή “ντυμένους φίλους”, τους εκτός Ελλάδας, θα ήθελα να πω πως μπορεί η χώρα μας σήμερα να έχει φτάσει στην έσχατη απελπισία, από κάποιες ατυχείς συγκυρίες, όμως θα αξίζει για πάντα τον σεβασμό. Mαζί με τον πολιτισμό που απλόχερα τους δώσαμε, ας θυμούνται πως οι λέξεις: analysis, synthesis, theory, category, democracy, cosmology, psyche, logical, politics, philosophy, και χιλιάδες ακόμα που χρησιμοποιούν καθημερινά στην επιστημονική, τη φιλοσοφική, την πολιτική, την οικονομική, την κοινωνική ζωή τους, δ ε ν ε ί ν α ι α π λ έ ς λ έ ξ ε ι ς. Ε ί ν α ι δ ο μ έ ς σ κ έ ψ η ς. Δομές αντίληψης. Και εδώ θα θυμηθώ τον μέγα διανοητή και φιλόσοφο George Steiner. «Επιστροφή στον ελληνικό μύθο και στην ελληνική σκέψη σημαίνει επιστροφή στις ρίζες μας, είπε, είναι ο επαναπατρισμός του πνεύματος». Και επισημαίνει ακόμα: “Το να αρθρώσεις εννοιολογικά μια εμπειρία, να συνδέσεις τον λόγο με το νόημα, σημαίνει ‘να είσαι Έλληνας’”.
Να αναφερθούμε στα τελευταία σου βιβλία; Πεζά και ποίηση, έτσι δεν είναι;
Τα τελευταία μου βιβλία που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις “Γκοβόστη” είναι μια νουβέλα με τίτλο “Ζωή, μια μέρα μόνο” και μια ποιητική συλλογή “Κι η άβυσσος μού ανέβηκε ως το γόνατο”. Και τα δυο βιβλία ήταν για μένα ένα είδος άμυνας ενάντια στα γεγονότα που εξαθλίωσαν τη ζωή μας. Η νουβέλα είναι βασισμένη στον μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης. Ήθελα να μιλήσω για την αιωνιότητα μιας αγάπης, όταν όλα γύρω καταρρέουν. Κι ακόμα, η μικρή αυτή νουβέλα έχει μέσα της όλη τη μεταφυσική μου εμπειρία, το ταξίδι στη νέκυια.
Όσο για την ποιητική μου συλλογή, “Κι η άβυσσος μου ανέβηκε ως το γόνατο”, προτιμώ να παραθέσω λίγους στίχους:
Θα ‘ναι η ώρα που χαμηλώνουν οι άγιοι
κι οι ίσκιοι ευλαβούνται τους σκυφτούς
θαλασσόβραχους
όταν θ’ ακούσω τις πατημασιές σου.
Μια κόχη Απρίλη θα σου στείλω, σου είπα
να περιέχει τη Σταύρωση
και μια μικρή αιωνιότητα να χωράει
σε τάφο παιδικό.
Έγειρε από το βάρος σου ο κήπος
μπατάρισε
μισός στην άλλη όχθη και μισός
με ζουμπούλια και άγραφες επιστολές
και μια λουρίδα από παράδεισο χλωρό
να τη φυσάει η νύχτα
σαν ασπρόρουχο.
Μαζεύω τα υπάρχοντά μου, σου είχα πει
μόνο που οι αστροφεγγιές λιγόστεψαν
και όχι πια δωρεάν φθινόπωρα
ακόμα και τη θέα προς το Αμίλητο
την έκλεισαν οικοδομές
κι η άβυσσος μού ανέβηκε ως το γόνατο.
Μόνο η μικρή αιωνιότητα μου απόμεινε
εκείνη που δεν χώρεσε στο μνήμα
και με παιδεύει όπως χρόνος
σταματημένος πάνω σε καταιγίδα
“πάρτε, καλέ κυρίες
πάρτε αιωνιότητες με σουσάμι…”
Πρέπει να δημοσιεύτηκε γύρω στο 2013 ή και ’14, στο Fractal, πάνω σε ένα θέμα της Ελένης Γκίκα για τις “εμμονές που μπορεί να έχει ένας συγγραφέας και για την Ιστορία “όταν έρχεται”.